Δύο ζευγάρια που έχουν από ένα παιδί και μια εργένισσα σε κατάσταση κρίσης· τους ενώνει ένα life style απόλαυσης εν μέσω του κενού τους εαυτού.
Έχοντας αντιθετικές κουλτούρες, διαφορετικές θρησκείες και εναλλακτικές αξίες, παραθερίζουν στην άκρη του κόσμου, στο μαγευτικό Ακαπούλκο, απολαμβάνοντας τα ατελείωτα ποτά τους στην πισίνα ενός υπερ-πολυτελούς ξενοδοχείου… «57 αστέρων» -όπως διαφημίζονται τα ευαγή αυτά «μαυσωλεία» της μπλαζέ ζωής.
Στην παράσταση πρωταγωνιστεί ο ηθοποιός Κωνσταντίνος Πασσάς· μίλησε μαζί μας.
Οι πρώτες σκέψεις σας όταν διαβάσατε το έργο;
«Σκέφτηκα ότι πρόκειται για ένα έργο δυνατό, ουσιαστικό, επίκαιρο με επιρροές από Μπέκετ και Ιονέσκο, με στοιχεία μαύρης κωμωδίας και ψυχολιγικού θρίλερ αλλά και με αποχρώσεις τραγωδίας. Με μηνύματα, εναλλαγές συναισθημάτων και με πολύ ενδιαφέροντες και απαιτητικούς ρόλους. Αδημονούσα να δω το σκεπτικό του σκηνοθέτη μας Γρηγόρη Καραντινάκη για το ανέβασμα του έργου και έχω να πω ότι από την πρώτη στιγμή ενθουσιάστηκα με την οπτική του και τον τρόπο προσέγγισής του· κάτι που αποτυπώνεται ξεκάθαρα και στην παράστασή μας».
Ποιος είναι ο ρόλος σας και πώς τον προσεγγίσατε;
«Ο ρόλος μου είναι ο Ρουμί, που μαζί με τη σύζυγό του, Ζουζού, έχουν μια κόρη, τη Σέλμα, η οποία με συχνά τηλεφωνήματα τους αναστατώνει τις διακοπές μέχρι το απροχώρητο. Ο Ρουμί είναι πραγματιστής, ορθολογιστής, τεχνοκράτης. Διαθέτει πρακτική σκέψη και αντιλαμβάνεται τον κόσμο μόνο σαν προϊόν των αισθήσεων ενώ απεχθάνεται τις φιλοσοφίες και τα διάφορα ιδεαλιστικά ρεύματα.
Αρχικά, προσπάθησα να βρω τα κοινά στοιχεία που έχω εγώ με τον Ρουμί. Στη συνέχεια, δημιούργησα το βιογραφικό του ρόλου μου, σε σχέση με το παρελθόν του, τους στόχους του, την πορεία του. Φρόντισα να βρω το σώμα του, τον λόγο του και τη σχέση του με τους άλλους ήρωες του “Θερισμού”. Αλλιώς ξεκινάει και αλλιώς καταλήγει. Όταν τον κατακλύζουν ακραία γεγονότα, η εικόνα του ισχυρού και απόλυτου Ρουμί αποδομείται, ώστε να φανερωθεί η βαθιά του απόγνωση και απελπισία και, συνεπώς, η δυστυχία που κρυβόταν κάτω από το φίλτρο της επίπλαστης ευδαιμονίας, του νεοπλουτισμού και της προσωπικής του κοσμοθεωρίας».
Γιατί πιστεύετε ότι ο συγγραφέας επέλεξε να στήσει το έργο του σε ένα τροπικό νησί, που θυμίζει παράδεισο;
«Προφανώς γιατί ήθελε σταδιακά να μετατρέψει τις ονειρεμένες διακοπές των ηρώων σε έναν πραγματικό εφιάλτη. Και αντιστικτικά, η επιλογή ενός επίγειου παραδείσου φαντάζει ιδανικός προορισμός για να καταλήξει σε μία κόλαση. Επιπλέον, γιατί το Ακαπούλκο απέχει 36 ώρες μακριά από τον τόπο διαμονής των χαρακτήρων, οι οποίοι, αφελώς, πιστεύουν ότι θα αφήσουν πίσω όλα τους τα προβλήματα και θα βυθιστούν σε μια νιρβάνα παραθερισμού. Αν, όμως, δεν έχεις λύσει τα προβλήματα, που ο ίδιος έχεις δημιουργήσει και σε απασχολούν, με τρόπο ουσιαστικό και αποτελεσματικό και συνεχίζεις να εθελοτυφλείς, θα σε ακολουθούν όσο μακριά και αν πας· και, μάλιστα, με μια οδυνηρή κατάληξη, όπου ο “θερισμός” (θάνατος) φαντάζει ως η μόνη λύση, η μόνη λύτρωση».
