Skip to main content

Γιώργος Ζαχαράκης: «…δεν μπορούμε να είμαστε τίποτα άλλο παρά ο εαυτός μας…»

«Play it again, Sam», για τρεις ακόμα παραστάσεις στο Faust

© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη

Μετά και την  παράταση που πήρε, το  επιτυχημένο «Play it again, Sam»  ολοκληρώνει τις παραστάσεις του  στο Faust, στις 18 Απριλίου [Καλαμιώτου 11, Αθήνα].

Nέα Υόρκη 1969. Ο νευρωτικός, παράξενος και αδέξιος κριτικός κινηματογράφου Άλλαν Φέλιξ, προσπαθώντας να ξεπεράσει το πρόσφατο διαζύγιό του, βρίσκει καταφύγιο στην «Καζαμπλάνκα». Φαντασιώνεται τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ να ζωντανεύει μέσα από το πόστερ της αγαπημένης του ταινίας και να τον συμβουλεύει…

Τη σκηνοθεσία και μετάφραση της παράστασης υπογράφει ο Γιώργος Ζαχαράκης. Μιλήσαμε μαζί του.

Από το Οικονομικό του ΑΠΘ βρεθήκατε στη σκηνοθεσία κινηματογράφου στη Νέα Υόρκη. Τι μεσολάβησε γι’ αυτή τη στροφή 180 μοιρών;

«Ο κινηματογράφος και το θέατρο ήταν το όνειρό μου από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Οι γονείς μου είναι λάτρεις του κινηματογράφου και του θεάτρου και μας έπαιρναν μαζί τους από πολύ μικρά παιδιά. H πρώτη ταινία που είδα στον κινηματογράφο ήταν το “License to kill” με τον Timothy Dalton το 1989· ήμουν 8 χρονών τότε και θυμάμαι ότι δεν προλάβαινα να διαβάσω όλους τους υπότιτλους, οπότε ρωτούσα τον πατέρα μου συνέχεια για να μου εξηγήσει τι συνέβαινε. Το πρώτο θεατρικό που είδα ήταν το 1991, το “Βουλή Καλλιγραφία” στο θέατρο Άλσος των Α. Παναγιωτοπούλου, Σ. Φασουλή & Μ. Ρέππα.  Αν και δεν καταλάβαινα πολλά από τα πολιτικά σχόλια, θυμάμαι ότι είχα μαγευτεί τόσο πολύ από τα κοστούμια, τη μουσική και τα φώτα που ζήτησα στη μητέρα μου να με πάει στα καμαρίνια να γνωρίσω τους ηθοποιούς.

Οι πρώτες μου σπουδές ήταν στο Οικονομικό του ΑΠΘ κι έπειτα έκανα μεταπτυχιακό στο Πανεπιστήμιο του Surrey στην Αγγλία, καθώς ακολούθησα τις συμβουλές των γονιών μου “σπούδασε πρώτα, και μετά κάνε ό,τι θέλεις”. Από τον πρώτο χρόνο, όμως, των σπουδών μου, συμμετείχα σε θεατρική ομάδα στη Θεσσαλονίκη. Οπότε και οι σπουδές στον κινηματογράφο στην Νέα Υόρκη ήταν κάπως η φυσική εξέλιξη και όχι μια “στροφή”».

Διαβάσατε για πρώτη φορά το «Play it again, Sam», πριν από 12 χρόνια. Τι σας κέρδισε τότε στο θεατρικό έργο του Γούντι Άλεν;

«Ο γρήγορος ρυθμός του κειμένου, οι έξυπνες ατάκες και οι καλογραμμένοι χαρακτήρες. Επίσης, μου έκανε εντύπωση γιατί δεν ήξερα ότι ο Γούντι Άλεν είχε γράψει θεατρικά έργα, τα οποία αργότερα τα έκανε διασκευή για τον κινηματογράφο. Το “Play it Again Sam” προβάλει την αγάπη του Γούντι Άλεν για τον κινηματογράφο, σε μια θεατρική παράσταση· κάτι μου μίλησε απευθείας μέσα μου. Επίσης, ταυτίστηκα πάρα πολύ με τον κεντρικό χαρακτήρα, Άλλαν Φέλιξ, ο οποίος είναι πολύ αδέξιος στην ερωτική του ζωή».

