© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Ένα από τα πλέον συζητημένα θεατρικά έργα των τελευταίων ετών, η «Αμφιβολία» του John Patrick Shanley, παίζεται στο Θέατρο Δημήτρης Χορν, σε σκηνοθεσία Γιώργου Παπαγεωργίου [Αμερικής 10, Σύνταγμα].
Η αδελφή Αλοΐσιους κατηγορεί τον πατέρα Φλυν για σεξουαλική παρενόχληση προς έναν 12χρονο, μαύρο μαθητή στο καθολικό σχολείο που διευθύνει η ίδια. Ο πατέρας Φλυν υπερασπίζεται τον εαυτό του και τις πράξεις του. Κι αν κάποια στιγμή αποδειχθεί ότι η κρίση της δεν είναι σωστή; Κι αν όλα όσα πίστευε μέχρι σήμερα, αποδειχθούν ψεύτικα;
Τον πατέρα Φλυν ερμηνεύει ο Νικόλας Χανακούλας· μιλήσαμε μαζί του.
Να ξεκινήσουμε με λίγα λόγια σας για το έργο;
«Η “Αμφιβολία” είναι ένα έργο του John Patrick Shanley, που πιάνει το ζήτημα της ηθικής και των ερωτημάτων που προκύπτουν όταν δεν υπάρχουν ξεκάθαρες απαντήσεις – τις λεγόμενες γκρίζες περιοχές. Η ιστορία εκτυλίσσεται σε ένα καθολικό σχολείο και περιστρέφεται γύρω από τη σύγκρουση μεταξύ μιας αυστηρής καλόγριας και ενός χαρισματικού ιερέα, όταν εκείνη τον υποψιάζεται για ανάρμοστη συμπεριφορά απέναντι σε έναν μαθητή. Το έργο είναι γεμάτο ένταση, αφήνοντας, τελικά, το κοινό να αναρωτιέται, τι είναι αλήθεια και τι όχι».
Σκέψεις, συναισθήματα από την πρώτη επαφή σας με το κείμενο του Shanley; Και, τι είναι αυτό που, πρωτίστως, σας προσέλκυσε στο συγκεκριμένο έργο;
«Όταν διάβασα για πρώτη φορά το κείμενο, ένιωσα ότι είχα μπροστά μου κάτι περισσότερο από ένα θεατρικό έργο – μια παραβολή για την ανθρώπινη φύση, όπως είναι και ο υπότιτλός του έργου, για το τι είναι αλήθεια, αλλά και πόσο υποκειμενική είναι στα μάτια των ανθρώπων. Πρόκειται για ένα κείμενο καθρέφτη. Ό,τι βλέπει ο καθένας εκεί, εξαρτάται από το ποιος είναι και τι φέρνει μαζί του στη θεατρική αίθουσα. Και, ίσως, αυτή η πολυπλοκότητα, αυτή η δυνατότητα να βιώνεται διαφορετικά από κάθε θεατή, είναι που κάνει την εμπειρία της παρακολούθησης τόσο προσωπική. Πρέπει να πω ότι έχουμε ακούσει πολύ ακραίες ερμηνείες από τους θεατές…»
Μέσα από ποια στοιχεία της μας αφορά μια ιστορία, που μας μεταφέρει σε ένα καθολικό σχολείο του Μπρονξ, το 1964;
«Παρότι βρισκόμαστε στην Αθήνα του 2025, οι περιπτώσεις και οι υποψίες σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων παραμένουν ένα επίκαιρο θέμα που δεν γνωρίζει εποχές ή θρησκευτικές κοινότητες. Η ιστορία του καθολικού σχολείου μετατρέπεται σε μια αλληγορία για την κατάχρηση εξουσίας σε κάθε κοινωνία. Με φόντο τη σύγχρονη πραγματικότητα, όπου είμαστε περισσότερο ευαισθητοποιημένοι και ενημερωμένοι για παρόμοια φαινόμενα, το έργο μάς υπενθυμίζει το χρέος μας να είμαστε σε εγρήγορση και να αναζητούμε την αλήθεια χωρίς φόβο».
Ερμηνεύετε τον πατέρα Φλυν· μιλήστε μας για αυτόν.