Ποια μηνύματα μεταφέρει ο «θερισμός» στον θεατή;
«Θίγει θέματα όπως η έλλειψη επικοινωνίας, η έλλειψη αγάπης, η έλλειψη φροντίδας. Κάνει λόγο για τη φθορά, τον εγωκεντρισμό, την απώλεια, την ανάγκη ανεύρεσης νοήματος στη ζωή, για τη σχέση γονιών και παιδιών αλλά και των συζύγων μεταξύ τους, για τις εξαρτημένες ερωτικές σχέσεις και τους κακοποιητικούς έρωτες· τέλος, για την απάθεια, την αδράνεια, την πνευματική καθίζηση και τη μετατόπιση της ζωής μόνο στο φαίνεσθαι».
Και κάποιες από τις αντιδράσεις των θεατών;
«Οι θεατές γελούν αρκετά, γιατί όπως ήδη ανέφερα το έργο και η παράσταση διαθέτουν υποφώσκον χιούμορ, αλλά κυρίως συγκινούνται και σοκάρονται. Ταυτίζονται με τους ήρωες που είναι στη σκηνή αλλά και με αυτούς που αναφέρονται ή συμμετέχουν με άλλον τρόπο στο έργο. Γενικώς, αιφνιδιάζονται. Τους παίρνουμε αρχικά μαζί μας σε έναν κόσμο ανάπαυλας και φαινομενικής ηρεμίας και στη συνέχεια οδηγούνται σε δύσκολα και ακραία μονοπάτια. Βιώνουν το δίπολο παράδεισος-κόλαση, όνειρο-εφιάλτης».
Πώς βλέπετε το μέλλον του ελληνικού θεάτρου;
«Το βλέπω δημιουργικό, ανήσυχο, ζωντανό. Είναι ένας οργανισμός το θέατρο που εξελίσσεται και ωριμάζει. Χρειάζεται, όμως, ο καλλιτεχνικός κλάδος την ουσιαστική στήριξη της πολιτείας και όχι την υποτίμηση και την υποβάθμισή του για να μπορέσει να παραμείνει ζωντανός, να δημιουργεί και να προσφέρει στο κοινό παραστάσεις επιπέδου και υψηλής αισθητικής».
Τελικά, θερίζουμε ό,τι σπέρνουμε;
«Όντως ό,τι σπέρνεις θερίζεις. Και όσον αφορά τους χαρακτήρες του έργου, θα έλεγα επίσης “των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν”, αλλά ακόμα κι όταν το “κακό” τους βρίσκει αποτελούν μία εκδοχή του “στου κουφού την πόρτα όσο θέλεις βρόντα”. Καμία ουσιαστική μετακίνηση. Και όπως έλεγαν και οι αρχαίοι “αλαζονεία-ύβρις-τιμωρία”. Όλες οι επιλογές, οι πράξεις αλλά και οι παραλείψεις έχουν ένα τίμημα. Αργά ή γρήγορα το πληρώνεις. Το θέμα είναι όταν εμπλέκονται και άλλα, αθώα πρόσωπα μέσα σε αυτή την νομοτέλεια.
Δυστυχώς, στον “Θερισμό” επιβεβαιώνεται το “αμαρτίες γονέων παιδεύουσι τέκνα”.
Ταυτότητα Παράστασης
Συγγραφέας: Δημήτρης Δημητριάδης
Σκηνοθεσία: Γρηγόρης Καραντινάκης
Σκηνικά-Κοστούμια: Γρηγόρης Καραντινάκης
Μουσική: Παύλος Παυλίδης
Κινησιολογία: Γιάννα Μελλά
Φωτισμοί: Χρήστος Τσαμπάς
Φωτογραφίες: Bill Patrick
Φωτογραφίες Παράστασης: Πηνελόπη Γερασίμου
Κατασκευή κοστουμιών: Atelier Τσιούνη
Γραφιστικά: Γιάννης Σιμιτσής
Επικοινωνία: Χρύσα Ματσαγκάνη
Social Media: Social Wave
Παραγωγή: URBAN THEATRE
Οργάνωση παραγωγής: Καίτη Αυγουστάκη
Ερμηνεία: Βίβιαν Κοντομάρη, Γιάννης Σιαμσιάρης, Έλενα Μαρσίδου, Κωνσταντίνος Πασσάς, Ηρώ Κισσανδράκη