Η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη παρακολούθησε τις εργασίες συντήρησης του ευρήματος των «Δεσμωτών του Φαλήρου», που εκτελεί συστηματικά η Εφορεία Αρχαιοτήτων Πειραιώς και Νήσων.
Πρόκειται για το εύρημα των 78 αλυσοδεμένων ανθρωπίνων σκελετών, που αποκαλύφθηκαν, το 2016, στο πλαίσιο σωστικής ανασκαφής στην Εσπλανάδα του Κέντρου Πολιτισμού «Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος».
Το εύρημα χρονολογείται στο β΄ μισό του 7ου αι. π.Χ. Είναι άνδρες που έχουν εκτελεστεί στο σημείο εκείνο για άγνωστους λόγους και τα σώματά τους τάφηκαν με τις αλυσίδες τους σε τρεις συστάδες. Η πρώτη συστάδα αποτελείται από δύο ομάδες δεσμωτών. Η στάση του σώματος των δεσμωτών της πρώτης ομάδας δείχνει ότι οι σκελετοί έφεραν ακόμα τα δεσμά τους. Οι δεσμώτες της δεύτερης ομάδας ήταν απλώς δεμένοι με τα χέρια πίσω, χωρίς μεταλλικά δεσμά. Χωρίς μεταλλικά δεσμά ήταν και οι δεσμώτες της δεύτερης συστάδας. Στην τρίτη συστάδα οι σκελετοί φέρουν σιδηρά δεσμά στους καρπούς των χεριών τους.
Μετά την ανακάλυψη των «Δεσμωτών», το οστεολογικό υλικό τους ήταν εκτεθειμένο σε φθορές λόγω των περιβαλλοντικών συνθηκών. Στις φθορές συντελεί και η γειτνίαση με τον υδροφόρο ορίζοντα καθώς και η συνεχής ανερχόμενη υγρασία, σε συνδυασμό με την ύπαρξη αλάτων και τη διαρκή ανακρυστάλλωσή τους. Η Εφορεία Αρχαιοτήτων κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια για τη διάσωση και τη συντήρηση των ευρημάτων, ενώ τη μέριμνα των σχετικών εργασιών έχει το αρμόδιο Τμήμα Συντήρησης της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πειραιώς και Νήσων.
Από την αποκάλυψή του έως το τέλος του 2022, το οστεολογικό υλικό δεχόταν την φροντίδα των συντηρητών της Εφορείας Αρχαιοτήτων κατά χώραν. Όμως, δεδομένων των περιβαλλοντικών συνθηκών, της γειτνίασης με τον υδροφόρο ορίζοντα, τη συνεχή ανερχόμενη υγρασία, σε συνδυασμό με την ύπαρξη αλάτων και την διαρκή ανακρυστάλλωσή τους, αποφασίστηκε –μετά την ομόφωνα θετική γνωμοδότησή του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου- η προσωρινή μετακίνησή του από το χώρο εύρεσής του σε κατάλληλα διαμορφωμένη παρακείμενη θέση, επάνω σε υπόβαση σκυροδέματος. Οι εργασίες μετακίνησης έγιναν, στις αρχές του 2023, με ολίσθηση επάνω σε σιδερένιες ράγες για τις δυο πρώτες συστάδες και από γερανοφόρο όχημα για την τρίτη συστάδα, αφού πρώτα το οστεολογικό υλικό εγκιβωτίστηκε σε ξύλινες κατασκευές και το σύνολο του ευρήματος συγκρατήθηκε με την κατασκευή μεταλλικού χωροδικτυώματος. Για τον έλεγχο των περιβαλλοντικών συνθηκών εγκαταστάθηκε εντός του προσωρινού κελύφους μηχανολογικός εξοπλισμός ύγρανσης-αφύγρανσης και κλιματισμού ενώ οι συνθήκες καταγράφονται διαρκώς μέσω ηλεκτρονικών καταγραφέων.
Στο σύνολο του σκελετικού υλικού εκτελούνται επεμβάσεις πρόληψης και σωστικές επεμβάσεις συντήρησης. Στόχος είναι η διατήρηση και η προστασία του ευρήματος, αλλά και της της ταφονομίας, διάταξης των σκελετικών καταλοίπων. Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στις εργασίες συγκράτησης των πρανών του σκάμματος, ώστε να μην υπάρξει επιβάρυνση των οστών. Εκτελούνται συνεχώς στερεωτικές επεμβάσεις, καθώς και επεμβάσεις ενίσχυσης του οπλισμού προστασίας. Να σημειωθεί η δυσκολία στην εκτέλεση των εργασιών συντήρησης, καθώς η πρόσβαση στο εύρημα είναι δυσχερής.
Παράλληλα, ολοκληρώνεται ο διαγωνισμός για την επιλογή του αναδόχου για την κατασκευή του μουσειακού κελύφους προστασίας και ανάδειξης του ευρήματος, στην ίδια θέση στην οποία αποκαλύφθηκαν. Το έργο, προϋπολογισμού περίπου 6.500.000 ευρώ χρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανάκαμψης. Το κέλυφος αποτελείται από υπόγειο χώρο περίπου 450 τ.μ. για την προστασία του σκελετικού υλικού, και ενός επίγειου, έκτασης περίπου 425 τ.μ., που θα φιλοξενεί το εποπτικό υλικό, τις υποδομές λειτουργίας και τους χώρους εξυπηρέτησης των επισκεπτών.
Οι αρχές του σχεδιασμού της κτηριακής υποδομής είναι αφ΄ενός μεν η αρμονική ένταξη του επίγειου τμήματος στην διαμορφωμένη Εσπλανάδα, και αφ΄ετέρου η διαμόρφωση ενός λιτού υπογείου κελύφους για την επανατοποθέτηση των «δεσμωτών», το οποίο θα επιτρέπει τη βέλτιστη θέαση και κατανόησή τους από τους επισκέπτες. Το σύνολο της μουσειακής υποδομής έχει σχεδιαστεί ώστε να είναι καθολικά προσβάσιμο.