Skip to main content

Μάριος Κακουλλής: «…ανατομία του ανθρώπινου φόβου, της ενοχής και της ανάγκης για ελευθερία»

Ο ανερχόμενος σκηνοθέτης Μάριος Κακουλλής με αφορμή το διήγημα Φόβος του Στέφαν Τσβάιχ δημιουργεί με την ομάδα του μια σύνθεση πάνω στην απιστία, με την Κατερίνα Παπουτσάκη και τον Γιάννη Παπαδόπουλο επί σκηνής

© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη

Ο σκηνοθέτης Μάριος Κακουλλής, με αφορμή το διήγημα «Φόβος» του Στέφαν Τσβάιχ,  στήνει με την ομάδα του, κάθε Σάββατο στις 9 μ.μ. και Κυριακή στις 8 μ.μ., στο Θέατρο του Νέου Κόσμου – Κάτω Χώρος, μια σύνθεση πάνω στην απιστία, με την Κατερίνα Παπουτσάκη και τον Γιάννη Παπαδόπουλο επί σκηνής [Αντισθένους 7 και Θαρύπου, Αθήνα].

Στον «Φόβο», ο Τσβάιχ, με κύρια στοιχεία τη ρεαλιστική ψυχολογική περιγραφή, τη διεισδυτική κοινωνική ανάλυση και την αμείωτη δραματική ένταση, παρατηρεί τον φόβο ως ατομικό αλλά και κοινωνικό βίωμα, ανατέμνοντας υποδειγματικά τις διαβαθμίσεις του και τις ψυχικές και σωματικές επιπτώσεις του πάνω στον άνθρωπο.

Ο ανερχόμενος σκηνοθέτης  μίλησε μαζί μας.

Τι σας γοήτευσε στο διήγημα του Τσβάιχ και αποφασίσατε να το μεταφέρετε επί σκηνής; Ποια στοιχεία του έργου θελήσατε να αναδείξετε;

«Αυτό που με γοήτευσε, αρχικά, στο διήγημα του Τσβάιχ ήταν η βαθιά ανθρώπινη ματιά του, αλλά και το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο που διατρέχει την ιστορία. Ο Τσβάιχ γράφει σε μια εποχή που η Ευρώπη βράζει από ένταση, φόβο και αβεβαιότητα -συνθήκες που, δυστυχώς, μοιάζουν τρομακτικά επίκαιρες ακόμα και σήμερα. Η πίεση της κοινωνίας, ο έλεγχος της ηθικής, η θέση της γυναίκας σε ένα περιβάλλον περιορισμών -όλα αυτά είναι θέματα που ένιωσα ότι μπορούσαν να μιλήσουν κατευθείαν στο σήμερα.

Παράλληλα, γράψαμε ένα νέο κείμενο, δικό μας, με την καθοδήγηση του Αντώνη Γαλέου, που είναι και ο δραματουργός της παράστασης. Μέσα από τη διαδικασία αυτή, η ιστορία απέκτησε νέες διαστάσεις. Πίσω από την απιστία -που αρχικά φαίνεται να είναι το κεντρικό θέμα- ξετυλίχθηκαν πολλά διαφορετικά στρώματα, όπως ο φόβος της κοινωνικής κατακραυγής, η ενοχή, η καταπίεση της γυναικείας φύσης και η αναζήτηση της ταυτότητας.

Όλα αυτά αναπτύχθηκαν σταδιακά, μέσα από τις πρόβες, καθώς προσπαθούσαμε να εξερευνήσουμε όχι μόνο τη φαινομενική πλοκή, αλλά και ό,τι βρίσκεται πίσω από αυτήν. Έτσι, η παράσταση εξελίχθηκε σε κάτι πολύ περισσότερο από μια ιστορία απιστίας· έγινε μια ανατομία του ανθρώπινου φόβου, της ενοχής και της ανάγκης για ελευθερία».

Πώς μεταφέρονται όλα αυτά τα περιεχόμενα επί σκηνής;

«Ο Λουκάς Μπάκας σχεδίασε το σκηνικό της παράστασης που είναι από μόνο του μια ιδιαίτερη πρόκληση και μια βαθιά συμβολική επιλογή. Πρόκειται για μια τομή ενός σπιτιού -σαν να βλέπει ο θεατής μόνο ένα κομμάτι του, μέσα από ένα παράθυρο. Αυτή η περιορισμένη ορατότητα είναι σκόπιμη: θέλουμε να δημιουργήσουμε την αίσθηση ότι παρακολουθεί κανείς μια ζωή μέσα από έναν μικρό φακό, μια λεπτή χαραμάδα. Αυτό ενισχύει την κλειστοφοβική αίσθηση της ιστορίας, αλλά, ταυτόχρονα, προσκαλεί το κοινό να συμπληρώσει τα “κενά” με τη δική του φαντασία.

