Χαμηλή απόδοση, υψηλές προσφορές και το 84% της ζήτησης να προέρχεται από το εξωτερικό αποτέλεσαν τα βασικά χαρακτηριστικά της επανέκδοσης του 15ετούς ομολόγου που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη. Χαρακτηριστικά ιδιαίτερα σημαντικά εν μέσω κορονοϊού αλλά και ενόψει των σημερινών ανακοινώσεων από τους οίκους αξιολόγησης Standard & Poor’s και DBRS για την Ελλάδα.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του ΟΔΔΗΧ, η πέμπτη έξοδος στις αγορές για φέτος, από την οποία το δημόσιο άντλησε 2 δισ. ευρώ, είχε ως αποτέλεσμα την εξαιρετικά υψηλή συμμετοχή των θεσμικών επενδυτών καθώς το 91% καλύφθηκε από θεσμικά χαρτοφυλάκια και μόλις το 9% από hedge funds. Οι διαχειριστές κεφαλαίων κατέλαβαν τα 2/3 της προσφοράς, ενώ το υπόλοιπο τράπεζες, αμοιβαία κεφάλαια κινδύνου, ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά ταμεία κ.α. Σχεδόν το 80% προήλθε από την Ευρώπη και το 4% από τις ΗΠΑ. Το 16% της ζήτησης ήταν από την Ελλάδα. Το Ηνωμένο Βασίλειο κάλυψε το μεγαλύτερο κομμάτι της ζήτησης με ποσοστό 32%, ακολουθούν η Γαλλία με 14%, οι Γερμανία – Αυστρία – Ελβετία με 10%, η Ιταλία με 7%
Η απόδοση του διαμορφώθηκε στο 1,152%, ιστορικό χαμηλό όλων των εποχών για το Ελληνικό Δημόσιο. Υπενθυμίζεται ότι η απόδοση του 15ετούς ομολόγου που είχε εκδοθεί το Φεβρουάριο ήταν 1,875%.
Όσον αφορά τις προσφορές, αυτές ξεπέρασαν τα 16,8 δισ. ευρώ. Η αρχική έκδοση του Φεβρουαρίου είχε προσελκύσει προσφορές 18,8 δισ. ευρώ και είχαν αντληθεί 2,5 δισ. ευρώ, με απόδοση όμως υψηλότερη κατά 63% τότε.
Στους σχεδιασμούς του Ελληνικού Δημοσίου είναι μετά τα 12 δισ. ευρώ που αντλήθηκαν φέτος, αντίστοιχο ποσό να αντληθεί και το 2021. Το συνολικό ποσό για τα έτη 2020-2021 θα διαμορφωθεί περίπου στα 24 δισ. ευρώ, αντίστοιχο με τις ονομαστικές τιμές των ομολόγων που μπορεί να αγοράσει η ΕΚΤ μέσω του προγράμματος PEPP.
Ραλλού Αλεξοπούλου