Το αρχαίο τείχος είναι δομημένο με κυβόλιθους, ενώ το βυζαντινό με επαναχρησιμοποιημένους αρχαίους κυβόλιθους, αργές πέτρες και συνδετικό υλικό κονίαμα. Η τελευταία φάση κατοίκησης του χώρου ανάγεται στον 13ο-14ο αιώνα κατά τους οποίους η ακρόπολη παρουσίαζε την εικόνα μιας καστροπολιτείας.
Στην προηγούμενη Προγραμματική Περίοδο-ΕΣΠΑ 2007-2013 (α΄ φάση του έργου) πραγματοποιήθηκαν από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Λάρισας εργασίες συντήρησης και ανάδειξης της οχύρωσης και των ορατών αρχαίων/βυζαντινών δεξαμενών στην περιοχή του διάσελου, ενώ εντοπίστηκαν, έστω και αποσπασματικά, τμήματα λιθόστρωτων δρόμων και κτιριακών λειψάνων κοσμικής και λατρευτικής χρήσης χρονολογούμενα στα υστεροβυζαντινά χρόνια.
Στην παρούσα Προγραμματική Περίοδο-ΕΣΠΑ 2014-2020 (β΄ φάση του έργου) οι εργασίες συνεχίζονται στο ανατολικό και δυτικό πλάτωμα της ακρόπολης. Αποκαλύφθηκαν πλήρως τα σωζόμενα τμήματα της αρχαίας και βυζαντινής οχύρωσης και ειδικότερα στο δυτικό τμήμα, όπου διατηρούνται σε καλή κατάσταση αλλά και ικανοποιητικό ύψος. Έτσι, αποσαφηνίστηκε το σύνολο της πορείας των τειχών της ακρόπολης και ήλθαν στο φως νέα κατασκευαστικά στοιχεία σχετικά με αυτά. Παράλληλα, στο ανατολικό πλάτωμα ανασκάφθηκαν δύο μεγάλες δεξαμενές νερού βυζαντινών χρόνων, οι οποίες ήταν μερικώς ορατές. Η μία από αυτές εφάπτεται τετράγωνου πύργου, που αποτελούσε τον κεντρικό πύργο κατόπτευσης της ακρόπολης, αποτελώντας με αυτόν ένα ενιαίο αρχιτεκτονικό κατασκεύασμα. Την περίοδο αυτή και μέχρι τέλους του χρόνου, οπότε το έργο περαιώνεται, πραγματοποιούνται εργασίες συντήρησης της οχύρωσης και των λοιπών λιθόκτιστων δομών, ενώ έχουν ολοκληρωθεί οι διάδρομοι κίνησης των επισκεπτών κατά μήκος των τειχών αλλά και στο εσωτερικό της ακρόπολης.
Με την ολοκλήρωση και της β΄ φάσης του έργου, ο χώρος της ακρόπολης Φαρσάλων θα αποτελεί πλέον ένα εκτεταμένο, πευκόφυτο αρχαιολογικό πάρκο με δροσιά και άπλετη θέα ολόγυρα στη νότια θεσσαλική πεδιάδα, που μπορεί να προσεγγίσει κάποιος και με τα πόδια από τη σύγχρονη πόλη και άμεσα να γίνει μέρος της ιστορίας της.