Skip to main content

Παράσιτα στο Διάστημα

Πολλές οι ταινίες αυτής της εβδομάδας, και με έντονη ελληνική παρουσία

© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη

Ευχάριστα παρακολουθείς το «Mickey 17», τη νέα ταινία του Μπονγκ Τζουν-Χο, του σκηνοθέτη των «Παράσιτων» που επιστρέφει τώρα με μια αγγλόφωνη παραγωγή (στο στήσιμο της οποίας έχει βάλει το χεράκι του και ο Μπραντ Πιτ).

Η ιδέα, κατ’ αρχάς, έχει πλάκα: Στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον, ένας φαντάρος του διαστήματος πεθαίνει ξανά και ξανά, με ένα νέο «αντίγραφο» του να παράγεται κάθε φορά που η αποστολή του τελειώνει, ας πούμε, αιφνιδιαστικά. Και η αποστολή του εδώ είναι να αποικίσει έναν μακρινό πλανήτη στον οποίο η ανθρωπότητα προσβλέπει να μεταναστεύσει. Ο Μάρκ Ράφαλο και η Τόνι Κολέτ ενσαρκώνουν μια βερσιόν του ζεύγους Τραμπ, και οι καμποτινισμοί τους σου σπάνε λίγο τα νεύρα, όμως ο Ρόμπερτ Πάτινσον είναι εξαιρετικός στον πρώτο ρόλο, και ο Τέρι Γκίλιαμ, ως βαθιά επιρροή, σώζει το φιλμ από την έκπτωση στη μπαλαφάρα. Με άλλα λόγια, διασκεδάζεις – και εκτιμάς φυσικά το όλο σκηνογραφικό ντελίριο. Η ταινία όμως, έχω την αίσθηση, διατείνεται πως λέει και κάτι πιο σοβαρό, και εδώ έχουμε πρόβλημα. Τίποτα σοβαρό δεν ακούγεται με ντουντούκα.

Το δικό του κινηματογραφικό σύμπαν στήνει ο σκηνοθέτης Χάρης Ραφτογιάννης στο «Ποτάμι», μια ιδιοσυγκρασιακή ρομαντική κομεντί, καμωμένη με στοιχεία ετερόκλητα. Εδώ, μια μεγάλη λεωφόρος χωρίζει τον κόσμο της προόδου από τους απολίτιστους, και ο Μάκης Παπαδημητρίου, κάτοικος του πρώτου, ερωτεύεται την Στεφανία Σωτηροπούλου, που ανήκει στους «απέναντί». Έχει, κατ’ αρχάς, μια τσαχπινιά η ματιά της ταινίας έτσι όπως, χωρίς να αρνηθεί την καλλιέπεια, κρύβει έναν σαρκασμό στο στυλιζάρισμα της – και οι ηθοποιοί συντονίζονται πλήρως με αυτή τη συχνότητα. Προσωπικά βρήκα εδώ ένα χιούμορ που μου θύμισε πολύ το αναρχικό χιούμορ του Γιουγκοσλάβικου σινεμά της δεκαετίας του ’80 (η ερμηνεία του Χάρη Φραγκούλη φέρει πολλά από τα υφολογικά γνωρίσματα αυτής της σχολής) και είναι ένα ευτύχημα όταν πιάνεις τον εαυτό σου να διασκεδάζει με μια ελληνική ταινία που δε μοιάζει με τις άλλες.

Μένοντας στο ελληνικό σινεμά, όλα δείχνουν αλφαδιασμένα στο «Κρέας» του Δημήτρη Νάκου, που διαδραματίζεται στην ελληνική επαρχία, όπου ο γιος ενός χασάπη δολοφονεί τον γείτονα που διεκδικεί μέρος της γης τους. Και λέγοντας «αλφαδιασμένα» εννοώ πως η φροντίδα της παραγωγής ξεχωρίζει από το πρώτο καρέ. Όμως, η διαρκώς «ταραγμένη» φωτογραφία αφαιρεί πόντους από το δράμα, επιδιώκοντας να προσδώσει σ’ αυτό έναν ρεαλισμό που δεν αφομοιώνεται ποτέ – αν και αυτή ίσως και να ήταν μια συνειδητή επιλογή καθώς, σεναριακά, όλα μοιάζουν νομοτελειακά: Στην αρχή, αισθάνεσαι πως γνωρίζεις ακριβώς πως θα εξελιχθεί η ιστορία, και στο τέλος επιβεβαιώνεσαι. Όταν όμως το σασπένς απουσιάζει σεναριακά, πως να αναδειχθεί κινηματογραφικά; Ξεχωρίζει ο Ακύλλας Καραζήσης και η Μαρία Καλλιμάνη από το καστ.

