Το έργο «Να Γίνω το Τραγούδι Σου» του Χρήστου Άνθη παρουσιάζεται στο Θέατρο Βαφείο – Λάκης Καραλής [Αγίου Όρους 16, Βοτανικός].
Δυο γυναίκες με οικογένεια και υποχρεώσεις φιλιούνται ξανά, μετά από είκοσι χρόνια. Ένα μπαλκόνι με θέα τη νυχτερινή Αθήνα θα κάνει το βαθιά ερωτικό παρελθόν της Τζωρτζίνας και της Στέλλας να παρουσιαστεί ξανά μπροστά τους, πρόθυμο να επαναληφθεί. Ηλεκτρισμένες, αποφασίζουν να ξαναζήσουν τα συναρπαστικά νιάτα τους.
Ο Χρήστος Άνθης εξετάζει εκ νέου την ανθρώπινη εμπειρία σε ένα ρεαλιστικό έργο, αυτή τη φορά ασχολούμενος με το πόσο πονάει να μετανιώνεις, αλλά και πόση ζωή μπορούμε να βρούμε όταν τελικά αποδεχθούμε και αγκαλιάσουμε τον αληθινό εαυτό μας. Μιλήσαμε μαζί του.
«Να γίνω το τραγούδι σου»· μιλήστε μας για την επιλογή του τίτλου!
«Είναι έκφραση πόθου και είναι και ευχή. Οι δύο ηρωίδες αυτό θέλουν, και αυτό ήθελαν πάντα -να γίνουν η μία το τραγούδι στα χείλη της άλλης. Έκαναν επιλογές που απομάκρυναν, σχεδόν εξαφάνισαν τις πιθανότητες να γίνει η ευχή τους πραγματικότητα. Πέρασαν δεκαετίες, και τώρα έχουν μια δεύτερη ευκαιρία. Η οποία, όμως, απαιτεί γενναιότητα και μεγάλες θυσίες».
Είστε συγγραφέας και σκηνοθέτης του έργου. Πώς είναι το έργο που γράφει κανείς να το βλέπει να παίρνει σάρκα και οστά -πόσο μάλλον όταν έχει συμβάλλει ουσιαστικά σε αυτήν την μετουσίωση από το χαρτί στη θεατρική σκηνή;
«Είναι εκπληκτική εμπειρία. Με πολλή ευθύνη και πολλή δουλειά που πρέπει να κάνεις, αλλά συνάμα ένα από τα πιο δημιουργικά πράγματα που θα μπορούσε να κάνει κάποιος στη ζωή του.
Είναι συναρπαστικό να βλέπεις δύο ταλαντούχους ηθοποιούς να αγκαλιάζουν και να καταλαβαίνουν το έργο σου. Να το εμπιστεύονται. Και μετά να το “χτίζουν”, όπως λέμε. Να κάνουν την προσωπική δουλειά τους εκτός πρόβας και να έρχονται με κάτι καινούργιο, με μια καινούργια στρώση κατανόησης, όλο και πιο κοντά στο μέρος και την κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι ρόλοι τους. Η καθοδήγηση του σκηνοθέτη έχει τη σημασία της, αλλά το θέατρο είναι οι ηθοποιοί. Κι έτσι, έρχεται η πρεμιέρα, και μόνος πλέον ανάμεσα στο κοινό, βλέπεις οι λέξεις που είχες κάποτε βάλει στο χαρτί να έχουν ζωντανέψει και να έχουν γίνει κάτι που κάνει τους ανθρώπους να γελάνε, να συγκινούνται και να σκέφτονται».
Λίγα λόγια σας για το έργο και την υπόθεσή του.
«Είναι η ιστορία δύο γυναικών που έχουν ζήσει μαζί συναρπαστικά νιάτα και έναν συναρπαστικό, κρυφό έρωτα. Τελικά, επιλέγουν να συνεχίσουν τη ζωή τους πιο συμβατικά, υπακούοντας στα κοινωνικά και οικογενειακά “πρέπει”. Είκοσι χρόνια αργότερα, σύζυγοι και μητέρες πλέον και λιγότερο ευτυχισμένες απ’ όσο θα ήθελαν, θα αγγίξουν ξανά η μία την άλλη. Οι μνήμες και τα συναισθήματα θα φουντώσουν, θα απειλήσουν τις “στρωμένες” ζωές τους, θα οδηγήσουν σε μεγάλα διλήμματα και θα απαιτήσουν τεράστιες θυσίες.