Και πώς αποφασίσατε ότι τώρα είναι το σωστό timing για να το ανεβάσετε σ’ αθηναϊκή σκηνή;

«Δεν ξέρω αν ήταν το σωστό timing για το συγκεκριμένο έργο, αλλά σίγουρα θεατρικό έργο του Γούντι Άλεν έχει ανέβει μόνο μια φορά στην Αθήνα. Επίσης, ήταν το σωστό timing για εμένα ώστε να ανέβει το “Play it Again, Sam” με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Από το 2008 εργάζομαι ως διευθυντής παραγωγής, βοηθός σκηνοθέτη και ηθοποιός σε άλλες παραγωγές και, πλέον, θεωρώ ότι έχω συγκεντρώσει αρκετή εμπειρία ώστε να κάνω τη δική μου παραγωγή και σκηνοθεσία. Οι συντελεστές, επίσης, με τους οποίους συνεργάστηκα, έχουν αρκετή εμπειρία στο θέατρο και τον κινηματογράφο, οπότε θεωρώ ότι καταφέραμε να επιτύχουμε ένα αποτέλεσμα που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από μεγάλες παραγωγές τόσο ελληνικές όσο και παραγωγές που έχω δει στο εξωτερικό».

Γιατί επιλέξατε να επιμεληθείτε και τη μετάφραση του θεατρικού κειμένου;

«O βασικός μου στόχος ήταν, είναι και θα είναι η σκηνοθεσία. Όταν, όμως, αποφάσισα ότι θα ανεβάσω το “Play it Again Sam”, ήθελα να σιγουρευτώ ότι η ελληνική μεταφορά θα διατηρήσει τον γρήγορο ρυθμό και τον έξυπνο λόγο του κειμένου του Γούντι Άλεν. Αποφάσισα, λοιπόν, ως λάτρης των ταινιών του Γούντι Άλεν κι έχοντας ζήσει ο ίδιος στη Νέα Υόρκη, να κάνω τη μετάφραση εγώ ο ίδιος έτσι ώστε να κατηγορώ μόνο τον εαυτό μου σε περίπτωση που το ελληνικό κείμενο δεν πετύχαινε τον στόχο που έθεσα αρχικά. Έπειτα, συνεργάστηκα με τη μεταφράστρια Μαρία Παπαγιάννη, η οποία έκανε την επιμέλεια της μετάφρασης και η συνεργασία μας ήταν καθοριστική για το κωμικό αποτέλεσμα που ελπίζω να πετύχαμε. Ο κόσμος γελάει τόσο στις ατάκες του Γούντι Άλεν  όσο και στις δικές μας προσθήκες και είναι κάτι που με χαροποιεί αρκετά».

Σε ποια σημεία, θεωρείτε, ότι θα ταυτιστεί ο θεατής με μια κωμωδία που γράφτηκε στη Νέα Υόρκη το 1969;

«Βλέπουμε, επί σκηνής, 11 διαφορετικούς χαρακτήρες. Είναι λίγο απίθανο να μην ταυτιστείς, τουλάχιστον, με έναν. Εγώ προσωπικά ταυτίζομαι με τον αδέξιο στην ερωτική του ζωή και νευρικό Άλλαν Φέλιξ αλλά και με τον εργασιομανή φίλο του Ντικ. Πολλοί, επίσης, ταυτίζονται με την “επαναστάτρια” Νάνσυ, πρώην γυναίκα του του Άλλαν, η οποία θέλει την ελευθερία της και δεν συμβιβάζεται με το να είναι σε έναν γάμο που δεν την ικανοποιεί. Aρκετοί ταυτίζονται με την Λίντα Κρίστι, μια γυναίκα αρκετά ευαίσθητη και εύθραυστη ψυχολογικά αλλά συγχρόνως ανεξάρτητη και δυναμική στις αποφάσεις της. Βλέπουμε και επτά διαφορετικές γυναίκες,  τις οποίες συναντά ο Άλλαν στον δρόμο του, με τις οποίες όλοι μας έχουμε κοινά. Τέλος, ίσως οι μεγαλύτεροι σε ηλικία ταυτίζονται με τον ρόλο του Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ,  o οποίος συμβολίζει το πιο “κλασσικό αρσενικό” μιας εποχής μέχρι και το 1950».

