Το Μουσείο είναι αφιερωμένο στο έργο του ζωγράφου Γιάννη Γαΐτη και της γλύπτριας Γαβριέλλας Σίμωσι, με σκοπό την παρουσίαση, ανάδειξη και προώθηση της πολυσχιδούς εικαστικής δημιουργίας των δύο δημιουργών, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.
Η Υπουργός Πολιτισμού σημείωσε ότι «Το μακρινό 1994, ήταν η πρώτη φορά που έγινα κοινωνός της ιδέας ότι θα πρέπει να υπάρξει ένα τέτοιο μουσείο. Ήταν ο τότε Δήμαρχος, Γιώργος Πουσσαίος, που μοιράστηκε μαζί μου τις σκέψεις του. Λίγα χρόνια αργότερα ως Γενική Γραμματέας του ΥΠΠΟ χειριστήκαμε την ένταξη του έργου και της κατασκευής του Μουσείου στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα του Υπουργείου Πολιτισμού του Γ´ Κοινοτικού Πλαισίου 2000-2006».
Η Λίνα Μενδώνη υπογράμμισε ότι το Μουσείο Γαΐτη- Σίμωσι «εντάσσεται αρμονικότατα στο φυσικό τοπίο της Ίου, χάρη στην αρχιτεκτονική του, που μεταβολίζει γόνιμα όλα τα χαρακτηριστικά της παραδοσιακής κυκλαδίτικης αρχιτεκτονικής, για να τα μετουσιώσει σε ένα μοντέρνο οικοδόμημα, ενσωματώνοντας ταυτόχρονα, με διορατικότητα, στοιχεία του έργου του Γαΐτη και της Σίμωσι, περικλείοντας μια έκδηλη βιωματική διάσταση που το συνδέει αναπόσπαστα με την Ίο», καθώς «πηγάζει από τον έρωτα του δημιουργού Γιάννη Γαΐτη για το νησί». «Αυτή τη συνέχεια, με την ακάματη και πολύχρονη προσπάθειά της δίνει η Λορέττα Γαΐτη που συναντά, πολύ γρήγορα, την ένθερμη αποδοχή των κατοίκων και την έμπρακτη υλική και ηθική στήριξη του Δήμου, αλλά και την ενθάρρυνση του ΥΠΠΟ».
Όπως τόνισε η Υπουργός, το «Μουσείο Γαΐτη-Σίμωσι αντιπροσωπεύει σήμερα ένα επιτυχημένο παράδειγμα ουσιαστικής πολιτιστικής αποκέντρωσης, ένα παράδειγμα που αξίζει να γίνει υπόδειγμα. Η πολιτιστική αποκέντρωση και η διάχυση του πολιτισμού συμπεριλαμβάνεται στις δημόσιες πολιτικές και της Περιφέρειας και του Υπουργείου και αποτελεί προτεραιότητά μας. Αποτελεί, όμως, εξαιρετικά ευτυχή συγκυρία όταν οι πολιτικές αυτές υιοθετούνται, υποστηρίζονται και εν τέλει εκφράζονται και συντηρούνται από τη συνδυασμένη αρμονική δράση ιδιωτών και τοπικών κοινωνιών. Τα αφαιρετικά και απρόσωπα ανθρωπάκια του Γαΐτη, το δεσπόζον λευκό στη γλυπτική τέχνη της Σίμωσι, οι καμπύλες γραμμές της αρχιτεκτονικής του κτιρίου, το άσπρο μάρμαρο του δαπέδου και των βάθρων των συνθέσεων ανακαλούν τις μορφές των ειδωλίων, έκφρασης ενός ιδιαίτερου πολιτισμού που αναπτύχθηκε εδώ, χάρη και στις ιδιάζουσες γεωμορφολογικές και κλιματολογικές συνθήκες: τη θέση, το μέγεθος, την πολυμορφία και τα ιδιότυπα χαρακτηριστικά αυτής της μοναδικής αιγαιοπελαγίτικης πολυνησίας».