Επιπλέον, στην παράσταση υπάρχει live κάμερα, η οποία λειτουργεί σαν ένα μάτι που εισχωρεί σε ό,τι κρύβεται πίσω από τις γωνίες και τις κλειστές πόρτες. Μέσα από την κάμερα, αποκαλύπτονται στιγμές που ο θεατής δεν μπορεί να δει απευθείας: οι πιο μύχιες σκέψεις της ηρωίδας, η ένταση, η ευαλωτότητα. Αυτή η τεχνική όχι μόνο δίνει μια άλλη διάσταση στη θέαση, αλλά υπογραμμίζει και τη θεματική της έκθεσης και της παρακολούθησης, που είναι κεντρική στην ιστορία μας. Είναι σαν να “κατασκοπεύουμε” μαζί της, να γινόμαστε συνένοχοι στις αλήθειες και στα μυστικά της».

Η ηρωίδα ζει σε μια κατάσταση διαρκούς φόβου και ελέγχου. Μιλήστε μας για αυτές τις δύο έννοιες και πώς τις προσεγγίσατε.

«Ο φόβος και ο έλεγχος είναι δύο έννοιες που βρίσκονται στον πυρήνα της ιστορίας μας, και στην παράσταση προσπαθήσαμε να τις αποδώσουμε τόσο δραματουργικά όσο και σκηνικά. Η ηρωίδα βιώνει έναν φόβο που πηγάζει από τις εξωτερικές πιέσεις, αλλά, ταυτόχρονα, παλεύει και με έναν εσωτερικό, ψυχολογικό έλεγχο, που την περιορίζει και την καταδικάζει. Αυτός ο αγώνας είναι το επίκεντρο της δραματουργίας μας.

Στην παράσταση συμμετέχει ο Γιάννης Παπαδόπουλος, ο οποίος ενσαρκώνει τους άλλους ρόλους. Ο χαρακτήρας του, όπως τον έχουμε διαμορφώσει στη δική μας δραματουργία, λειτουργεί σχεδόν σαν η αντανάκλαση του ελέγχου και της πίεσης που δέχεται η ηρωίδα. Ο Γιάννης, με την ερμηνεία του, δίνει πολύ έντονα και δυναμικά αυτό το στοιχείο· γίνεται μια συνεχής υπενθύμιση του φόβου που τη συνοδεύει.

Επιπλέον, στη σκηνή βρίσκεται και ο Αστέρης Τζιόλας, που είναι το τρίτο άτομο που βρίσκεται επί σκηνής. Με την κάμερά του, λειτουργεί σαν ένας παρατηρητής, μια διαρκής παρουσία που εισχωρεί σε ό,τι “κρύβεται”. Η κάμερα δεν είναι απλώς εργαλείο· γίνεται ένας συμβολικός “μάρτυρας” του φόβου και της ενοχής που βιώνει η ηρωίδα, αποκαλύπτοντας όσα η ίδια προσπαθεί να κρύψει. Έτσι, το δίδυμο του Γιάννη και του Αστέρη συμπληρώνει την ψυχολογική και θεατρική αποτύπωση του ελέγχου που κυριαρχεί στη ζωή της ηρωίδας».

Η επιλογή του έργου αυτού είναι από πλευράς σας και μια δήλωση για τη θέση της γυναίκας στη σημερινή κοινωνία;

«Αναμφίβολα, η επιλογή του έργου αυτού έχει και μια πολιτική διάσταση. Η θέση της γυναίκας στη σημερινή κοινωνία παραμένει σε πολλές περιπτώσεις επισφαλής, με τον φόβο και τον έλεγχο να συνεχίζουν να λειτουργούν ως εργαλεία καταπίεσης. Το έργο του Τσβάιχ, αν και γραμμένο σε μια άλλη εποχή, είναι εξαιρετικά επίκαιρο, γιατί μας υπενθυμίζει ότι πολλές γυναίκες ζουν ακόμη σε συνθήκες φόβου -είτε αυτός είναι ψυχολογικός, είτε κοινωνικός, είτε σωματικός. Μέσα από την παράσταση, θέλουμε να ανοίξουμε έναν διάλογο για τη θέση της γυναίκας, για το πώς αντιλαμβάνεται η ίδια τον εαυτό της και για το πώς η κοινωνία επιμένει να θέτει περιορισμούς στη ζωή της».

Τι θα θέλατε να πάρει μαζί του ο θεατής φεύγοντας από την παράσταση;

«Θα ήθελα ο θεατής να φύγει προβληματισμένος, να σκεφτεί τον δικό του ρόλο σε έναν κόσμο που συχνά λειτουργεί μέσα από τον φόβο και την καταπίεση. Να αναρωτηθεί για τις σχέσεις εξουσίας, για το πώς οι κοινωνικές δομές επηρεάζουν την προσωπική μας ζωή, αλλά και για το πώς μπορούμε να αντισταθούμε σε ό,τι μας περιορίζει. Θέλω, επίσης, να πάρει μαζί του μια βαθύτερη κατανόηση της ανθρώπινης ψυχής, να νιώσει ότι ήρθε σε επαφή με τα πιο μύχια συναισθήματα μιας γυναίκας που παλεύει να βρει τη φωνή της μέσα σε ένα περιβάλλον που την καταπιέζει».