Μάθατε κάτι ο ίδιος για τον εαυτό σας, μελετώντας σε βάθος τους ήρωες του έργου;

«Ναι, φυσικά. Καταρχάς, έμαθα ότι η πατριαρχία είναι βαθιά ποτισμένη μέσα μας  και χρειάζεται αρκετή προσωπική δουλειά ώστε να μπορέσουμε να απελευθερωθούμε από τα στερεότυπα με τα οποία έχουμε μεγαλώσει. Το “Play it Again Sam”,  όπως έχει παραδεχθεί και ο ίδιος ο Γούντι Άλεν,  είναι γραμμένο από την ανδρική σκοπιά και σε μια πρώτη ανάγνωση οι ανδρικοί χαρακτήρες έχουν αποδοθεί με μεγαλύτερο, ίσως, βάθος. Σε συνεργασία, όμως, με τις γυναίκες της ομάδας, Σοφία Κικιλίντζια, Νόνη Ζαννή και Λίνα Καλπαζίδου, καταφέραμε θεωρώ να εμβαθύνουμε και στους γυναικείους ρόλους και να δώσουμε μια πιο ισορροπημένη προσέγγιση στην απόδοση του έργου».

Ο Γούντι Άλεν «βουτά» στον ψυχισμό των χαρακτήρων και μιλά, μεταξύ άλλων, για την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων. Πόσο έχουν αλλάξει οι σχέσεις σήμερα, συγκριτικά με το 1969, με την είσοδο των social media και των dating apps στη ζωή μας;

«Από ό,τι φαίνεται, αρκετά και καθόλου. Ίσως το 1969, ένας χαρακτήρας σαν τον  Άλλαν Φέλιξ στο “Play it Again Sam” του Γούντι Άλεν,  ο οποίος δυσκολεύεται να ξεκινήσει την ερωτική του ζωή από την αρχή στα 30 του, μετά το διαζύγιό του από την πρώην γυναίκα του, ήταν η εξαίρεση του κανόνα· κάτι που έκανε τον χαρακτήρα αρκετά κωμικό. Το 2024,  είμαστε όλοι σαν τον Άλλαν Φέλιξ. Αντί για τη βοήθεια των φίλων μας καταφεύγουμε στα social media και στα dating apps αλλά αυτό μας κάνει αδέξιους στις πρώτες γνωριμίες,  ακριβώς όπως και ο Άλλαν Φέλιξ. Βάζουμε εξ αρχής έναν μεσάζοντα,  o οποίος δεν έχει να κάνει με την ανθρώπινη επαφή αλλά με την εικόνα που δημιουργεί ο ένας για τον άλλον μέσα από τα apps αλλά και με τον στόχο που έχει θέσει ο καθένας για τη χρήση του κάθε app (σεξ, γνωριμία, chat). Νομίζω,  επίσης, με την ίδια ευκολία που μπορεί να σου φέρει μια εφαρμογή την πρώτη γνωριμία, με την ίδια ευκολία έρχεται και η απόρριψη και το γνωστό “thank you next”. Ίσως, το 1969, ο νευρωτικός αυτός τρόπος να προσεγγίζει κανείς τα ερωτικά ραντεβού να ήταν η εξαίρεση, αλλά σήμερα είναι ο κανόνας».

Πόσο δύσκολο ήταν να μεταφέρετε επί σκηνής το ύφος και την ατμόσφαιρα της εποχής που διαδραματίζεται η ιστορία;

«Η δυσκολία ξεκίνησε από τη μετάφραση,  καθώς υπήρχαν αρκετά τοπωνύμια και περιγραφές εμπορικών καταστημάτων,  τα οποία όχι μόνο δεν είναι γνωστά στο ελληνικό κοινό αλλά, ίσως, δεν είναι πλέον γνωστά σε οποιονδήποτε δεν ζούσε στη Νέα Υόρκη το 1969. Πολλά από αυτά τα αφαίρεσε και ο ίδιος ο Γούντι Άλεν στη διασκευή που έκανε για τον κινηματογράφο. Προσπάθησα, λοιπόν, η μετάφραση να παραμείνει πιστή στην εποχή -σε συνεργασία με τη Μαρία Παπαγιάννη,  αλλά με πιο γενικές αναφορές,  πιο κατανοητές και κωμικές στο σημερινό κοινό. Δεν έχουμε, όμως, καμιά σύγχρονη αναφορά μέσα στο κείμενο.

Έπειτα, η συμβολή της βραβευμένης σκηνογράφου και ενδυματολόγου Χρύσας Δαπόντε ήταν καθοριστική για να διατηρήσουμε την ατμόσφαιρα της εποχής. Τόσο τα σκηνικά όσο και τα κοστούμια είναι πολύ πιστά στην εποχή· το οποίο μας το επιβεβαιώνει και το κοινό μεγαλύτερης ηλικίας.

Τέλος, σημαντικό ρόλο έπαιξε νομίζω η μουσική επένδυση,  η οποία περιλαμβάνει τις πιο γνωστές επιτυχίες μέχρι και το 1969, ίσως με μόνη εξαίρεση το soundtrack από την ταινία “Godfather” το οποίο είναι του 1975· αλλά μιλάμε για ένα αριστούργημα της παγκόσμιας μουσικής που ήθελα οπωσδήποτε στην παράσταση μας».

(Μπορείτε να ακούσετε την μουσική επένδυση της παράστασης στο Spotify https://open.spotify.com/playlist/5ye9q247N64rukFLmEdM9Q?si=e265a67493d6479e )

Υπάρχει κάποια φράση στο έργο που συμπυκνώνει μια μεγάλη αλήθεια για τις ερωτικές σχέσεις;  Και αν ναι, ποια;

«“Εγώ είμαι όσο κοντός και όσο άσχημος χρειάζεται ώστε να επιτύχω μόνος μου”· είναι η τελευταία ατάκα που λέει ο Άλλαν Φέλιξ στον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ,  όταν  τελικά δεν χρειάζεται άλλο τη βοήθειά του. Τελικά,  δεν μπορούμε να είμαστε τίποτα άλλο παρά ο εαυτός μας· και ειδικά στις ερωτικές σχέσεις, που είμαστε ευάλωτοι και “γυμνοί” απέναντι στον άλλον. Καλώς ή κακώς,  είμαστε ο εαυτός μας. Και, τελικά, μάλλον καλώς».

Ταυτότητα παράστασης

Play it Again, Sam

του Woody Allen

(πρώην «Ωραίος & Σέξι»)

Σκηνοθεσία / Μετάφραση: Γιώργος Ζαχαράκης

Επιμέλεια Μετάφρασης: Μαρία Παπαγιάννη

Σκηνικά – κοστούμια: Χρύσα Δαπόντε

Πρωταγωνιστούν (αλφαβητικά):  Νικόλας Βασιλειάδης (Ντικ), Θάνος Δεσποτόπουλος (Μπόγκαρτ), Νόνη Ζαννή (Νάνσυ), Λίνα Καλπαζίδου (7 γυναίκες), Σοφία Κικιλίντζια (Λίντα), Παναγιώτης Λέκκας (Άλλαν)

Φιλική συμμετοχή: Άρης Δημοκίδης

Φωτισμοί: Αλέξης Πηλός

Κομμώσεις: Ρένος Πολίτης

Μακιγιάζ: Βαγγέλης Θώδος

Φωτογραφίες Promotion: Γιάννης Μπαριτάκης

Φωτογραφίες Παράστασης: Ιωάννης Ξανθάκης

Εικονογράφηση: Σταύρος Δάμος

Γραφίστρια: Λίλα Καραμανωλάκη

Βοηθοί Σκηνοθέτη: Κωνσταντίνα Δαούτη, Αρετή Λεπίδα.

Διεύθυνση Παραγωγής: Καλλιόπη Παναγιωτίδου

Προβολή και Επικοινωνία: Βάσω Σωτηρίου-We Will

Marketing / Social Media: Μαρία Βασιλάκη

Οργάνωση παραγωγής: SUGAR STAGE AMKE / FAUST Bar – Theatre