Στα 18 του, ο Αντρέι Γκαβρίλοφ είχε πετύχει στόχους που για τους περισσότερους πιανίστες παραμένουν άπιαστα όνειρα για όλη τους τη ζωή. Μετά από μόλις ένα εξάμηνο φοίτησης στο Ωδείο της Μόσχας, ήταν ο νικητής του πρώτου βραβείου στον Διεθνή Διαγωνισμό Τσαϊκόφσκι, ενώ την ίδια χρονιά έκανε το ντεμπούτο του στο περίφημο Φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ αντικαθιστώντας τον θρυλικό Σβιατοσλάβ Ρίχτερ.
70’s: Στην κορυφή
Μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια, ο Γκαβρίλοφ έχτισε το όνομα ενός από τους πολλά υποσχόμενους νέους σολίστ, πραγματοποιώντας έως και ενενήντα συναυλίες τον χρόνο – πριν ακόμα ολοκληρώσει τις σπουδές του. Σταθμοί μέσα σε αυτή την πενταετία υπήρξαν η ευρωπαϊκή περιοδεία με τη Φιλαρμονική του Βερολίνου, το βραβείο Gramophone, αλλά και η πρόταση του Χέρμπερτ φον Κάραγιαν να ηχογραφήσουν μαζί τα τέσσερα κοντσέρτα του Ραχμάνινοφ παρόλο που ο Γερμανός αρχιμουσικός επέλεγε σπάνια να τα ερμηνεύσει.
Η απότομη παύση
Ωστόσο, τον Δεκέμβριο του 1979, κι όταν όλα φαίνονταν να κυλούν επιτυχώς για τον νεαρό πιανίστα, δεν εμφανίζεται ποτέ στις πρόβες με τον Κάραγιαν για την ηχογράφηση του Δεύτερου Κοντσέρτου του Ραχμάνινοφ. Ο λόγος; Είχε πρόσφατα εκφραστεί αρνητικά για το σοβιετικό καθεστώς. Οι αρχές κατάσχεσαν το διαβατήριό του, έκοψαν τη γραμμή του τηλεφώνου του και του επέβαλαν έναν ιδιότυπο κατ’ οίκον εγκλεισμό με στρατιωτικούς να τον παρακολουθούν μονίμως. Σύμφωνα με τον ίδιο, «προς το τέλος, οι πολιτοφύλακες που με παρακολουθούσαν είχαν την άδεια να με σκοτώσουν. Ένας από αυτούς μου έδειξε ένα χαρτί υπογεγραμμένο από τον Γιούρι Αντρόπωφ στο οποίο έγραφε ότι οι αρχές δεν θα ενοχλούνταν αν μου συνέβαινε κάποιο θανατηφόρο ατύχημα».
80’s: Εγκαταλείποντας την Ρωσία
Η κατάσταση άλλαξε το 1985 μετά την παρέμβαση του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ και ο Γκαβρίλοφ έγινε ο πρώτος Ρώσος καλλιτέχνης που του δόθηκε η άδεια να παραμείνει στη Δύση χωρίς να χρειαστεί να κάνει αίτηση για πολιτικό άσυλο. Οι New York Times τον χαρακτήρισαν «σπουδαίο καλλιτέχνη» μετά το ντεμπούτο του στο Carnegie Hall, ενώ ακολούθησαν ρεσιτάλ σε όλο τον κόσμο και διεθνείς διακρίσεις για τις ηχογραφήσεις του με τις δισκογραφικές EMI και Deutsche Grammophon. Στις αρχές τις δεκαετίας του ’90 φαινόταν πως όλος ο κόσμος της κλασικής μουσικής «κρεμόταν» από τις άκρες των δαχτύλων του.
90’s: Αιφνίδια απόφαση
Κι όμως, το 1993, ο Γκαβρίλοφ αποφασίζει να αποσυρθεί για δύο χρόνια από την ενεργό δράση. Ένα διάστημα που εν τέλει θα διαρκούσε οκτώ χρόνια. «Δεν ήμουν ικανοποιημένος με τον εαυτό μου. Βρισκόμουν στην κορυφή της καριέρας μου, τα είχα όλα, έδινα πολλές συναυλίες. Από υλική άποψη τα πήγαινα πολύ καλά. Αλλά ήξερα ότι αν συνέχιζα με αυτόν τον τρόπο δεν θα γινόμουν ποτέ ο καλλιτέχνης που ονειρευόμουν. Ελεύθερος, πρωτότυπος, ιδεαλιστής, εκτός της λεγόμενης μουσικής βιομηχανίας, η οποία σαν όρος είναι απόλυτα αντιφατικός. Η μουσική δεν μπορεί να είναι βιομηχανία· η μουσική δεν είναι σαν να παράγεις τρακτέρ», εξηγεί ο ίδιος για αυτή του την απόφαση.
