Skip to main content

Παραμένουν σε διεθνή κλοιό πιέσεων οι ελληνικοί τίτλοι

Από την έντυπη έκδοση 

Της Έφης Τριήρη και Αγγελικής Κοτσοβού 

Σφίγγει ολοένα και περισσότερο ο κλοιός των πιέσεων στην ελληνική αγορά κρατικού χρέους, η οποία φαίνεται να συμπορεύεται με το διεθνές περιβάλλον τις τελευταίες ημέρες, γνωρίζοντας τις έντονες ρευστοποιήσεις που έχουν χαρακτηρίσει και τις δύο πλευρές του Ατλαντικού.

Το θετικό story που τόσο επιμελώς είχε δημιουργηθεί στην ελληνική αγορά κρατικού χρέους τους τελευταίους μήνες του 2017 αλλά και τον φετινό Ιανουάριο αντιστράφηκε ξαφνικά, μέσα στο γενικότερο σφυροκόπημα των διεθνών αγορών, υπό τον φόβο της αύξησης του πληθωρισμού και της πιο αυστηρής νομισματικής πολιτικής από τις κορυφαίες κεντρικές τράπεζες του πλανήτη. Η δυναμική ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας, με τους διεθνείς οργανισμούς να αναβαθμίζουν ανοδικά τις προβλέψεις τους, πυροδοτεί ανησυχίες για κλιμάκωση του πληθωρισμού, εξέλιξη που θα αναγκάσει τις κεντρικές τράπεζες να λάβουν άμεσα μέτρα και να προχωρήσουν σε πιο αυστηρές νομισματικές πολιτικές: η Φέντεραλ Ριζέρβ στις ΗΠΑ πιθανότατα να προχωρήσει σε πιο γρήγορες και περισσότερες επιτοκιακές αυξήσεις και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) στην Ευρωζώνη να βάλει, νωρίτερα απ’ ό,τι αναμενόταν, τέλος στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Και η Τράπεζα της Αγγλίας φαίνεται να κινείται στους ίδιους ρυθμούς, όπως έδειξαν οι δηλώσεις των αξιωματούχων της από την τελευταία συνεδρίασή της.

Τα νέα δεδομένα άλλαξαν το κλίμα στη διεθνή αγορά κρατικού χρέους, με τις αποδόσεις να καταγράφουν απότομη άνοδο και με αναλυτές να προειδοποιούν ότι το μομέντουμ παραμένει ανοδικό, παρότι η αγορά, εξαιρουμένης της ελληνικής, πήρε χθες μία ανάσα. Μέσα από αυτό το πρίσμα θα πρέπει να ιδωθεί και η αλλαγή πλεύσης στην ελληνική αγορά κρατικών ομολόγων, παρότι η Αθήνα κατάφερε να ανταποκριθεί στον στόχο της για την έκδοση του επταετούς ομολόγου, αντλώντας 3 δισ. ευρώ. Η χρονική συγκυρία δεν ήταν η καλύτερη, καθώς η λαίλαπα των αγορών ανάγκασε την ελληνική κυβέρνηση να καθυστερήσει την έκδοση για κάποιες ημέρες.

Η απόδοση του νέου επταετούς συνέχισε χθες την ανιούσα ξεπερνώντας οριακά το 4%, με traders, που θέλησαν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους, να κάνουν λόγο για μία εξέλιξη που είχε πολύ καιρό να συμβεί σε ομολογιακή έκδοση. Και η απόδοση του 10ετούς ελληνικού ξέφυγε χθες στο 4,34%, που είναι το υψηλότερο επίπεδο σε διάρκεια μεγαλύτερη των έξι εβδομάδων, με το spread έναντι του αντίστοιχου γερμανικού να κινείται πλέον ολοταχώς προς το φράγμα των 400 μονάδων βάσης και να διαμορφώνεται λίγο χαμηλότερα, στις 384. Οι βραχυπρόθεσμοι τίτλοι κράτησαν «χαρακτήρα» με τις αποδόσεις των ομολόγων με λήξη το 2019 και 2023 να διαμορφώνονται στο 1,73% και 3,68% αντίστοιχα. Ο όγκος των συναλλαγών στην ΗΔΑΤ ήταν και πάλι αυξημένος, στα 14 εκατ. ευρώ.

Η ραγδαία άνοδος των ελληνικών αποδόσεων σηματοδοτεί αντιστροφή του θετικού κλίματος, μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, δεδομένου ότι η ελληνική αγορά αναδείχθηκε σε πρωταθλητή όσον αφορά τις επιδόσεις της τον μήνα Ιανουάριο, με την απόδοση του 10ετούς ελληνικού να υποχωρεί περίπου 40 μονάδες βάσης, φθάνοντας το 3,6%. Και να σημειωθεί ότι χρειάστηκαν λίγες μόλις ημέρες για να ακυρωθεί όλη αυτή η καθοδική πορεία.

Αντίθετα, οι αγορές κρατικού χρέους σε Ευρώπη και ΗΠΑ γνώρισαν τον Ιανουάριο τον χειρότερο μήνα από τα τέλη του 2016. Η απόδοση του 10ετούς γερμανικού κρατικού ομολόγου ενισχύθηκε τον Ιανουάριο 26 μονάδες βάσης, τάση που συνεχίστηκε και τον Φεβρουάριο, με αποτέλεσμα να υπερβεί το φράγμα του 0,80%, υψηλό δυόμισι ετών, την προηγούμενη εβδομάδα. Αντίστοιχα, η απόδοση του 10ετούς αμερικανικού, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ενισχύθηκε τον Ιανουάριο 30 μονάδες βάσης, γνωρίζοντας τη μεγαλύτερη μηνιαία άνοδο από τον Νοέμβριο του 2016, κάνοντας τις τελευταίες ημέρες άλμα στο 0,90%, υψηλό τεσσάρων ετών. Τώρα, θεσμικοί επενδυτές και διαχειριστές αντισταθμιστικών ταμείων κρούουν των κώδωνα του κινδύνου για το 10ετές αμερικανικό κρατικό ομόλογο, βλέποντάς το ακόμη και στο 3,5% το επόμενο εξάμηνο, εξέλιξη που θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο για νέο κύμα ρευστοποιήσεων στα διεθνή χρηματιστήρια.