Μετά την περσινή επιτυχία, η «Π.Ο.Π – Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης» του Θανάση Κριτσάκη επιστρέφει για λίγες παραστάσεις, στις 2, 3, 4, 9, 10, 11 Νοεμβρίου, στο Απαράμιλλον [Παράσχου 87, Γκύζη].
Στη ανατρεπτική παράσταση, έξι ηθοποιοί συναντιούνται σε έναν θεατρικό χώρο για να παρουσιάσουν κομμάτια «της ελληνικότητας», όπως τα γνωρίζουμε μέσα από την «καφενειακή λογική».
Ο Θανάσης Κριτσάκης μίλησε μαζί μας.
Μια περιγραφή της παράστασης; Τι θα δει ο θεατής;
«Στην σκηνή θα παρουσιαστεί ένα γλέντι στην αυλή ενός επαρχιακού σπιτιού στα χρόνια της ελληνικής οικονομικής κρίσης. Με αφορμή μια γιορτή που δεν μας αποκαλύπτεται, έξι ήρωες της εργατικής τάξης -και ταυτόχρονα έξι ηθοποιοί- θα συναντηθούν για να διασκεδάσουν. Η διαφορετικότητα όμως της ιδεολογίας τους και των εργασιακών τους συνθηκών, θα τους οδηγήσει στο σπάσιμο του αστικού καθωσπρεπισμού, σε απρόσμενες συγκρούσεις και στη χρήση βίας. Πρόκειται, μάλλον, για μία γνώριμη δυστοπία που μισεί να απολαμβάνει ο Έλληνας θεατής. Ένα θέαμα που γεύεται ο καθένας στο δικό του οικογενειακό ουρανίσκο».
Στην παράσταση μάς λέτε ότι μέλημά σας είναι να αναδείξετε δομικά στοιχεία «της ελληνικότητας». Αλήθεια, τι θα ορίζατε εσείς ως «ελληνικότητα», ποια χαρακτηριστικά της Ελλάδας του σήμερα θέλετε να αναδείξετε;
«Όπως γνωρίζουμε μέσα από την πολιτική θεωρία, κάθε έθνος χρειάζεται ένα συγκεκριμένο αφήγημα πάνω στο οποίο μπορεί να δομηθεί. Το αφήγημα αυτό περιλαμβάνει διάφορα στοιχεία όπως τη γλώσσα, τη θρησκεία, τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά του κάθε τόπου κ.ά. Αυτά τα χαρακτηρίστηκα οφείλουν να είναι ιδιαίτερα για να μπορούν να λειτουργούν ως “ιδιαίτεροι αρμοί” μεταξύ “ιδιαίτερων πολιτών” και άρα να εξασφαλίζουν τη συνοχή και τη συνέχεια ενός συγκεκριμένου έθνους-κράτους. Αυτά τα στοιχεία είναι που ήθελα να αποτυπώσω στην παράσταση. Προσπάθησα να πάρω ένα δείγμα μέσα από συνεντεύξεις και να εξάγω κάποια κοινά χαρακτηριστικά, ώστε να κατανοήσω τον ιδιαίτερο τρόπο σκέψης του Έλληνα πολίτη.
Στο δεύτερο σκέλος του ερωτήματος, θα απαντούσα ότι δεν πρόκειται, μάλλον, για χαρακτηριστικά που βρίσκονται σε μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, αλλά για αυτά που διατρέχουν την ελληνική Ιστορία, για παγιωμένες μορφές αλήθειας που διοχετεύονται μέσα από την ελληνική παιδεία και λειτουργούν ως μηχανισμοί καθημερινής συμπεριφοράς και δράσης. Ίσως έχουμε να κάνουμε με τρόπους ιδεολογικής χειραγώγησης που εξασφαλίζουν την ύπαρξη κοινής εξουσίας και τη διαιώνιση του ελληνικού κράτους».
