Skip to main content

Στα επίπεδα του 2009 τα ομόλογα

Από την έντυπη έκδοση

Της Έφης Τριήρη
[email protected]

Σε εντυπωσιακό ράλι επιδόθηκαν χθες οι τιμές των ελληνικών κρατικών ομολόγων, με την απόδοση του 10ετούς να υποχωρεί στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2009, χάρη στην επίτευξη τεχνικής συμφωνίας για την τρίτη αξιολόγηση του προγράμματος, αλλά και στην επίσημη πρεμιέρα της διαπραγμάτευσης στην ΗΔΑΤ των νέων ομολόγων όπως προέκυψαν από το πρόσφατο swap.

Η χθεσινή ημέρα ήταν ξεχωριστή για τα ελληνικά κρατικά ομόλογα, με τις αποδόσεις να καταγράφουν εντυπωσιακή πτώση μέσα σε ένα άκρως θετικό περιβάλλον, με μεγάλη παρουσία εγχώριων αλλά και ξένων επενδυτών. Οι νέοι τίτλοι που προέκυψαν από την ανταλλαγή ομολόγων άρχισαν χθες να διαπραγματεύονται επισήμως σε πλατφόρμες, συμπεριλαμβανομένης της ΗΔΑΤ, με αποτέλεσμα να αυξηθεί σημαντικά η ρευστότητα της αγοράς.

Μέχρι και τη Δευτέρα, οι συναλλαγές των νέων τίτλων πραγματοποιούνταν στη δευτερογενή αγορά, έξω από πλατφόρμες, χωρίς να είναι εφικτή η ακριβής καταμέτρηση του όγκου συναλλαγών. Τraders, που θέλησαν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους, χαρακτήρισαν τη χθεσινή συνεδρίαση εντυπωσιακή, με την απόδοση του νέου 10ετούς ομολόγου (λήξης τον Ιανουάριο του 2028) να διολισθαίνει στο 4,77%, στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Οκτώβριο του 2009, οπότε είχε διαμορφωθεί στο 4,4%. Μόλις μέσα σε μία συνεδρίαση, η απόδοση υποχώρησε 0,2%, που, σύμφωνα με traders, σηματοδοτεί πολύ μεγάλη μεταβολή. Εντυπωσιακή αποκλιμάκωση σημείωσε και το spread έναντι του αντίστοιχου 10ετούς γερμανικού, διαμορφούμενο στο ιστορικό χαμηλό των 461 μονάδων βάσης.

Ιστορικό χαμηλό

Στο ιστορικό χαμηλό του 3,8% βρέθηκε και η απόδοση του νέου πενταετούς με λήξη τον Ιανουάριο του 2023, στο 3,8%, ενώ και το ομόλογο που λήγει το 2019 υποχώρησε εντυπωσιακά στο 2,3%. Σημαντική ήταν και η παρουσία των επενδυτών, με τον όγκο συναλλαγών στην ΗΔΑΤ να εκτοξεύεται στα 11 εκατομμύρια ευρώ, νούμερο που είχε εδώ και πολύ καιρό να κάνει την εμφάνισή του στην αγορά. Από τις 28 Νοεμβρίου, οπότε και ολοκληρώθηκε η ανταλλαγή των ομολόγων, έχει αυξηθεί το ενδιαφέρον των επενδυτών, εξέλιξη που αναμένεται να φέρει μεγαλύτερη ρευστότητα στην ελληνική αγορά αλλά και επενδυτές με μακροπρόθεσμο ορίζοντα.

Traders χαρακτήρισαν τις παραπάνω μεταβολές πολύ μεγάλες, γι’ αυτό και πρωτίστως θα πρέπει να τις «χωνέψει» η αγορά για να μπορέσει να σταθεροποιηθεί σε αυτά τα επίπεδα. Η περαιτέρω τάση, παρά το θετικό κλίμα που επικρατεί αυτή τη στιγμή, θα εξαρτηθεί από το ενδιαφέρον των ξένων κυρίως επενδυτών τις επόμενες ημέρες.

Αυξάνονται οι προσδοκίες

Αναλυτές αποδίδουν εν μέρει τη θετική εξέλιξη στη συμφωνία στην οποία κατέληξε η ελληνική κυβέρνηση με τους διεθνείς πιστωτές της για τις μεταρρυθμίσεις στη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, καθώς αυξάνει τις προσδοκίες ότι η χώρα θα μπορέσει να βγει από το πρόγραμμα οικονομικής βοήθειας τον Αύγουστο του 2018, κάτι που τόνωσε ακόμη περισσότερο το επενδυτικό κλίμα. Την ίδια στιγμή, οι πολιτικοί κίνδυνοι αρχίζουν να υποχωρούν, ενώ οικονομολόγοι κάνουν λόγο για βελτίωση του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος.

Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι οικονομολόγοι του ΟΟΣΑ εκτιμούν ότι ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα φθάσει στο 1,4% φέτος, για να αυξηθεί στο 2,3% το επόμενο έτος.

Συνεπώς, οι αποδόσεις λειτουργούν ως χρήσιμος δείκτης της αισιοδοξίας των επενδυτών για την οικονομία της χώρας, σύμφωνα με δημοσίευμα των Financial Times, παρότι η αγορά των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου είναι πολύ μικρή, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού χρέους το έχουν η Ε.Ε. και το ΔΝΤ. Σύμφωνα με τους FT, «η κατάσταση της χώρας βελτιώνεται δραστικά τα τελευταία λίγα χρόνια, με το ΑΕΠ να μένει ουσιαστικά σταθερό σε ετήσια βάση από το 2014 έως το 2016, μετά από πέντε χρόνια μεγάλης συρρίκνωσης, με τη μεγαλύτερη πτώση 9,1% να σημειώνεται το 2011».

Εάν οι συνθήκες παραμείνουν ευνοϊκές, η Ελλάδα σχεδιάζει να επιστρέψει στις αγορές στο πρώτο εξάμηνο του επόμενου έτους, μετά το πενταετές ομόλογο που εξέδωσε τον Ιούλιο, καθώς βελτιώθηκε η επενδυτική εμπιστοσύνη έπειτα από αρκετά έτη απουσίας. Η χώρα βρέθηκε εκτός των αγορών μετά το 2014 εξαιτίας της πολιτικής και οικονομικής αναταραχής που προκάλεσε η κρίση στις διαπραγματεύσεις Αθήνας και πιστωτών το καλοκαίρι του 2015.