Skip to main content

Ο Β. Αποστολάκης στη «Ν»: Η διαδοχή και η αυτοβελτίωση στις οικογενειακές επιχειρήσεις

Από την έντυπη έκδοση

Στη Σοφία Εμμανουήλ
[email protected]

Η διαδοχή και η διακυβέρνηση είναι τα πιο «καυτά» θέματα στην ατζέντα των οικογενειακών επιχειρήσεων, το 35% των οποίων βρίσκεται σε διαδικασία μετάβασης είτε της ιδιοκτησίας είτε της διοίκησης στην επόμενη γενιά, σύμφωνα με ευρήματα του 8ου Βαρόμετρου της KPMG, που αποκαλύπτει στη «N» ο Βαγγέλης Αποστολάκης, Deputy Senior Partner της KPMG στην Ελλάδα. Το επιχειρηματικό πνεύμα και η ανάγκη δημιουργίας αξίας για την επόμενη γενιά ευνοούν την επένδυση στην καινοτομία από τις οικογενειακές επιχειρήσεις, που είναι αιμοδότης και εργοδότης της ελληνικής οικονομίας, σύμφωνα με τον κ. Αποστολάκη, που αναλύει επίσης την απόφαση της KPMG να επενδύσει στο διαγνωστικό εργαλείο για τις οικογενειακές επιχειρήσεις «Family Business Dynamics Assessment».

Ποια είναι η αγορά των οικογενειακών επιχειρήσεων στην Ελλάδα; Είναι σωστή η εκτίμηση ότι πρόκειται για 8 στις 10 εταιρείες στη χώρα μας;

«Όταν μιλάμε για οικογενειακή επιχείρηση συχνά εννοούμε την επιχείρηση του μπαμπά και της μαμάς – οι λεγόμενες “papa & mama” επιχειρήσεις. Δεν είναι όμως ακριβώς έτσι. Διεθνώς υπάρχουν πολλοί ορισμοί και συγκλίνουμε να δεχθούμε ότι οικογενειακές επιχειρήσεις είναι οι επιχειρήσεις που ανήκουν ή ελέγχονται από μία ή περισσότερες οικογένειες και που μέλη της οικογένειας εργάζονται και διοικούν την επιχείρηση ή συμμετέχουν στο Δ.Σ. Με αυτό τον απλό ορισμό, στην Ελλάδα, αν και δεν έχει μετρηθεί ακριβώς, θα τολμούσα να πω ότι το 8 στις 10 είναι το ελάχιστο. Ενδεχομένως το 9 στις 10 να είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα. Συνεπώς, οι οικογενειακές επιχειρήσεις είναι ο αιμοδότης και ο εργοδότης της ελληνικής οικονομίας και τους αξίζει προσοχή και φροντίδα».

Σε ποιους κλάδους της οικονομίας ηγούνται κατά βάση οικογενειακές επιχειρήσεις και τι εκτιμάτε ότι θα αλλάξει σε αυτό τον χάρτη με την 4η βιομηχανική επανάσταση; 

«Οι οικογενειακές επιχειρήσεις είναι παρούσες σε όλους τους κλάδους. Σε κάποιους κυριαρχούν: ναυτιλία, τουρισμός, εστίαση, εμπόριο, υπηρεσίες υγείας και σε άλλους λιγότερο: τράπεζες (πρόσφατα), ασφαλιστικές, τηλεπικοινωνίες. Οι εξελίξεις στην τεχνολογία και η ψηφιακή εποχή ενδεχομένως να επηρεάσουν τις μικρότερες οικογενειακές επιχειρήσεις, αν αυτές δεν πραγματοποιήσουν τις επενδύσεις και “αλλαγές ταχύτητας” που απαιτεί ο ψηφιακός μετασχηματισμός και η ανάγκη διεθνοποίησης. Στις μεγαλύτερες, όμως, θεωρώ ότι δεν πρέπει να βλέπουμε τον οικογενειακό χαρακτήρα ως τροχοπέδη στην καινοτομία: αντίθετα, υπάρχουν έρευνες που καταδεικνύουν ότι το επιχειρηματικό πνεύμα και η ανάγκη δημιουργίας αξίας για την επόμενη γενιά ευνοούν την επένδυση στην καινοτομία. Μην παραβλέπουμε ότι πάρα πολλές από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις παγκοσμίως είναι οικογενειακές, όπως: Wallmart, BMW, L’Oreal, Samsung, Ford, Ikea, Inditex. Αλλά και στην Ελλάδα: Τιτάν, Βιοχάλκο, Σκλαβενίτης, Μετρό, Παπαδοπούλου, Κρι Κρι και πολλές άλλες είναι εταιρείες με ιστορία, όραμα, αξίες και αντοχή στο χρόνο».