Η κατασκευή του κτιριακού συγκροτήματος εξαιρετικής αισθητικής, καταλαμβάνοντας περί τα 2.000 τ.μ., υλοποιήθηκε από τον Δήμο Ιητών με πόρους από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Πολιτισμός» 2000-2006 του ΥΠΠΟ. Πρόσφατα, διενεργήθηκαν εργασίες συντήρησης με την υποστήριξη του Δήμου Ιητών και χρηματοδότηση από το Αναπτυξιακό Πρόγραμμα Ειδικού Σκοπού Νοτίου Αιγαίου.Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός έγινε από το ζευγάρι αρχιτεκτόνων, Jacques Charrat και Λορέττα Γαΐτη, η οποία επιμελήθηκε, επίσης, τη μουσειολογική μελέτη. Η μόνιμη έκθεση εκτυλίσσεται σε 2 βασικά κτίρια. Στο «Κτίριο Γαΐτη» παρουσιάζονται έργα από την παλαιότερη περίοδο δημιουργίας του ζωγράφου, καθώς και πίνακες, εγκαταστάσεις και κατασκευές γύρω από τα εμβληματικά «ανθρωπάκια» που κυριαρχούν μεγαλοπρεπώς σε όλον τον χώρο. Στο «Κτίριο Σίμωσι» φιλοξενούνται τα γλυπτά της εικαστικού, με κυρίαρχο το λευκό χρώμα, καθώς και κολάζ με έντονα υπερρεαλιστικά στοιχεία.
Στην τελετή εγκαινίων παρέστησαν ο Αναπληρωτής Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων αρμόδιος για θέματα Αθλητισμού Γιάννης Βρούτσης, η Αναπληρώτρια Υπουργός Υγείας Ειρήνη Αγαπηδάκη, οι Βουλευτές Κυκλάδων, Κατερίνα Μονογυιού και Μάρκος Καφούρος, ο Περιφερειάρχης Νοτίου Αιγαίου Γιώργος Χατζημάρκος, ο Δήμαρχος Ιητών Γκίκας Γκίκας.
Ο χαιρετισμός της Υπουργού Πολιτισμού
Εξοχώτατη κυρία Πρόεδρε της Ελληνικής Δημοκρατίας,
Είναι μεγάλη η χαρά όλων μας, που απόψε είστε μαζί μας, σε αυτή την πολύ σημαντική μέρα για τη Νιο. Μια μέρα χαράς, μια μέρα πανηγυριού, καθώς ένα εξαιρετικά σημαντικό έργο για το νησί, αλλά και για τον πολιτισμό των Κυκλάδων, ολοκληρώθηκε. Ένα σημαντικό εγχείρημα με πορεία πολλών χρόνων έφθασε στο τέλος της κατασκευής και της δημιουργίας του και αποδίδεται στους Ιήτες, τους Κυκλαδίτες και στους χιλιάδες επισκέπτες των νησιών μας.
Το «Μουσείο Γαΐτη-Σίμωσι» ανοίγει πανηγυρικά τις πύλες του, χάρη στις πολύχρονες και πολύμοχθες προσπάθειες του Δήμου Ιητών, που σήμερα εκπροσωπείται από τον φίλο Γκίκα Γκίκα, και της Λορέττας Γαΐτη, της κόρης του Γιάννη Γαΐτη και της Γαβριέλλας Σίμωσι.
Η πρώτη φορά, που έγινα κοινωνός της ιδέας της δημιουργίας αυτού το Μουσείου στη Νιο, ήταν το μακρινό 1994, όταν ο, επίσης φίλος, Γιώργος Πουσαίος, δήμαρχος του νησιού από το 1991 ως το 2009, μοιράστηκε μαζί μου τις σκέψεις του. Η αλήθεια είναι ότι ο Γιώργος, στη μακρά θητεία του στον Δήμο, επένδυσε συστηματικά στον Πολιτισμό. Επί των ημερών του, βρήκε στέγη το Αρχαιολογικό Μουσείο, κατασκευάστηκε το υπαίθριο θέατρο «Οδυσσέας Ελύτης», ιδρύθηκε το Λαογραφικό Μουσείο, ενώ συνεργαστήκαμε στενά για την ανάδειξη του λεγόμενου «Τάφου του Ομήρου» και κυρίως για την ανάδειξη του προϊστορικού οικισμού του Σκάρκου, ενός από τους σημαντικότερους οικισμούς των Κυκλάδων της τρίτης χιλιετίας. Στο όραμα της δημιουργίας της πολιτιστικής διαδρομής «5.000 χρόνια ιστορίας σε 5 χιλιόμετρα» εντάσσεται και το Μουσείο «Γαϊτη-Σίμωσι», του οποίου πρώτος πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου υπήρξε ο αγαπημένος Αγγελος Δεληβοριάς.
