Με τις εκλογές της 25ης Οκτωβρίου μπαίνουν τίτλοι τέλους στην εποχή των Κίρχνερ στη διακυβέρνηση της Αργεντινής. Πώς αξιολογούν πολίτες και επιχειρήσεις τα περασμένα 12 χρόνια;
«Φανταστική κυβέρνηση», «η καλύτερη κυβέρνηση εδώ και καιρό», «όνειδος, ήταν σαν δικτάτορας», «δεν την θέλουμε άλλο», είναι μερικές από τις αυθόρμητες αντιδράσεις περαστικών σε κεντρικό δρόμο του Μπουένος Άιρες.
Όταν το 2003 ο Νέστορ Κίχνερ ανέλαβε την προεδρία της χώρας, η Αργεντινή δοκιμαζόταν από τη χειρότερη οικονομική κρίση στην ιστορία της. Ένα από τα πρώτα μέτρα που έλαβε ήταν η υποτίμηση του πέσο, προκειμένου οι τιμές των εγχώριων προϊόντων να γίνουν άμεσα πιο ανταγωνιστικές στις διεθνείς αγορές. Η κίνηση αυτή έδωσε ώθηση στην ανάπτυξη της οικονομίας.
Το 2005 ο Νέστορ Κίρχνερ αποπλήρωσε εφάπαξ το χρέος προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Αντί των ΗΠΑ, σημαντικότεροι σύμμαχοι της χώρας έγιναν λατινοαμερικανικές χώρες με αμιγώς αριστερό πολιτικό προσανατολισμό.
Η οκταετία της Κριστίνα Κίρχνερ
Το 2007 ανέλαβε η σύζυγός του, Κριστίνα. Ο ίδιος απεβίωσε λίγους μήνες μετά. Υπό τη διακυβέρνηση της Κριστίνα Κίρχνερ η χώρα χάραξε κατ’ αρχήν ανοδική πορεία. Η ανεργία άρχισε να μειώνεται, τα κοινωνικά επιδόματα και οι μισθοί αυξήθηκαν.
Για τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα οι συνθήκες διαβίωσης έχουν βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία 12 χρόνια, θα πει ο Μάριο Γκόμεζ, υπάλληλος του δήμου στο Villa 21, μια εργατική συνοικία στα νότια της πρωτεύουσας. «Η κυβέρνηση έσπασε φράγματα και φρόντισε ώστε να εξισωθούν πλούσιοι και φτωχοί. Το χάρισμα της Κριστίνα και ο αγώνας της υπέρ των φτωχών είναι οι λόγοι που στηρίζουμε το κόμμα της», δηλώνει.
Η οικονομική κατάσταση όμως είναι κάθε άλλο παρά σταθερή. Ο πληθωρισμός κινείται στο 25%. Από την εποχή της κρίσης εκκρεμούν ακόμη χρέη προς hedge funds. Και όσο αυτά δεν εξυπηρετούνται, η χώρα δύσκολα μπορεί να τροφοδοτηθεί με φρέσκο χρήμα.
Προκειμένου να προστατευτεί η εγχώρια οικονομία, η χώρα περιόρισε τους εμπορικούς διαύλους με το εξωτερικό. Μέχρι και σήμερα οι επιχειρήσεις πρέπει να παίρνουν ειδική άδεια για τον όγκο των προϊόντων που μπορούν να εισάγουν. Στις δε εξαγωγές επιβάλλεται βαρύτατος φόρος, στη σόγια, για παράδειγμα, ένα 35%.
Ένας «παραλογισμός», σχολιάζει ο Λουίς Μιγκέλ Εχέβερε, από τον αγροτικό σύνδεσμο Sociedad Rural: «Η κατάσταση είναι κακή και αυτό λόγω της πολιτικής της κυβέρνησης. Οι απαγορεύσεις στις εξαγωγές, ο πληθωρισμός και οι εμπορικοί περιορισμοί εκτοξεύουν στα ύψη το κόστος παραγωγής και οδηγούν στο να μην αποφέρει πλέον κέρδη καμία παραγωγή».
Μια διχασμένη χώρα
Στην Αργεντινή δραστηριοποιούνται σήμερα και περί τις 200 γερμανικές επιχειρήσεις. Όπως εξηγεί η Μπάρμπαρα Κένερ, επικεφαλής του εμπορικού επιμελητηρίου Γερμανίας-Αργεντινής, «τα πιο προβληματικά χρόνια ήταν τα τελευταία 3-4, αφότου επιβλήθηκαν οι περιορισμοί στις εισαγωγές τον Ιανουάριο του 2011. Παλαιότερα οι επιχειρήσεις τα πήγαιναν καλά. Εν τέλει όμως οι περισσότερες παρέμειναν στη χώρα καθώς δραστηριοποιούνται στην Αργεντινή εδώ και δεκαετίες. Οι πιθανότητες μιας εκ νέου φιλελευθεροποίησης της αγοράς που θα επιτρέψουν την αξιοποίηση των τεράστιων δυνατοτήτων που προσφέρει η χώρα, αυξάνονται όλο και περισσότερο».
Υποψήφιος του κόμματος της απερχόμενης προέδρου είναι ο μετριοπαθής Ντάνιελ Σκιόλι, ο οποίος έχει καλές πιθανότητες να κερδίσει τις εκλογές. Όσον αφορά την Κίρχνερ, είναι ίσως πολύ νωρίς για να προχωρήσει κανείς σε έναν απολογισμό. Το σίγουρο όμως είναι ότι αφήνει πίσω της μια διχασμένη χώρα.
Πηγή: Deutsche Welle