Στις «5 Σεπτεμβρίου» του 1972, μια αμερικανική ομάδα αθλητικών ρεπόρτερ αναγκάστηκε λόγω των συνθηκών να μεταπηδήσει από το αθλητικό ρεπορτάζ στη ζωντανή κάλυψη των ισραηλινών αθλητών που κρατήθηκαν όμηροι. Πρόκειται για εξαιρετικά σφιχτοδεμένο «δημοσιογραφικό» θρίλερ που πιάνει ένα γνωστό περιστατικό από μια άλλη γωνία, ρίχνοντας ουσιαστικά κλεφτές ματιές σε μια εποχή που η δημοσιογραφία ήταν όντως λειτούργημα, και οι μεγάλοι επαγγελματίες του χώρου έπαιρναν την υπογραφή τους στα σοβαρά. Πάντα ευχάριστο, επίσης, να ακούς διαλόγους που δεν έχουν «ξεσκονιστεί» για λόγους πολιτικής ορθότητας.

Ο Χάλφνταν Ούλμαν Τέντελ, εγγονός του Μπέργκμαν και της Ούλμαν, έφυγε με Χρυσή Κάμερα από τις Κάννες για το «Ενημέρωση γονέων», όπου οι γονείς δύο εξάχρονων παιδιών, μάχονται για την αλήθεια, όταν ο ένας γιος κατηγορείται για ανάρμοστη συμπεριφορά – και μάλιστα σεξουαλικής φύσεως. Μπερδεμένα τα πράγματα, και κινηματογραφικά (η ταινία κυριολεκτικά ολισθαίνει στον αισθητικό παραλογισμό όσο περνά η ώρα) αλλά και σεναριακά (οι ανατροπές τις είναι είτε ακατανόητες, είτε κραυγαλέες στις σημάνσεις τους). Και η αλήθεια είναι πως το πρώτο μέρος της σε προετοιμάζει για κάτι πολύ καλύτερο από το – εξωφρενικό – κλεισιμό της.

Για τα παιδιά πάντως υπάρχει το υπέροχο «Ο Σιρόκο και το Βασίλειο των Ανέμων», ένα σουρεάλ animation από τη Γαλλία όπου δυο μικρά κορίτσια «γλυστρούν» στο σύμπαν του αγαπημένου τους βιβλίου. Ιδανικό αντίδοτο για όσους έχουν «πήξει» στο φτηνιάρικο παιδικό θέαμα αλλά – προς τιμήν τους – δεν «παρκάρουν» τα παιδιά στον κινηματογράφο για να κάνουν τα ψώνια τους.

Τέλος, οι φίλοι του ντοκιμαντέρ – και όχι μόνον αυτοί! – καλά θα κάνουν να αναζητήσουν το «Πανελλήνιον» των Σπύρου Μαντζαβίνου και Κώστα Αντάραχα, ένα φιλμ για το γνωστό καφενείο σκακιστών στη Μαυρομιχάλη. Τι θέμα! Πρόκειται για το πιο βαθιά ελληνικό φιλμ που είδαμε τα τελευταία χρόνια (βάζω μέσα και τις ταινίες μυθοπλασίας) καθώς το καφενείο αυτό αποτελεί την αφορμή, μια ψηφίδα που διαστέλλεται τόσο ώστε στο τέλος αγκαλιάζει μέσα της ολόκληρη την Ελλάδα που χάνεται από την επέλαση του gentrification και της παγκοσμιοποίησης – και γι’ αυτό είναι τόσο πολύτιμο. Την ίδια στιγμή, οι σκηνοθέτες δεν παίζουν ούτε στιγμή το παιχνίδι της ρετρό νοσταλγίας, απεναντίας στέκονται σε μια απόσταση ιδανική ανάμεσα στο τότε και στο τώρα, βρισκόμενοι κι αυτοί σε κάποιου είδους limbo, από το ασπρόμαυρο στο έγχρωμο, από το φιλμ στο ψηφιακό, από την ανάμνηση στο βίωμα.