Γιατί κάνουμε συνήθως φυσικοθεραπεία; Για τη σημαντική βοήθεια που αυτή μπορεί να μας προσφέρει σε περιπτώσεις μυοσκελετικών πόνων (στον αυχένα, στον καρπό, στον ώμο, στη μέση, στο γόνατο, κ.λπ.), μετά από επεμβάσεις στις οποίες υποβληθήκαμε ή γιατί χρειάστηκε να ακολουθήσουμε συντηρητική θεραπεία αντί για επέμβαση, για να επουλωθεί γρηγορότερα ένα τραύμα.
«Και κάνουμε πολύ καλά», τονίζει η κα Ελένη Κανελλοπούλου Φυσικοθεραπεύτρια MSc, Certified Lymphedema Therapist, Προϊσταμένη του Τμήματος Φυσικοθεραπείας του Metropolitan Hospital, «γιατί η φυσικοθεραπεία συνεργάζεται με όλες σχεδόν τις ιατρικές ειδικότητες αλλά και ανεξάρτητα από αυτές κάποιες φορές, με στόχο πάντα την ανακούφιση, τη βελτίωση των συμπτωμάτων και την καλύτερη δυνατή θεραπεία. Ωστόσο, οι δυνατότητές της δεν σταματούν στα παραπάνω πεδία ούτε αφορούν μόνο στην αποκατάσταση ή την αποθεραπεία. Αφορούν και στην πρόληψη, όπως η φυσικοθεραπεία για την πρόληψη των πτώσεων στους ηλικιωμένους αλλά και στη διαχείριση χρονίων καταστάσεων, όπως για τον έλεγχο της ακράτειας ή διαφόρων νευρολογικών παθήσεων (νόσος του Parkinson, σκλήρυνση κατά πλάκας, κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, ημιπληγίες). Αφορούν και στο καρδιοαναπνευστικό σύστημα κατά τη διάρκεια ή και μετά από λοιμώξεις όπως η γρίπη ή η COVID-19, αφορούν και στο καρδιαγγειακό όπως η φυσικοθεραπεία μετά από εγχειρήσεις καρδιάς ή εμφράγματα, και φυσικά αφορούν και στο λεμφικό σύστημα για τη διαχείριση του λεμφοιδήματος και άλλων οιδημάτων.
Εν ολίγοις αφορούν σε όλο το σώμα μας και επανορθωτικά και προληπτικά και πρέπει να μας γίνει συνήθεια, εάν θέλουμε να ανανήψουμε, να ανακουφιστούμε, να θεραπευτούμε όσο το δυνατόν πιο σύντομα και πιο ανώδυνα ή να βοηθήσουμε αγαπητά μας άτομα να κάνουν το ίδιο».
Φυσικοθεραπεία & πρόληψη πτώσεων
Η φυσικοθεραπεία για την πρόληψη των πτώσεων απευθύνεται κυρίως άτομα που βρίσκονται στην τρίτη ηλικία με ομαδικά και ατομικά προγράμματα που έχουν ως στόχο την πρόληψη των πτώσεων, τη βελτίωση της ισορροπίας, τη μείωση του φόβου της πτώσης και την αύξηση της αυτοπεποίθησης στην προσπάθεια για έναν υγιή τρόπο ζωής. Είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική, καθώς έχει αποδειχθεί ότι: τα ομαδικά προγράμματα άσκησης που παρέχονται και καθοδηγούνται από ειδικευμένους φυσιοθεραπευτές μειώνουν τις πτώσεις κατά 29% και τον κίνδυνο των πτώσεων κατά 15% και τα αντίστοιχα ατομικά προγράμματα μειώνουν τις πτώσεις κατά 32% και τον κίνδυνο πτώσης κατά 22%.
«Επιπλέον αυτών», επισημαίνει η ειδικός, «η φυσικοθεραπεία βοηθά και στη διαχείριση της πτώσης, καθώς «διδάσκει» στα άτομα που υποβάλλονται σε αυτήν πώς να σηκωθούν από το έδαφος με ασφάλεια εάν δεν έχουν τραυματιστεί απ’ την πτώση ή πώς να αποφύγουν τις συνέπειες της παραμονής τους στο πάτωμα, εφόσον δεν μπορούν να σηκωθούν μετά από την πτώση».
Φυσικοθεραπεία και ακράτεια
Ο ρόλος της σύγχρονης φυσικοθεραπείας για την ακράτεια είναι ιδιαιτέρως σημαντικός, αποτελεί την πρώτη μορφή φυσικής αποκατάστασης και έρχεται να βελτιώσει καταλυτικά την ποιότητα ζωής των ασθενών.
Η φυσικοθεραπεία για την ακράτεια λειτουργεί με δύο τρόπους:
- Προληπτικά: Με αντιμετώπιση της ενδεχόμενης ακράτειας σε περιπτώσεις επικείμενου χειρουργείου για προστατεκτομή, υστερεκτομή, ιεροκολποπηξία κ.ά., κατά την εγκυμοσύνη και σε περιπτώσεις πρόπτωσης ενδοπυελικών οργάνων.
- Θεραπευτικά: Έναντι των συμπτωμάτων ακράτειας μετά από εγκυμοσύνη, από χειρουργικές επεμβάσεις, από νευρολογικές παθήσεις, από φαρμακευτική αγωγή, κακοήθειες, ουρολοιμώξεις, τραυματισμούς, ακτινοθεραπεία, διαβήτη κτλ.
Φυσικοθεραπεία και νευρολογικές παθήσεις
Σκλήρυνση κατά πλάκας, νόσος του Parkinson, εγκεφαλικά επεισόδια, μυοπάθειες, πολυνευροπάθειες, κακώσεις του νωτιαίου µυελού είναι οι πιο συνηθισμένες (αλλά όχι οι μόνες) από τις νευρολογικές παθήσεις που χρειάζονται τη βοήθεια της φυσικοθεραπείας.
«Σε όλες τις νευρολογικές παθήσεις η αποκατάσταση της νευρικής λειτουργίας είναι ζωτικής σημασίας ενώ η φυσικοθεραπεία είναι ο ακρογωνιαίος λίθος αυτής της αποκατάστασης καθώς έχει αναπτύξει ειδικές μεθόδους για την αντιμετώπισή τους. Η νευρολογική φυσικοθεραπεία έχει ως στόχο την ενίσχυση της διαδικασίας ανάκτησης της κίνησης και της λειτουργίας για ασθενείς µε τραυματισμό/ασθένεια του κεντρικού ή του περιφερικού νευρικού συστήματος», εξηγεί.
Φυσικοθεραπεία και COVID-19
Η αναπνευστική φυσικοθεραπεία φαίνεται ότι συμβάλλει στη θεραπεία του αναπνευστικού συστήματος και στην αποκατάσταση των ασθενών με COVID-19, γι’ αυτό και συνιστάται όταν:
- Οι ασθενείς με COVID-19 παρουσιάζουν άφθονες εκκρίσεις που δεν μπορούν να τις διαχειριστούν από μόνοι τους.
- Υπάρχει συννοσηρότητα όπως νευρομυϊκή πάθηση, αναπνευστική πάθηση, κυστική ίνωση, η οποία σχετίζεται με άφθονες εκκρίσεις ή μη αποτελεσματικό βήχα.
- Ασθενείς ύποπτοι ή επιβεβαιωμένοι για COVID-19 μπορεί να αναπτύξουν δευτερογενή βακτηριακή λοίμωξη στους πνεύμονες, υπερέκκριση των βλεννογόνων ή/και δυσκολία στην παροχέτευση των βρογχικών εκκρίσεων.
Επιπλέον, η φυσικοθεραπεία με την παροχή παρεμβάσεων κινητοποίησης, άσκησης και αποκατάστασης συνεισφέρει στην καλύτερη θεραπεία ασθενών με συννοσηρότητα ή/και έκπτωση της λειτουργικότητας και μυϊκή αδυναμία που προέκυψαν κατά τη νοσηλεία τους σε Μ.Ε.Θ.
Φυσικοθεραπεία και καρδιά
«Η καρδιαγγειακή αποκατάσταση με τη βοήθεια της φυσικοθεραπείας είναι απαραίτητη μετά από καρδιακή προσβολή, αγγειοπλαστική, εγχείρηση καρδιάς, αλλά και για ανθρώπους με καρδιακή ανεπάρκεια. Είναι τόσο σημαντική η συνεισφορά της που, στις περισσότερες περιπτώσεις ξεκινά την επομένη της επέμβασης. «Η καρδιοαναπνευστική αποκατάσταση έχει σχεδιαστεί για να αντιμετωπίσει τις ενδεχόμενες αναπνευστικές δυσλειτουργίες λόγω της αναισθησίας αλλά και να βοηθήσει στη βελτίωση της δραστηριότητας και της καρδιαγγειακής υγείας. Περιλαμβάνει την παροχή ειδικών ασκήσεων που πρέπει να ακολουθεί ο ασθενής, την εκπαίδευσή του στις ασκήσεις αυτές υπό την επίβλεψη της θεραπευτικής ομάδας όσο ο ασθενής νοσηλεύεται και τη συνέχιση του προγράμματος αποκατάστασης κατ’ οίκον» αναφέρει η κα Κανελλοπούλου.
Φυσικοθεραπεία και λεμφοίδημα
Το λεμφοίδημα είναι μια παθολογική κατάσταση κατά την οποία το λεμφικό σύστημα (τα λεμφαγγεία ή/και οι λεμφαδένες) δεν λειτουργεί αποτελεσματικά, λόγω βλάβης στη δομή του είτε επίκτητη είτε εκ γενετής, με αποτέλεσμα την ανεπαρκή απομάκρυνση του λεμφικού φορτίου και τη συσσώρευσή του στον μεσοκυττάριο χώρο και κατά συνέπεια τη διόγκωση (πρήξιμο) της περιοχής.
«Πρακτικά όλοι κάποια στιγμή στη ζωή μας έχουμε εμφανίσει ένα τέτοιο «πρήξιμο» που οφείλεται σε κάποια ανεπάρκεια του λεμφικού μας συστήματος. Ένα υγιές λεμφικό σύστημα όμως σε λίγες μέρες ανατρέπει αυτή την κατάσταση αποκαθιστώντας την κανονικότητα στο σώμα μας χωρίς κάποια παρέμβαση. Όταν δεν συμβαίνει αυτό και το οίδημα παραμένει για διάστημα πάνω από 3-6 μήνες τότε μπορούμε να μιλάμε για παθολογικό χρόνιο λεμφοίδημα.
Όσον αφορά στην πρώτη περίπτωση (ένα ιστικό οίδημα που μπορεί π.χ. να είναι μετατραυματικό ή μετεγχειρητικό), ναι μεν κάποια στιγμή θα εξαφανιστεί από μόνο του, αλλά η ειδική φυσικοθεραπεία για λεμφοίδημα θα το απομακρύνει πολύ πιο γρήγορα, ενώ ταυτόχρονα θα επιταχύνει τη διαδικασία αποκατάστασης ανακουφίζοντας από το πρήξιμο και τον πόνο.
Το λεμφοίδημα όμως απαιτεί θεραπεία πλήρους παροχέτευσης η οποία λέγεται ολοκληρωμένη αποσυμφορητική θεραπεία και συμπεριλαμβάνει την δια χειρός λεμφική παροχέτευση που ολοκληρώνεται σε 10-12 συνεδρίες, την εφαρμογή περίδεσης πολλαπλών στρωμάτων με τη χρήση ειδικών συμπιεστικών επιδέσμων, τη φροντίδα του δέρματος, την κατάλληλη άσκηση και στη συνέχεια τη χρήση ενδύματος διαβαθμισμένης συμπίεσης προσαρμοσμένου σε κάθε ασθενή.
Παλιότερα, τα περιστατικά λεμφοιδήματος ανιχνεύονταν σπάνια, εδώ και μερικές δεκαετίες όμως η αύξηση των νεοπλασιών με την ταυτόχρονη ανάπτυξη καινοτόμων θεραπειών για τη διαχείρισή τους και η προκαλούμενη κάποιων εξ’ αυτών ανεπάρκεια του λεμφικού συστήματος έχουν αυξήσει τα περιστατικά λεμφοιδήματος, καθιστώντας επιτακτική την αντιμετώπισή τους, η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο από ειδικευμένους σε αυτό φυσικοθεραπευτές», καταλήγει η κα Κανελλοπούλου «όπως γίνεται στο Metropolitan Hospital, το οποίο διαθέτει ξεχωριστό τμήμα φυσικοθεραπείας στελεχωμένο από πιστοποιημένους φυσικοθεραπευτές και εκπαιδευμένους τόσο στη συνεργασία με τους θεράποντες ιατρούς όσο και με τους ασθενείς».