Skip to main content

Άννα Κουτσαφτίκη: «…είμαστε περισσότερο ασχημάτιστοι και ευάλωτοι από ποτέ…»

«Ελάτε να πιούμε έναν καφέ...» στον Μικρό Κεραμεικό

© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη

Η παράσταση  «Ελάτε να πιούμε έναν καφέ…» του Πιέρο Κιάρα ανεβαίνει στον Μικρό Κεραμεικό, σε σκηνοθεσία Νίκου Καρδώνη [Ευμολπιδών 13, Αθήνα].

Το έργο είναι μια διασκευή της νουβέλας «La spartizione», που δημοσιεύτηκε το 1964 και γρήγορα απέκτησε ευρεία φήμη. Γνώρισε ακόμη μεγαλύτερη επιτυχία με τη μεταφορά του στη μεγάλη οθόνη το 1971 από τον Αλμπέρτο Λατουάντα, με τον τίτλο «Ελάτε σ’ εμάς για έναν καφέ», με πρωταγωνιστή τον Ούγκο Τονιάτσι.

Στο επίκεντρο της υπόθεσης η σχέση ενός Αρχιληξίαρχου με τρεις ανύπαντρες αδελφές, σε μια επαρχιακή πόλη, στην εποχή του Μεσοπολέμου στη φασιστική Ιταλία του Μουσολίνι. Με αφορμή μια απλή πρόσκληση για έναν καφέ στο «Άβατο» των τριών αυτών αδερφών, απρόβλεπτες εξελίξεις και συνεχείς ανατροπές, με πολύτιμα όπλα το ακραίο, σε όρια φάρσας, χιούμορ, τη ζωντανή μουσική και τη χορικότητα οδηγούν τους ήρωες σε πραγματικά οριακές καταστάσεις.

Το θέατρο της ζωής με τις αντιθέσεις και τα αιώνια λάθη, καθώς και ο μικροαστικός καθωσπρεπισμός της επαρχίας, σχολιάζονται με σουρεαλιστική διάθεση, με φόντο μια βαθιά σκοτεινή περίοδο της ιστορίας.

Στην παράσταση πρωταγωνιστεί η Άννα Κουτσαφτίκη· μιλήσαμε μαζί της.

Πείτε μας δύο λόγια για όλα όσα παρακολουθεί το κοινό στη σκηνή του Μικρού Κεραμεικού.

«Το έργο εκτυλίσσεται σε μια μικρή επαρχιακή πόλη της Ιταλίας στη διάρκεια του μεσοπολέμου· τρεις αδερφές, που δεν βρίσκονται πλέον στην πρώτη τους νιότη αλλά διαθέτουν κάποια οικονομική ισχύ, έχουν μόλις  ορφανέψει από έναν δυνάστη, συμπλεγματικό πατέρα, ο οποίος τις έχει αναθρέψει με όλα τα μικροαστικά πρότυπα της εποχής, στερώντας τους την αυτογνωσία, την αυτονομία, το δικαίωμα στη ζωή, την ομορφιά και τον έρωτα και καθιστώντας τις με αυτόν τον τρόπο άγουρες, ασχημάτιστες και άπειρες.

Με αφορμή ένα έγγραφο, που αφορά σε περιουσιακά τους στοιχεία, απευθύνονται για βοήθεια σ’ έναν νεοαφιχθέντα, αριβίστα, φασίστα αρχιληξίαρχο, οποίος επιθυμεί να ανέλθει κοινωνικά. Φλερτάρει και με τις τρεις, παντρεύεται τη μεγαλύτερη αδερφή αλλά καταλήγει να συνάψει σχέσεις και με τις τρεις. Οι τρεις αδερφές παλεύουν με τους προσωπικούς τους δαίμονες, απευθύνονται σε άλλους υποψήφιους εραστές για να εξασκηθούν στον έρωτα μα και σε κληρικούς για να κατευνάσουν τα ανομολόγητα πάθη αλλά ματαίως…».

Διασκευή  νουβέλας του 1964· γιατί  πιστεύετε ότι μας αφορά σήμερα το έργο αυτό;

«Θεωρώ, ότι το συγκεκριμένο κείμενο, πέραν του ότι έρχεται αντιμέτωπο ξεκάθαρα κυριολεκτικά και μεταφορικά με το τέρας του φασισμού,  σκιαγραφεί και τον βαθύ  πυρήνα της κοινωνίας μας, που θέλει γενιές ολόκληρες να μεγαλώνουν με πατριαρχικά πρότυπα, μέσα σε στενά πλαίσια ηθικοπλαστικής αισθητικής και κοινωνικών επιταγών, που διαμορφώνουν ανθρώπους βαθιά ακαλλιέργητους και ασχημάτιστους άρα και δυνάμει  επικίνδυνους.