«Ο πατέρας Φλυν είναι ένας χαρισματικός ιερέας, που φαίνεται να επιθυμεί να φέρει μια πιο σύγχρονη προσέγγιση μέσα στο σχολείο. Σε αντίθεση με την αυστηρότητα της αδελφής Αλοΐσιους, εκείνος προσπαθεί να συνδεθεί με τους μαθητές, να τους προσεγγίσει με ζεστασιά, κατανόηση και ενσυναίσθηση. Ωστόσο, αυτός ο τρόπος, τον φέρνει αντιμέτωπο με τη δυσπιστία, την κριτική από τους συναδέλφους του, καθώς υπονοούν πως, ίσως, έχει εμπλακεί σε μια ανάρμοστη σχέση με έναν μαθητή. Παρότι γνωρίζουμε ότι διαχρονικά τα φωτεινά πνεύματα μπαίνουν στο στόχαστρο της μάζας λόγω της προοδευτικότητάς τους και θα μπορούσα να τον υπερασπιστώ με όλη μου την ψυχή, εδώ τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ο ευφυής συγγραφέας προσδίδει στον ρόλο και χαρακτηριστικά ναρκισιστικά, εξουσιαστικά, πατριαρχικά, δίνοντας πάτημα έτσι σε αυτούς που θέλουν -με σύγχρονους όρους- να ακυρώσουν τον χαρακτήρα. Εγώ καλούμαι να βρω την ισορροπία ανάμεσα σε ένα φιλικό, προοδευτικό προφίλ και στο σκοτεινό πέπλο που τον περιβάλει και αφήνει το περιθώριο για οποιαδήποτε παρέκκλιση. Αυτή η ασάφεια είναι που κάνει τον ρόλο τόσο προκλητικό. Είναι ένας άνθρωπος-μυστήριο, με κίνητρα που μπορεί να ερμηνευτούν διαφορετικά από τον καθένα, ακριβώς επειδή η αλήθεια παραμένει θολή».
Που εστίασε η σκηνοθετική ματιά του Γιώργου Παπαγεωργίου;
«Ο Γιώργος έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στη δημιουργία μιας ατμόσφαιρας που να ενισχύει το στοιχείο της αμφιβολίας. Καθώς οι θεατές παρακολουθούν την εξέλιξη της ιστορίας, ο τρόπος με τον οποίο οι σκηνικές αλλαγές, ο φωτισμός και η μουσική εναλλάσσονται, κορυφώνει την αίσθηση ανασφάλειας και αβεβαιότητας. Έτσι, το κοινό γίνεται μάρτυρας ενός ψυχολογικού “θρίλερ”, αφήνοντας την αμφιβολία να “σέρνεται” ακόμα και ανάμεσα στις φαινομενικά σίγουρες βεβαιότητες των χαρακτήρων. Με αυτόν τον τρόπο, η παράσταση κρατάει το κοινό διαρκώς σε μια εγρήγορση».
Θα μας αποκαλύψετε αν πιστεύετε στην αθωότητα του ήρωα που υποδύεστε ή αμφιβάλλετε για αυτήν; Και, σε κάθε περίπτωση, η δική σας άποψη, πιστεύετε ότι αντανακλά στην ερμηνεία του ρόλου;
«Θα σας αποκαλύψω κάτι πρακτικό σχετικά με την ερμηνεία του ρόλου. Υπάρχουν στην παράσταση πέντε σημεία που, ως ηθοποιός, κρατώ μέσα μου και τις δύο εκδοχές. Σε κάθε παράσταση επιλέγω να χρησιμοποιήσω την αθώα ή την ένοχη εκδοχή, πάντα όμως σε μια αναλογία που θα συσκοτίζει το σήμα που παίρνει ο θεατής. Κάθε παράσταση, λοιπόν, είναι ένας διαφορετικός συνδυασμός επιλογών, μια διαφορετική ψυχική διαδρομή. Με λίγα λόγια, η δική μου απόφαση για τον ήρωα δεν είναι στατική· είναι μια ρευστή κατάσταση που έχει μεν ρίσκο, αλλά δημιουργεί χώρο για διαφορετικές αναγνώσεις. Η τελική κρίση μένει στους θεατές…»
Θα επιλέξετε να μας πείτε λίγα λόγια από τον ρόλο σας; Όποια σας έρθουν πρώτα στον νου;
«“Το θέμα είναι καθαρά ψυχολογικό και ο εχθρός είναι ένας, η σκέψη σας…Όταν σκέφτεστε, σταματάτε να αναπνέετε…”»
Γονείς και εκπαιδευτικοί· έχουν, πιστεύετε, έναν λόγο παραπάνω να δουν την παράσταση;
«Κρατάω τα λόγια ενός ζευγαριού ιδιοκτητών ιδιωτικού σχολείου, που μου είπαν χαρακτηριστικά: “είμαστε συγκλονισμένοι με την ιστορία. Για μας είναι καθημερινή πάλη το τι θα πούμε σε ένα παιδί, τι θα πούμε σε έναν γονιό, τι πρέπει να κρατήσουμε κρυφό και τι όχι, πώς να σταθούμε στα γεγονότα· πραγματικά, έχουμε τεράστια ευθύνη. Κάθε εκπαιδευτικός πρέπει να δει αυτή την παράσταση, θα ταυτιστεί απόλυτα”.
Μέσα από τη συγκεκριμένη ιστορία, ένας γονιός ή ένας εκπαιδευτικός μπορεί να δει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ήρωες και να αναρωτηθεί: “Πώς θα αντιδρούσα στη θέση τους; Τι θα έκανα αν βρισκόμουν αντιμέτωπος με μια υποψία σεξουαλικής παρενόχλησης;” Αυτά είναι ερωτήματα που δεν απαντώνται εύκολα, αλλά ακριβώς γι’ αυτό καθιστούν την παράσταση πολύτιμη· ανοίγει συζητήσεις για θέματα που συχνά θεωρούμε ταμπού ή πιστεύουμε ότι “δεν συμβαίνουν σ’ εμάς”».