Πίσω από τις νότες
Ο Γκαβρίλοφ είναι από αυτούς τους ερμηνευτές που πασχίζουν να βρουν το νόημα πίσω από κάθε φράση των συνθετών. «Οι μουσικολόγοι πιστεύουν ότι η μουσική είναι κάτι που δεν χρειάζεται αποκωδικοποίηση. Ότι πρέπει απλώς να χρησιμοποιούμε τη διαίσθησή μας. Για εμένα αυτό δεν ήταν ποτέ αρκετό. Κατά τη γνώμη μου, η κλασική μουσική δεν είναι μια μορφή τέχνης, αλλά ένα σύνθετο πολιτισμικό φαινόμενο που συνδυάζει την τέχνη, τη φιλοσοφία, την λογοτεχνία, την ποίηση, την επιστήμη της όρασης, τα μαθηματικά, τις εικαστικές τέχνες, την ψυχολογία, τη θρησκεία, την ιστορία, συναισθηματικές καταστάσεις και εγκεφαλικές διεργασίες που εκφράζονται σε τόνους. Κι όλα αυτά διατηρώντας ζωντανή την “ανθρώπινη ψυχή”», λέει χαρακτηριστικά.
00’s: Επιστροφή στη σκηνή
Κατά τη διάρκεια των οκτώ χρόνων της απουσίας του, μελέτησε φιλοσοφία και δούλεψε ριζικά πάνω στην τεχνική του. Η θριαμβευτική επιστροφή του έγινε το 2001 στο Ωδείο της Μόσχας, όπου μέσα σε μια βραδιά ερμήνευσε τέσσερα κοντσέρτα. «Όταν συσσωρεύονται μέσα μου νέες ιδέες, τότε αυτές ενσωματώνονται στη μουσική μου και επιδιώκω να έρθω σε επαφή με ανθρώπους για να μοιραστώ αυτές τις νέες ιδέες». Τα τελευταία χρόνια έχει εγκατασταθεί μόνιμα στην Ελβετία και έχει επανέλθει δυναμικά στις συναυλιακές αίθουσες αναλαμβάνοντας συχνά εκτός από τη σολιστική ερμηνεία και τη μουσική διεύθυνση. Οι συναυλίες του αποτελούν κορυφαίο καλλιτεχνικό γεγονός για κοινό και κριτικούς που σχεδόν τον θεοποιούν με τίτλους όπως «Ο πιανίστας που έπεσε στη γη» The Guardian (2006).
Η συναυλία στην Αθήνα
Ο στοχαστής του πιάνου, Αντρέι Γκαβρίλοφ, συμπράττει στις 20 Οκτωβρίου με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών σε δύο απαιτητικά κοντσέρτα. Πρόκειται να προσφέρει στο κοινό τη δική του μοναδική και βαθυστόχαστη ανάγνωση. Για αρχή, παρουσιάζει το Πρώτο Κοντσέρτο για πιάνο του Σεργκέι Προκόφιεφ. Μια νεανική σύνθεση ενδεικτική της ιδιοφυίας του συνθέτη της. Με τα λόγια του σολίστ, το έργο αντικατοπτρίζει «τη χαρά, ενός θετικού, έξυπνου και υγιέστατου νέου ανθρώπου».
Από την άλλη, το Κοντσέρτο για αριστερό χέρι του Μωρίς Ραβέλ, το δεύτερο έργο που θα ερμηνεύσει είναι για εκείνον «ένα σπουδαίο μουσικό έργο με φιλοσοφικές διαστάσεις, το οποίο εγείρει τα πιο σημαντικά υπαρξιακά προβλήματα της ανθρωπότητας». Ο Ραβέλ έγραψε το έργο μετά από παραγγελία του πιανίστα Πωλ Βιτγκενστάιν, ο οποίος έχασε το δεξί του χέρι στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. «Μπροστά μας αποκαλύπτονται σε μουσικές εικόνες η φρίκη του πολέμου, ο εσωτερικός κόσμος ενός ατόμου που έχει περιέλθει σε απάνθρωπες συνθήκες, οι συνέπειες που στερούν από ένα άτομο το μέλλον αν παραμείνει στην πραγματικότητα της αρχαίας ανθρώπινης φύσης[…]» λέει μεταξύ άλλων για το έργο ο Αντρέι Γκαβρίλοφ.
Αναμφισβήτητα, ένας μοναδικός ερμηνευτής που βουτά στα άδυτα της μουσικής, ο Γκαβρίλοφ θα ανέβει στη σκηνή της αίθουσας Χρήστος Λαμπράκης του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών για να μεταδώσει στους ακροατές τη «ζωντανή συνείδηση» των συνθετών που πρόκειται να ερμηνεύσει. Για εκείνον, άλλωστε, η μουσική είναι «μια ανώτερη μορφή φιλοσοφίας που θα ζει και θα εξελίσσεται όσο υπάρχουν άνθρωποι».
INFO:
Εναρκτήρια Συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών
Παρασκευή 20 Οκτωβρίου, 20:30
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών