© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Το νέο έργο του Ανδρέα Στάικου «Αλίφειρα», μια εξωφρενική, όσο και πικρή κωμωδία έκανε πρεμιέρα, σε σκηνοθεσία του ίδιου και πρωτότυπη μουσική του Νίκου Ξυδάκη, στη Σκηνή Ωμέγα του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, όπου και θα ανέβει για λίγες παραστάσεις [λεωφ. Ηρώων Πολυτεχνείου 32, Πειραιάς].
Η Αλίφειρα είναι μια αρχαία πόλη στην νοτιοδυτική Αρκαδία, ήδη ερειπωμένη και λησμονημένη στις περιηγήσεις και περιγραφές του Παυσανία (110-180 μ.Χ.) στο κεφάλαιο «Αρκαδικά». Στα αρχαία ερείπια σωρεύτηκαν νέα ερείπια, τα οποία στεγάζουν τα φαντάσματα του νεότερου σύγχρονου οικισμού.
Μια μυστηριώδης «ανώτερη δύναμη» έχει καθηλώσει στην Αλίφειρα, εκτός από τους ελάχιστους εναπομείναντες ζωντανούς-νεκρούς κατοίκους, και κάποιους νέους οι οποίοι παραμένουν, για διάφορους σαφείς και ασαφείς λόγους, μέσα στην ερημιά και τη μοναξιά, σε διαρκή και ατέρμονη προσμονή, με συντροφιά τις αρχαίες πέτρες, τις κουκουβάγιες, τις σαύρες και τις αράχνες. Τελευταία φαντάσματα του χωριού, η Λέλα, μια φυσιογνωμία εύθραυστης Καρυάτιδας που πενθεί νεκρούς και ζωντανούς και η Παπαγαλίνα, μια αθώα νεαρή με άδηλες επιθυμίες και προοπτικές.
Η άφιξη, για πρώτη φορά, μιας αμφιλεγόμενης εκκεντρικής προσωπικότητας και ενός νεαρού αρχαιολόγου με ρομαντικές διαθέσεις, εκλαμβάνονται ως κοσμοϊστορικά γεγονότα που αναστατώνουν και ξυπνούν την Αλίφειρα από τον λήθαργό της. Η παρουσία του «ξένου» αναζωπυρώνει παλαιούς ανεκπλήρωτους έρωτες και δημιουργεί νέες προοπτικές, με αποκορύφωμα την έμμονη φαντασίωση του ζωηρότερου κοριτσιού της συντροφιάς για την πραγματοποίηση μιας μεγαλειώδους ουτοπίας.
Η πραγματικότητα παραμερίζεται. Ανοίγουν οι κρουνοί της φαντασίας, των φαντασιώσεων και του ονείρου που αποτελούν τα υλικά με τα οποία θα αναγερθεί πάνω στην άμμο το νέο, μεγαλοπρεπές κτίσμα της Αλίφειρας.
Οι ηθοποιοί της παράστασης Εμμανουέλα Κοντογιώργου και Δημήτρης Πασσάς, μίλησαν μαζί μας.
Η θεατρική χρονιά ξεκίνησε για εσάς κα Κοντογιώργου με «Τη Σκιά του Μαρτ», και για εσάς κε Πασσά με «Το Γάλα». Τώρα συναντιέστε στην «Αλίφειρα» του Ανδρέα Στάικου. Τι έχετε αποκομίσει, μέχρι στιγμής, από τη συνεργασία σας μαζί του;
Εμμανουέλα Κοντογιώργου (Ε.Κ.): «Στη “Σκιά του Μαρτ” βρέθηκα επί σκηνής με την Αιμιλία Υψηλάντη, μια εξαιρετική ηθοποιό, και η χρονιά συνεχίζει με την “Αλίφειρα” στο πανέμορφο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Είναι σπάνια χαρά και τιμή να συνεργάζομαι για δεύτερη φορά με τον Ανδρέα Στάικο μετά την “Ερμιόνη” πέρυσι. Όπως ο Αλέξης Κυριτσόπουλος που μας κάνει τα σκηνικά είναι “ο μάγος του χρώματος”, έτσι ο Ανδρέας Στάικος είναι “ο μάγος των λέξεων”. Ο τελευταίος του είδους του. Σε μια εποχή που δεν γράφονται θεατρικά έργα, ο Στάικος γράφει ακόμη -κι ευτυχώς- έργα που έχουν μείνει και θα μείνουν στην ιστορία του θεάτρου. Εκτός συστημάτων και σχολών, με το δικό του μοναδικό, προσωπικό ύφος όχι μόνο στη γραφή αλλά και στον τρόπο που κάνει πρόβα: σηκώνει το παραπέτασμα και αποκαλύπτει σε εμάς, τους ηθοποιούς του, τόπους ονειρικούς, με τον δικό του κωμικό και συνάμα μελαγχολικό τρόπο».