Μιλάτε για «παραδοσιακό καφενείο» και «εργατική τάξη». Δε βρίσκετε ότι στις μέρες μας ακούγονται όροι σχεδόν παρωχημένοι, μιας άλλης Ελλάδας…;
«Μιλάω για “Καφενειακή Λογική”. Μιλάω για μία βασική λειτουργία του Έλληνα πολίτη: την εκτόνωση των πολιτικών συγκρούσεων σε ένα τραπέζι, γύρω από μια φιάλη με αλκοόλ και τέσσερις μεζέδες. Πιστεύω ότι οι Έλληνες πολίτες νιώθουν πάντα μία απόσταση από την κρατική εξουσία: “Αυτοί και Εμείς”. Αυτή η απόσταση, όμως, δεν οδηγεί ούτε στη συνέχιση της κοινωνίας, από κοινού, αλλά ούτε και στην ανατροπή της. Οδηγεί σε μία έλλειψη εμπλοκής με τα κοινά και στην εκτόνωση των συγκρούσεων μεταξύ των πολιτών. Η κλασσική εικόνα των δύο παππούδων που κάθονται σε ένα καφενείο και μαλώνουν για τα πολιτικά, μη έχοντας την δύναμη να δουν ότι ο εχθρός είναι άλλος, έχει απλά μεταφερθεί σε νέους τόπους, με νέους τρόπους και για νέους λόγους στους σύγχρονους Έλληνες.
Όσον αφορά το ζήτημα του όρου της “εργατικής τάξης”: στο σύγχρονο εργασιακό τοπίο, μάλλον, πρέπει να μελετήσουμε σύγχρονες αναλύσεις και να ασπαστούμε νέους όρους που θα μας βοηθήσουν στην κατανόηση του νέου.
Παρόλα αυτά, εργατική τάξη πάντα θα υπάρχει, άσχετα αν έχουν δημιουργηθεί και άλλες ταξικές κατηγορίες και υποκατηγορίες. Ασχέτως προσωπικής πεποίθησης, χρησιμοποιώ τον όρο με την κλασική του έννοια: οι συνεντεύξεις, οι οποίες αποτελούν και το κείμενο της παράστασης, πάρθηκαν από ανθρώπους που εκτελούν χειρωνακτικές εργασίες, όπως εκτελούσαν και οι γονείς τους, είναι χαμηλόμισθοι και έχουν ή είχαν εξαρτημένη σχέση εργασίας».
Οι ιστορίες που αφηγούνται οι ηθοποιοί είναι εμπνευσμένες από πραγματικά γεγονότα. Πώς τις καταγράψατε; Ποιους προσεγγίσατε; Μιλήστε μας για τη διαδικασία αυτή.
«Το κείμενο που λέγεται στη σκηνή είναι κατά ενενήντα τοις εκατό αποσπάσματα συνεντεύξεων που πάρθηκαν από το οικείο μου περιβάλλον, το 2017. Πρόκειται για ποιοτική έρευνα, για συνεντεύξεις μίας ώρας περίπου η κάθε μία, στις οποίες όλοι οι συνεντευξιαζόμενοι απαντούσαν στις ίδιες ερωτήσεις. Αυτό το υλικό δόθηκε ατόφιο στους ηθοποιούς για να αρχίσουν να συγκροτούν έναν χαρακτήρα. Κάθε ηθοποιός πήρε το υλικό από έναν και μόνο συνεντευξιαζόμενο. Έπειτα από πειραματισμό στην πρόβα και δραματουργική επεξεργασία φτάσαμε στο τελικό κείμενο και στον τρόπο παράστασής του».
Καλλιτεχνικά σχέδια για το προσεχές μέλλον;
«Ναι, ήδη έχω ξεκινήσει τη δραματουργική επεξεργασία καινούργιας παράστασης και άμεσα θα ξεκινήσει και η διαδικασία των προβών. Πρόκειται για το “Sadmen”, όπου συναντάμε πέντε καταθλιπτικούς σούπερ ήρωες μέσα στο ξεπεσμένο και βρόμικο οχυρό τους, να αφηγούνται σε έναν ξένο το λαμπρό παρελθόν τους και να τον εκπαιδεύουν για την είσοδο στην ομάδα. Πρόκειται για μία αλληγορία, για ανθρώπους που ένιωσαν ότι έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν τον κόσμο και, τελικά, ο κόσμος τους νίκησε».
Ταυτότητα Παράστασης
Σκηνοθεσία/ Δραματουργία/ Montage: Θανάσης Κριτσάκης
Σκηνογραφική/ Ενδυματολογική Επιμέλεια: Δάφνη Αηδόνη, Νίκος Παπαδόπουλος
Φωτισμοί/ Φωτογραφίες/ Κάμερα: Ελένη Χούμου
Βοηθός Σκηνοθέτη: Πηνελόπη Γρηγοριάδου
Σχεδιασμός Αφίσας: Νίκος Παπαδόπουλος
Επί Σκηνής: Κωσταντίνος Δαλαμάγκας, Πένυ Ελευθεριάδου, Δημήτρης Καστανιάς, Ειρήνη Κυριακού, Άλκηστις Πολυχρόνη, Δημήτρης Χατζημιχαηλίδης