Είναι ένα ρεαλιστικό έργο, και ως τέτοιο έχει στιγμές γέλιου, πικρίας, χαράς, πόνου. Όπως και η ζωή, την οποία το θέατρο παρατηρεί και αναλύει».
Πιστεύετε στις δεύτερες ευκαιρίες;
«Ναι, βέβαια. Η ζωή είναι μακρύ, περίπλοκο και απρόβλεπτο ταξίδι. Τα σχέδιά μας, και πολύ περισσότερο τα όνειρά μας, δεν πραγματοποιούνται “με την πρώτη”. Οι δεύτερες ευκαιρίες μας επιτρέπουν να δοκιμάσουμε κάτι διαφορετικό, έχοντας την σοφία που μας δίνουν οι πρώτες απόπειρες. Μπορεί να μην “βγήκαν”, αλλά μας δίδαξαν. Είναι ευλογία να μπορείς να ξαναδείς κάποιες αποφάσεις σου και να σου δίνεται η δυνατότητα να τις αναθεωρήσεις. Είναι σαν να κάνεις “undo” στη ζωή! Αν μπορείς να θυσιάσεις αυτά που πρέπει για να αρπάξεις τη δεύτερη ευκαιρία, δηλαδή».
Πώς νιώσατε όταν πήρατε το κρατικό βραβείο για πρωτοεμφανιζόμενους συγγραφείς “Χρύσα Σπηλιώτη” για το έργο σας «Τέσσερις Γυναίκες Αποχωρούν»; Και, σκέφτεστε να το ανεβάσετε κάποτε στη σκηνή;
«Ήταν μια αναπάντεχη, τεράστια τιμή. Επειδή γράφω από τα 15 μου, έχω περάσει πολλές στιγμές που αναρωτήθηκα αν ο τρόπος που έχω επιλέξει να υπηρετήσω αυτό το πράγμα οδηγεί τελικά κάπου. Το “Χρύσα Σπηλιώτη” ήταν σαν κάποιος να μου λέει: “ναι ρε φίλε, κάπου οδηγεί!” Όχι ότι η βράβευση, όσο σημαντική και να είναι, είναι κάποιο είδος “τερματισμού”. Κάποιος που ασχολείται με το θέατρο οφείλει να συνεχίζει να το υπηρετεί, όχι καβαλώντας καλάμια αλλά μαθαίνοντας απ’ ό,τι κάνει και προσπαθώντας πάντα να αγγίζει τους ανθρώπους.
Μέχρι σήμερα δεν έχουμε ανεβάσει τις Τέσσερις Γυναίκες, κυρίως επειδή πρόκειται για μια πολύ απαιτητική παραγωγή, απ’ όλες τις απόψεις. Νομίζω, όμως, ότι πλησιάζει η ώρα!»
Eπόμενα σχέδιά σας;
«Αν με ρωτούσατε πριν μία εβδομάδα, θα σας έλεγα κάτι με πολλή σιγουριά, για το οποίο όμως τις τελευταίες μέρες έχω αρχίσει να έχω δεύτερες σκέψεις. Οπότε δεν θα σας πω τίποτα· μόνο ότι σκοπεύω να συνεχίσω να υπηρετώ το θέατρο».
Ταυτότητα Παράστασης
Κείμενο – σκηνοθεσία: Χρήστος Άνθης
Μουσική παράστασης / στίχοι & μουσική για το τραγούδι «Φως»:Μανώλης Μπονιάτης
Κοστούμια: Σοφία Ιωακειμίδη
Σκηνικά: Όλγα Γεωργιάδου
Φώτα – Ήχος: Σάββας Σουρμελίδης
Εικαστικό poster: Δημήτρης Κουμεντακάκος
Επεξεργασία εικαστικού / Lettering: Λευτέρης Βλαχάκης
Φωτογραφίες: Κωνσταντίνος Νανόπουλος
Επικοινωνία: Χρύσα Ματσαγκάνη
Παίζουν: Μαριάνθη Γεωργιάδη, Εβελίνα Σιγάλα
Το τραγούδι ακούγεται από τις φωνές της Ελένης Μαυρίδη και της Χριστίνας Χρήστου.