Δημήτρης Πασσάς (Δ.Π.): «Λίγες μέρες μετά την πρεμιέρα του σημαντικού έργου του Βασίλη Κατσικονούρη “Το Γάλα” (θέατρο Σταθμός), συναντήθηκα με τον Ανδρέα Στάικο στο αγαπημένο του καφενείο. Κι όσο μου μιλούσε για τον τρόπο δουλειάς του και για τον “Θρύλο” (είναι μανιασμένος Ολυμπιακός), έβλεπα μπροστά μου τον δικό του θρύλο: εραστής των λέξεων, γνώστης της ιστορίας και της ζωής, bon viveur, ένας στο είδος του. Έτσι, λοιπόν, βρίσκομαι φέτος ανάμεσα σε δυο πολύ σημαντικά, εντελώς διαφορετικά κεφάλαια της σύγχρονης νεοελληνικής θεατρικής γραφής. Ερχόμενος σε επαφή με τον Στάικο, μπήκα σε έναν άγνωστο κόσμο και, όπως συμβαίνει και με τον ήρωα που υποδύομαι στην “Αλίφειρα”, τον Επαμεινώνδα, ανιχνεύω και μελετάω το άγνωστο έδαφος».
Η «Αλίφειρα» τοποθετείται σε μια ερειπωμένη και λησμονημένη πόλη. Ποια είναι η θέση των χαρακτήρων σας σε αυτή;
Δ.Π.: «Ο Επαμεινώνδας, νεαρός αρχαιολόγος, καταφθάνει στην Αλίφειρα, τον τόπο γέννησης των μεταναστών γονιών του, με διάθεση για ρομάντζο, αρχαιολογική και όχι μόνο έρευνα. Μια ανασκαφή σε έναν τόπο όπου παρελθόν και μέλλον συμπλέκονται».
Ε.Κ.: «Η Βαρώνη που υποδύομαι είναι μια παράξενη γυναίκα, εκκεντρική και μυστηριώδης τόσο στην εμφάνιση όσο και στο φέρσιμο. Φτάνει στην έρημη Αλίφειρα για να φέρει σε πέρας ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο. Μια γυναίκα που κρύβεται πίσω από τη μεταμφίεση, παίζει συνεχώς θέατρο, αλλά μέσα στο ψέμα της κρύβεται η πιο βαθιά αλήθεια».
Διαβάζουμε πως πρόκειται για μια πικρή, εξωφρενική κωμωδία· πείτε μας κάτι παραπάνω!
Ε.Κ.: «Πρόκειται για μια κωμωδία που δεν βασίζεται στο ρεαλισμό. Το έργο του Στάικου αξιοποιεί όλες τις ακραίες και εξωφρενικές συμβάσεις του θεάτρου με πολύ έξυπνο τρόπο, χωρίς ποτέ να γίνεται γελοίο ή ευτελές. Για μένα η κωμωδία είναι πιο συγκινητική από το δράμα για έναν πολύ απλό λόγο: στην κωμωδία ο ήρωας δεν αντιλαμβάνεται ή δεν θέλει να αντιληφθεί το δράμα του, το οποίο προέρχεται κυρίως από τον ίδιο. Στο δράμα, ο ήρωας βλέπει κατάματα τη μοίρα του και αναμετριέται μαζί της. Ο κόσμος που ζούμε είναι μοιραίος και για να γίνουμε πιο μοιραίοι από εκείνον πρέπει ν’ αρχίσουμε να γελάμε μαζί του».