Αργότερα, ως Γενική Γραμματέας του Υπουργείου Πολιτισμού χειρίστηκα την ένταξη του έργου της κατασκευής του κτηρίου του Μουσείου στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Πολιτισμός» του Γ΄Κοινοτικού Πλαισίου 2000-2006. Ασφαλώς, το Μουσείο Γαΐτη-Σίμωσι είναι πολλά παραπάνω από ένα κέλυφος που στεγάζει εμβληματικά έργα των δύο δημιουργών. Χωροθετημένο σε σημείο με άπλετη θέα στο Αιγαίο, εντάσσεται αρμονικότατα στο φυσικό τοπίο της Ίου, χάρη στην αρχιτεκτονική του, που μεταβολίζει γόνιμα όλα τα χαρακτηριστικά της παραδοσιακής κυκλαδίτικης αρχιτεκτονικής, για να τα μετουσιώσει σε ένα μοντέρνο οικοδόμημα, ενσωματώνοντας ταυτόχρονα με διακριτικότητα στοιχεία του έργου του Γαΐτη και της Σίμωσι.
Και κάτι παραπάνω, το Μουσείο περικλείει μια έκδηλη βιωματική διάσταση, που το συνδέει αναπόσπαστα με την Ίο. Είναι η ανακάλυψη της Ίου από τον Γαΐτη, στις αρχές της δεκαετίας του 1960, στο κοινό του ταξίδι με τον στενό του φίλο Ζαν-Μαρί Ντρο. Από τότε ο Γαΐτης και λίγο αργότερα η Σίμωσι ταυτίζονται με το νησί. Η επιλογή, συνεπώς, της Λορέττας Γαΐτη να δημιουργήσει ένα ίδρυμα-κιβωτό του έργου των γονέων της στην Ίο έχει έκδηλα συναισθηματικά ελατήρια. Χειραφετείται, όμως, αν διερμηνεύω σωστά τις προθέσεις της, από την ίδια και καταλήγει να χαρίζει όχι μόνο στο νησί, αλλά στις Κυκλάδες και το Αιγαίο, ένα νέο, σπουδαίο τοπόσημο τέχνης. Επανασυστήνοντας σε όλους μας το έργο των γονιών της, σε ένα αγαπημένο για τους ίδιους τόπο, και, κυρίως, διαχέοντάς το, κοινωνικά και γεωγραφικά, σε νέα κοινά και νέους τόπους.
Το τυποποιημένο μικρόσωμο ανθρωπάκι με το στρογγυλό καπέλο, το στρογγυλό καπέλο και το ριγέ κουστούμι, που ο Γαΐτης ανέπτυξε σε απειράριθμες παραλλαγές και σε πολλές εφαρμογές, έχει αναπαραχθεί τόσο πολύ, που αποτελεί μια εξαιρετικά οικεία σε όλους φιγούρα, έχοντας μεταρσιωθεί και στον χώρο της ποπ κουλτούρας. Αλληγορία του μαζικοποιημένου ατόμου, αποπνέει ειρωνεία για την πραγματικότητα, αλλά και τρυφερότητα για τον άνθρωπο που συμπιέζεται εντός του πλήθους. Το ανθρωπάκι, ως μοτίβο, κυριαρχεί και στο Μουσείο και μας καλεί να το ανασηματοδοτήσουμε στον σημερινό κόσμο, να επαναπροσδιορίσουμε τον άνθρωπο της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, που συμπιέζεται και αυτός σε νέες πραγματικότητες, που μεταβάλλονται ταχύτατα.