Ένα σχόλιό σας για τα -πέραν πάσης αμφιβολίας- λαϊκά δικαστήρια που, συχνά, στήνονται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης;
«Λείπει ο χρόνος της ενδελεχούς σκέψης και του διαλόγου που θα μας επέτρεπε να αξιολογήσουμε όσα ακούμε ή βλέπουμε. Έτσι, οι χρήστες των social, τελικά, αποκομίζουν μια εντύπωση για τα πράγματα· επί της ουσίας, πρόκειται για μια συγκυρία της στιγμής σε συνδυασμό με την ορμή του πλήθους. Η διαδικτυακή “δικαιοσύνη” σπάνια αφήνει χώρο στη σύνθετη πλευρά της ζωής -τις αποχρώσεις, τα αποδεικτικά στοιχεία, τη δυνατότητα υπεράσπισης και το τεκμήριο της αθωότητας. Κι εκεί, δυστυχώς, κινδυνεύουμε να χάσουμε τα βασικά: την πραγματική, νηφάλια και δίκαιη επίλυση μιας υπόθεσης.
Η “κουλτούρα της ακύρωσης” και το κίνημα woke δεν είναι η αιτία της κρίσης, αλλά η συνέπεια μιας βαθύτερης διαδικασίας “αποπολιτισμού”, όπως πολύ σωστά διατυπώνει ο Ολιβιέ Ρουά. Η απώλεια κοινών αξιών έχει οδηγήσει στην ανάγκη επιβολής τους μέσω αυταρχικών κανόνων και κανονιστικών πλαισίων, είτε από την προοδευτική είτε από τη συντηρητική πλευρά. Οι προοδευτικοί με την αυστηρή επιβολή πολιτικά ορθών πρακτικών -όπως οι καμπάνιες για τη συμπερίληψη, και οι συντηρητικοί με νομοθεσίες που περιορίζουν δικαιώματα -όπως για παράδειγμα η απαγόρευση των εκτρώσεων. Αυτό υποδεικνύει μια γενική κρίση του διαλόγου και της πολιτισμικής συναίνεσης».
«…Μπορεί να αποζητάτε τη σιγουριά. Περιφρονήστε αυτή σας την τάση. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε μες στην αβεβαιότητα, την ακέραιη και ολοκληρωτική ασάφεια….», υποστηρίζει ο συγγραφέας. Κάποιο σχόλιό σας;
«Οι περισσότεροι από εμάς λαχταράμε τη βεβαιότητα -είτε στις σχέσεις, στη δουλειά, στην πίστη ή γενικά στη ζωή μας. Ίσως στην εποχή που ζούμε, και ακόμη περισσότερο σε αυτή που έρχεται, πρέπει να αγκαλιάσουμε το αβέβαιο αντί να το αποφεύγουμε. Δεν είναι εύκολα πράγματα αυτά, φυσικά: η αβεβαιότητα μας τρομάζει, γιατί μας στερεί την αίσθηση του ελέγχου. Όμως, δεν είναι η βεβαιότητα που μας εξελίσσει, αλλά η ικανότητά μας να αμφισβητούμε και να παραμένουμε ανοιχτοί στη δυνατότητα. Είναι ένα μήνυμα που ξεπερνά κατά πολύ το πλαίσιο του θεάτρου και αγγίζει τον τρόπο που ζούμε και αλληλεπιδρούμε στην καθημερινότητα».
Θα μοιραστείτε μαζί μας κάποια δική σας αμφιβολία;
«Μήπως, ακόμα κι όταν δηλώνω ότι είμαι ανοιχτός σε νέες ιδέες, βαθιά μέσα μου έχω ήδη κλειδώσει σε μια συγκεκριμένη “αλήθεια” και χάνω την ευκαιρία να μάθω καινούργιο».
Και μια βεβαιότητά σας;
«Το αίσθημα ζεστασιάς και καθαρότητας που προκαλεί η αγάπη».
Ταυτότητα παράστασης
«Αμφιβολία» του John Patrick Shanley
Μετάφραση : Αντώνης Γαλέος
Σκηνοθεσία : Γιώργος Παπαγεωργίου
Δραματουργική Επεξεργασία: Βασίλης Μαγουλιώτης
Σκηνικά-Κοστούμια : Αλέγια Παπαγεωργίου
Φωτισμοί : Σάκης Μπιρμπίλης
Μουσική : Βαγγέλης Τούντας
Βοηθός Σκηνοθέτη : Μαριτίνα Κουτσοχιώνη
Βοηθός ενδυματολόγου: Νικολέττα Αναστασιάδου
Φωτογραφίες παράστασης-trailer : Χρήστος Συμεωνίδης
Διεύθυνση Επικοινωνίας: Ελίνα Λαζαρίδου
Τμήμα Επικοινωνίας: Ειρήνη Τσίκα
Social Media: Μαργαρίτα Μαρμαρά
Παραγωγή : Αθηναϊκά Θέατρα – Apparat Athen
Παίζουν :
Φιλαρέτη Κομνηνού, Νικόλας Χανακούλας, Χριστίνα Χριστοδούλου, Ξένια Ντάνια