Πώς προέκυψε η συνεργασία με την Κατερίνα Παπουτσάκη που πρωταγωνιστεί στην παράσταση;

«Την Κατερίνα την γνώρισα στην Κύπρο, μέσω της πολύ καλής μου φίλης, της Πολυξένης Σάββα. Από την πρώτη στιγμή υπήρξε μια έντονη χημεία μεταξύ μας, και πάντα λέγαμε ότι θέλαμε να δημιουργήσουμε κάτι μαζί. Όταν ήρθε η στιγμή, η συνεργασία μας στον “Φόβο” ήταν μια πραγματικά υπέροχη εμπειρία. Η Κατερίνα συστήθηκε σε μένα με έναν πολύ θαρραλέο τρόπο, χωρίς κανένα κράτημα, και αυτό ήταν το πρώτο στοιχείο που με κέρδισε σε εκείνη. Μου φανερώθηκε εξαρχής ως ένας αληθινός άνθρωπος, γεμάτος πάθος και αυθεντικότητα.

Μέσα από τη συνεργασία μας, ανακάλυψα όχι μόνο πόσο εξαιρετικά ταλαντούχα είναι ως ηθοποιός -με μια μοναδική ικανότητα να ενσαρκώνει τον χαρακτήρα της με βάθος και ειλικρίνεια- αλλά και πόσο όμορφος άνθρωπος είναι. Η γενναιοδωρία της, η αφοσίωσή της και η διάθεσή της να μοιραστεί τον εαυτό της και τις ιδέες της έκαναν τη διαδικασία της δημιουργίας όχι μόνο παραγωγική αλλά και ιδιαίτερα ευχάριστη.

Πιστεύω πολύ στην έννοια της ομάδας και της συνεργασίας, και είμαι ευγνώμων που δούλεψα με μια τόσο ταλαντούχα ομάδα για την παράσταση. Την ομάδα μας συμπληρώνουν ο Πάνος Γερολεμίδης, που ανέλαβε την επιμέλεια κοστουμιών, ο Ανδρέας Βαλαχής που έγραψε τη μουσική, και ο Σάκης Μπιρμπίλης, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για τον σχεδιασμό φωτισμών. Την επιμέλεια κίνησης και τη χορογραφία ανέλαβε ο Χάρης Κούσιος, ενώ την κινηματογράφηση και το live video χειρίστηκε ο Αστέρης Τζιόλας. Τέλος, ο Ορφέας Τσίλιας ήταν ο βοηθός σκηνοθέτη.

Όλοι μαζί δουλέψαμε συνεργατικά και ομαδικά για να πετύχουμε το αποτέλεσμα που θέλαμε. Ο καθένας έφερε το δικό του ταλέντο, τη δική του προσωπικότητα και τη δική του ενέργεια. Είμαι πολύ ευγνώμων σε όλους για την αφοσίωσή τους και την πίστη τους στο έργο, και νομίζω ότι αυτό φαίνεται ξεκάθαρα στο τελικό αποτέλεσμα».

Παράλληλα με τον «Φόβο», έχετε έντονη δραστηριότητα και στην Κύπρο. Τα σχέδιά σας για το μέλλον;

«Αυτή την περίοδο βρίσκομαι στην Κύπρο, όπου έχω την τιμή να συνεργάζομαι με τον Θωμά Μοσχόπουλο ως συνεργάτης σκηνοθέτης στην παράσταση “Επιθεωρητής” του Γκόγκολ, που ανεβαίνει στην κεντρική σκηνή του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου (ΘΟΚ). Παράλληλα, σκηνοθετώ την παράσταση “Ο Πήτερ Παν πάει λάθος” για το Alfa Theatre.

Επιπλέον, βρίσκομαι στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσω ότι η παράσταση “608 Inferno Κυκλική – Μια εν κινήσει performance στα έγκατα της Αθήνας”, που παρουσιάστηκε με μεγάλη επιτυχία, θα συνεχιστεί για έναν δεύτερο κύκλο τον Απρίλιο. Πρόκειται για μια εν κινήσει  εμπειρία σε ένα αστικό λεωφορείο της Ο.Σ.Υ., οπού οι θεατές έρχονται αντιμέτωποι με την κόλαση του Δάντη.»

Ταυτότητα παράστασης

Δραματουργία – κείμενο: Αντώνης Γαλέος
Σκηνοθεσία: Μάριος Κακουλλής
Σκηνογράφος: Λουκάς Μπάκας
Επιμέλεια κοστουμιών: Πάνος Γερολεμίδης (με bespoke δημιουργίες από Adonis και Τhe Robe Romance)
Μουσική: Ανδρέας Βαλαχής
Σχεδιασμός φωτισμών: Σάκης Μπιρμπίλης
Επιμέλεια κίνησης – Χορογράφος: Χάρης Κούσιος
Κινηματογράφηση – Live video: Αστέρης Τζιώλας
Βοηθός σκηνοθέτη: Oρφέας Τσίλιας
Παίζουν: Κατερίνα Παπουτσάκη, Γιάννης Παπαδόπουλος
Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφίδας
Trailer: Θωμάς Παλυβός
Θέατρο του Νέου Κόσμου – Κάτω Χώρος (Αντισθένους 7 και Θαρύπου)

Εισιτήρια: more.com