Δ.Π.: «Ο Στάικος είναι μαέστρος της ατάκας· η δύναμη, όμως, της συγκεκριμένης κωμωδίας, πηγάζει από κάτι πιο βαθύ: τις -εξωφρενικά απλές και απότομες- μεταβάσεις από το ευτελές στο σημαντικό, από το φωτεινό στο ερεβώδες, από το λυρικό στο υπαρξιακό. Οι αντίρροπες δυνάμεις είναι που “φουσκώνουν” το μπαλόνι των λέξεων, οι οποίες από μόνες τους θα έμεναν εκκρεμείς».
Ο Ανδρέας Στάικος γράφει τα έργα του με βάση τους ηθοποιούς του και οι πρόβες ξεκινούν με ένα άγραφο ακόμη έργο του. Πώς βιώνετε αυτή τη συνθήκη;
Δ.Π.: «Το σημαντικό δεν είναι οι λέξεις, όσο κι αν μιλάμε για ένα θέατρο στο οποίο ο λόγος κυριαρχεί. Το έργο, επί της ουσίας, υπάρχει, επικοινωνεί και συνδιαμορφώνεται μαζί μας ένα μεγάλο χρονικό διάστημα πριν μπούμε στις επί σκηνής πρόβες. Η ουσία των προσώπων, η φύση της ιστορίας, τα θέματα, όλα είναι εκεί. Όπως και στη μαγειρική, η δουλειά έχει γίνει ήδη στο μυαλό και τη σκέψη, πριν αρχίσουν τα μαχαίρια να ψιλοκόβουν και οι εστίες να φλογίζουν».
Ε.Κ.: «Σε κάθε πρόβα, το βλέμμα του Ανδρέα Στάικου ερευνά και ανασκάπτει πτυχές του χαρακτήρα μας βαθιά κρυμμένες, πτυχές που αργότερα βλέπουμε στους ρόλους μας, ό,τι γράφει κι ό,τι λέει μάς ταξιδεύει στη λησμονιά, την επιθυμία, την ελευθερία, τον έρωτα και, κυρίως, στο παιχνίδι. Κι εμείς σαν τα παιδιά μπαίνουμε στον κόσμο του και παίζουμε τους ρόλους μας με πρωτοφανή επιθυμία και χαρά. Ο Ανδρέας Στάικος αγαπάει τους ηθοποιούς του, γι’ αυτό άλλωστε γράφει με αυτόν τον τρόπο, το έχει πει και ο ίδιος. Χρειάζεται την παρουσία των ηθοποιών, εκείνων που θα ερμηνεύσουν τους άγραφους ακόμα ρόλους τους για να τους κάνει ένα δώρο, το καλύτερο δώρο. Αυτή τη φορά, το δώρο μας ήταν η “Αλίφειρα”».
Ταυτότητα Παράστασης
Συγγραφέας – σκηνοθεσία: Ανδρέας Στάικος
Μουσική: Νίκος Ξυδάκης
Σκηνικά- σχεδιασμός αφίσας: Αλέξης Κυριτσόπουλος
Κίνηση: Κάτια Σαβράμη
Φωτισμοί: Χάρης Δάλλας
Φωτογραφίες: Ραφαήλ Σουλιώτης
Βοηθός σκηνοθέτη: Κωνσταντίνος Σαράντης
Κλαρίνο: Φώτης Μυλωνάς
Επικοινωνία: Δέσποινα Ερρίκου
Παραγωγή: Εταιρεία Θεάτρου ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ
Παίζουν: Δημήτρης Πασσάς, Ελένη Ζαραφίδου, Εμμανουέλα Κοντογιώργου, Αιμιλία Μήλιου.