 Μιλάτε ακόμη για ανθεκτικότητα των οικογενειακών επιχειρήσεων ή μήπως οι αλλαγές στο οικονομικό και επιχειρηματικό περιβάλλον σε συνδυασμό με έναν βαθμό αβεβαιότητας που προσθέτει το διεθνές σκηνικό αναδύουν τον κίνδυνο υποβάθμισης αυτού του «δείκτη αντοχής»;

«Η ανθεκτικότητα των οικογενειακών επιχειρήσεων αποδεικνύεται ως ένας “ανθεκτικός” δείκτης. Αυτό επιβεβαιώνεται διαχρονικά στις μελέτες, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης και αβεβαιότητας. Οι κύριοι λόγοι είναι οι αξίες της οικογένειας που επηρεάζουν τις αξίες της επιχείρησης, ο μακροπρόθεσμος ορίζοντας και η δέσμευση των μελών της οικογένειας σε ένα πλάνο που επιθυμεί να διασφαλίσει την παρουσία της οικογένειας στην επιχείρηση από γενιά σε γενιά και η χρηματοδότηση των αναγκών της επιχείρησης από πόρους της οικογένειας σε σημαντικό βαθμό».

Κατά τη γνώμη σας στο τρέχον περιβάλλον αυτός ο «ανθεκτικός» δείκτης, όπως λέτε, μήπως διασφαλίζεται καλύτερα μέσα από συμμαχίες/εξαγορές ή άλλα μοντέλα;

«Αρκετές οικογενειακές επιχειρήσεις περνούν από την έννοια της “οικογενειακής επιχείρησης” στο μοντέλο ή φάση της “επιχειρηματικής οικογένειας”. Δηλαδή σε μια οικογένεια που γνωρίζει να επιχειρεί, να αναπτύσσεται σε πολλούς και ποικίλους τομείς, να διαφοροποιείται και μερικές φορές να καταλήγει σε άλλον χώρο, αντικείμενο ή κλάδο από αυτόν που ξεκίνησε. Σε αυτό το ταξίδι στρατηγικές συμμαχίες, εξαγορές και συγχωνεύσεις είναι συχνό φαινόμενο».

Διαδοχή, διακυβέρνηση, διαχείριση της περιουσίας είναι μεγάλες προκλήσεις για τις οικογενειακές επιχειρήσεις. Πώς τις ιεραρχείτε με βάση τη σπουδαιότητά τους για μακροπρόθεσμη απόδοση και βιωσιμότητα;