Νιώθω ότι στην εποχή μας, δυστυχώς, τα  φαινόμενα αυτά ανθίζουν. Βρισκόμαστε σ’  ένα μεταίχμιο· η  δημοκρατία βάλλεται από παντού κι εμείς είμαστε περισσότερο ασχημάτιστοι και ευάλωτοι από ποτέ άρα και δυνάμει επικίνδυνοι για τον εαυτό μας και τους άλλους».

Πώς έχει προσεγγίσει ο Νίκος Καρδώνης το συγκεκριμένο κείμενο;

«Με βαθύ, εύστοχο, σαρκαστικό, αλμοδοβαρικό χιούμορ, που φωτίζει όλες τις πλευρές των ηρώων και, ταυτόχρονα, γελοιοποιεί το πρόσωπο του φασισμού· αλλά και με μεγάλη ευαισθησία, αγάπη για τον άνθρωπο, τον έρωτα και ποιητική διάθεση».

Η ηρωίδα σας, όπως και οι δύο αδερφές της, στην εποχή του Μεσοπολέμου στη φασιστική Ιταλία του Μουσολίνι, βλέπουμε ότι έχουν τη ρετσινιά της «γεροντοκόρης» και αποζητούν έναν γάμο. Πιστεύετε ότι, ακόμη και σήμερα, υπάρχουν αυτά τα κατάλοιπα της πατριαρχίας;

«Φυσικά και υπάρχουν γιατί είναι βαθιά ριζωμένα στο συλλογικό DNA. Είναι πάρα πολύ δύσκολο να εξαλειφθούν τα πατριαρχικά πρότυπα και να διαμορφωθούν κοινωνίες  που οι γυναίκες θ’ αποφασίζουν για τη ζωή τους μόνο  βάσει των πραγματικών τους αναγκών και επιθυμιών».

Στη μικρή οθόνη σάς απολαμβάνουμε στον ρόλο της Ξένιας, στην πετυχημένη σειρά του ALPHA «Μην αρχίζεις την μουρμούρα». Πόσο δύσκολο ή εύκολο είναι για έναν ηθοποιό να παίζει για πολλές σεζόν στην ίδια σειρά;

«Είναι σίγουρα πρωτόγνωρο γιατί η “μονιμότητα” είναι μια άγνωστη λέξη για τους καλλιτέχνες. Είναι  αντίθετη με την ίδια τη φύση της  δουλειάς μας. Όταν, λοιπόν, καλείσαι να υπερασπιστείς έναν ρόλο για ένα τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, οφείλεις να λειτουργείς  καλλιτεχνικά με τους κανόνες της μη μονιμότητας, για να τον κρατήσεις ζωντανό,  κι αυτό δεν είναι πάντα εύκολο· την ίδια στιγμή, όμως, έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Επίσης, σε οικονομικό επίπεδο είναι -πάλι εξαιτίας της φύσης της δουλειάς μας- ιδιαίτερα ανακουφιστικό».

Παράλληλα με την υποκριτική έχετε μεγάλη αγάπη και στο τραγούδι. Πώς και επιλέξατε την υποκριτική και όχι μια καριέρα στο μουσικό στερέωμα;

«Δεν γνωρίζω να σας απαντήσω επακριβώς· ίσως,  επειδή είχα τη μεγάλη τύχη να αναλαμβάνω σπουδαίους ρόλους από την αρχή της πορείας μου και να βρίσκομαι σχεδόν πάντα σε κάποια θεατρική σκηνή. Έτσι αφιερώθηκα περισσότερο στο θέατρο, όμως το τραγούδι το αγαπώ εξίσου».

Υπάρχει κάποιος ρόλος ή συνεργασία που ονειρεύεστε;

«Ονειρεύομαι μόνο συναντήσεις όμορφες, ειλικρινείς και γόνιμες με ανθρώπους».

Ταυτότητα Παράστασης
Σκηνοθεσία: Νίκος Καρδώνης
Μετάφραση: Αντώνης Γαλέος
Διασκευή: Marco Filatori
Σκηνικά – κοστούμια – επιμέλεια κίνησης: Σταύρος Λίτινας
Μουσική: Χάρης Μπότσης
Στίχοι τραγουδιών: Βασίλης Ανδρέου
Επιμέλεια Φωτισμών – Φωτογράφιση παράστασης: Χριστίνα Φυλακτοπούλου
Παραγωγή: RMLIGHT
Επικοινωνία: Αντώνης Κοκολάκης
Γραφίστας: Αναστάσιος Ευαγγελάκος
Βοηθός σκηνοθέτη: Δενδρινός Γιάννης
Trailer: Στέφανος Κοσμίδης

Ερμηνεύουν: Μαίρη Σαουσοπούλου, Άννα Κουτσαφτίκη, Ντόρα Ζαχαροπούλου, Δημήτρης Καλαντζής, Χάρης Φλέουρας, Νάσος Φρίγγης, Ανούς Μπογοσιάν

Ζωντανή μουσική επί σκηνής: Χάρης Μπότσης.