Το Μουσείο Γαΐτη-Σίμωσι μας καλεί να επανατοποθετήσουμε αυτή τη γνώριμη φιγούρα σε νέο πλαίσιο. Μας κινητοποιεί, παράλληλα -και αυτό, νομίζω, είναι το σημαντικότερο- να θεαθούμε παράλληλα το εικαστικό σύμπαν και των δύο δημιουργών, της Γαβριέλλας Σίμωσι και του Γιάννη Γαΐτη, να αναζητήσουμε ομοιότητες, να εντοπίσουμε αμφίδρομες επιρροές, να απολαύσουμε εντέλει μια ζωή και ένα έργο που εκτυλίσσονται παράλληλα.
Κυρία Πρόεδρε,
Το Μουσείο Γαΐτη-Σίμωσι, αντιπροσωπεύει, σήμερα, ένα επιτυχημένο παράδειγμα ουσιαστικής πολιτιστικής αποκέντρωσης. Ένα παράδειγμα που αξίζει να γίνει υπόδειγμα. Μιας αποκέντρωσης αρχικά αυθόρμητης, που δεν σχεδιάζεται συστηματικά από τις κεντρικές δομές του Πολιτισμού. Και αυτό το καθιστά μοναδικό. Πηγάζει από τον έρωτα του ίδιου του δημιουργού για το νησί, στον οποίο δίνει συνέχεια, με την ακάματη και πολύχρονη προσπάθειά της, η Λορέττα Γαΐτη, που συναντά πολύ γρήγορα την ένθερμη αποδοχή των κατοίκων και, κατόπιν, την έμπρακτη, υλική και ηθική, στήριξη του Δήμου τους, αλλά και την ενθάρρυνση του Υπουργείου Πολιτισμού.
Η πολιτιστική αποκέντρωση και η διάχυση του Πολιτισμού συμπεριλαμβάνεται στις δημόσιες πολιτικές μας και στις προτεραιότητες του Υπουργείου, σήμερα. Αποτελεί, όμως, εξαιρετικά ευτυχή συγκυρία, όταν οι πολιτικές αυτές υιοθετούνται, υποστηρίζονται και εν τέλει εκφράζονται και συντελούνται από τη συνδυασμένη αρμονική δράση ιδιωτών και τοπικών κοινωνιών.
Το Μουσείο αποτελεί, πλέον, αναπόσπαστο στοιχείο της πλούσιας και πολυσχιδούς πολιτιστικής φυσιογνωμίας της Ίου και των Κυκλάδων, αυτού του μοναδικού πολυνησιακού συγκροτήματος του Αρχιπελάγους. Τα αφαιρετικά κι απρόσωπα ανθρωπάκια του Γαϊτη, το δεσπόζον λευκό στην γλυπτική τέχνη της Σίμωσι, οι καμπύλες γραμμές της αρχιτεκτονικής του κτηρίου, το άσπρο μάρμαρο του δάπεδου και των βάθρων των συνθέσεων, ανακαλούν τις μορφές των ειδωλίων, έκφρασης ενός ιδιαίτερου πολιτισμού που αναπτύχθηκε, εδώ, χάρη και στις ιδιάζουσες γεωμορφολογικές και κλιματολογικές συνθήκες, τη θέση, το μέγεθος, την πολυμορφία και τα ιδιότυπα χαρακτηριστικά της αιγαιοπελαγίτικης πολυνησίας.
Κλείνοντας, θέλω να συγχαρώ και να ευχαριστήσω θερμά όλους όσους κατέβαλαν κόπο και πόνο, χρόνο και πόρους για τη σημερινή πανηγυρική στιγμή, που το Μουσείο Γαΐτη-Σίμωσι ανοίγει τις πύλες του στον κόσμο.
Τη Λορέττα Γαΐτη, για την επιμονή της, που δικαιώνεται απολύτως από το αποτέλεσμα, όλους τους συντελεστές της σύλληψης και της εκτέλεσης της ιδέας της δημιουργίας του Μουσείου και, ασφαλώς, στο πρόσωπο του σημερινού Δημάρχου, διαχρονικά τον Δήμο Ιητών για τη συνεχή και ουσιαστική στήριξη του εγχειρήματος.
Να είναι το Μουσείο καλοτάξιδο στον «κόσμο τον μικρό, τον μέγα».