«H έννοια της οικογένειας που επιχειρεί απαντάται στα βάθη των αιώνων. Παράδειγμα η Hoshi Ryokan στην Ιαπωνία, που είναι στην 46η γενιά! Όμως μόλις τις τελευταίες δεκαετίες οι προκλήσεις των οικογενειακών επιχειρήσεων μελετώνται συστηματικά ως προς το τι επηρεάζει τη βιωσιμότητα και τη μακροζωία τους και σε τι διαφέρουν από τις μη οικογενειακές. Σημαντική ιδιαιτερότητα είναι η είσοδος της παραμέτρου “οικογένεια” στο οικοσύστημα λειτουργίας των επιχειρήσεων, που προσθέτει πολυπλοκότητα. Για παράδειγμα, ο πιο σύνθετος ρόλος που μπορεί να έχει ένα μέλος της οικογένειας είναι να είναι μέτοχος (ιδιοκτησία), να εργάζεται και να είναι στη διοίκηση της επιχείρησης. Οι προκλήσεις εξ αυτής της αυξημένης πολυπλοκότητας είναι πολλές: διαδοχή, νεποτισμός, απροθυμία μεταβίβασης ιδιοκτησίας, αποστασιοποίηση επόμενης γενιάς, προετοιμασία της επόμενης γενιάς, απόκλιση απόψεων, οικογενειακές συγκρούσεις και συγκρούσεις γενεών, εργασία και αμοιβή μελών της οικογένειας, χειρισμός εξ αγχιστείας συγγενών κ.ά. Αυτά όμως που φαίνεται να απασχολούν περισσότερο τις οικογενειακές επιχειρήσεις αυτή την περίοδο είναι η διαδοχή, η διακυβέρνηση, αλλά και η ανάπτυξη (και εκτός συνόρων), η καινοτομία και η πρόσβαση σε χρηματοδότηση. Αυτές οι περιοχές επιβεβαιώνονται και από το 8ο Ευρωπαϊκό Βαρόμετρο οικογενειακών επιχειρήσεων που διενεργεί η KPMG με το Family Business Network και στο οποίο συμμετέχουν και αρκετές ελληνικές οικογενειακές επιχειρήσεις, τα αποτελέσματα του οποίου θα ανακοινωθούν σύντομα. Μπορώ όμως να σας πω, ως ένα άτυπο pre-release, ότι το 35% των επιχειρήσεων που απάντησαν βρίσκεται σε διαδικασία μετάβασης είτε της ιδιοκτησίας είτε της διοίκησης στην επόμενη γενιά, επίσης 1 στις 5 θεωρούν κρίσιμο για την ευημερία και την αρμονία το να υπάρχουν διαδικασίες για τη διαδοχή, τη διακυβέρνηση και την προετοιμασία της επόμενης γενιάς…».

Πρόσφατα η KPMG λάνσαρε μια πλατφόρμα όπου αυτές οι προκλήσεις γίνονται εργαλείο αυτοβελτίωσης. Πώς φτάσατε στην ανάπτυξη αυτού του συστήματος;

«Όντως, η ΚPMG, μέσω του κέντρου αριστείας στο Λονδίνο, ταυτόχρονα σε όλο τον κόσμο, λάνσαρε αυτό το εργαλείο όπου οι οικογενειακές επιχειρήσεις έχουν τη δυνατότητα, εντελώς δωρεάν και χωρίς καμία δέσμευση ή υποχρέωση να “αυτοαξιολογηθούν” απαντώντας σε μια σειρά από ερωτήσεις που αφορούν, μεταξύ άλλων, τη διαδοχή, τη διακυβέρνηση και τον τρόπο λήψης αποφάσεων, την ανάπτυξη, στους κινδύνους και τα ρίσκα και πώς τα αντιμετωπίζουν. Οι ερωτήσεις απαντώνται σε δύο διαστάσεις: πόσο σημαντικό θεωρείται ότι είναι αυτό για εσάς και σε τι βαθμό το έχετε ήδη αντιμετωπίσει. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι μπορούν πολλά μέλη της οικογένειας να απαντήσουν κι έτσι να δούμε συγκλίσεις και αποκλίσεις απόψεων για το ίδιο θέμα τόσο ως προς τη σημαντικότητα όσο και ως προς την υλοποίηση. Οι συμμετέχοντες λαμβάνουν ομαδοποιημένη αναφορά και σύγκριση με παγκόσμιο και εθνικό δείγμα ομοειδών επιχειρήσεων».

Στην πράξη συντάσσεται έκθεση αναφοράς (;) και ποια είναι η πρότασή σας ως προς τη χρήση του εργαλείου για την επίλυση προβλημάτων και την ανάπτυξη κουλτούρας συνεργασίας στην εταιρεία; 

«Έχουμε δώσει ιδιαίτερη έμφαση στο να είναι εύχρηστο, φιλικό προς τον χρήστη με ξεκάθαρες οδηγίες σε κάθε βήμα. Είναι on line και φυσικά, εμπιστευτικό. Αμέσως μόλις συμπληρωθεί το ερωτηματολόγιο, ο κάθε συμμετέχων λαμβάνει έκθεση με τις δικές του απόψεις αναλυτικά και συγκρίσεις με τα στοιχεία της βάσης που έχουμε στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Το εργαλείο χρησιμοποιείται αρχικά για να εντοπίσει και να συνειδητοποιήσουν τα μέλη της οικογένειας τα σημαντικά γι’ αυτά ζητήματα, να ξεκινήσουν έναν διάλογο για το πώς και με ποιες προτεραιότητες θα πρέπει να τα διαχειριστούν».