© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Όταν ο διάσημος Βραζιλιάνος συγγραφέας Μαρσέλο Πάιβα άρχισε να γράφει το 2015 τα απομνημονεύματά του, με τίτλο «Είμαι ακόμα εδώ», τίτλος και της ταινίας που μας απασχολεί σήμερα, βασικό του μέλημα ήταν η καταγραφή και η διατήρηση της μνήμης, καθώς η μητέρα του, Γιούνες Πάιβα, είχε μόλις ξεκινήσει να χάνει τη δική της.
Ζούσε με τη νόσο Αλτσχάιμερ για πάνω από μια δεκαετία – με αποτέλεσμα να ξεχάσει το παρελθόν της ως σημαίνουσα δικηγόρος και ακτιβίστρια για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Βραζιλία. Μεγάλο μέρος της δουλειάς της είχε αφιερωθεί στα δικαιώματα των γηγενών, αλλά η δια βίου επιδίωξη της για δικαιοσύνη ήταν προσωπική υπόθεση: ο πρώην σύζυγός της και πατέρας του Μαρσέλο, Ρούμπενς Πάιβα, μηχανικός και πρώην βουλευτής, συνελήφθη από τη στρατιωτική αστυνομία και εξαφανίστηκε βίαια στις 20 Ιανουαρίου 1971. Με φροντίδα και μεγάλη προσοχή στη λεπτομέρεια, στοιχεία τεχνικά μεν, αλλά που μαρτυρούν εντέλει και την αγάπη του Βάλτερ Σάλες για την αληθινή ιστορία, την οποία το φιλμ του αφηγείται αποφεύγοντας όλους εκείνους τους μελοδραματισμούς που θα μπορούσαν να προκύψουν απ’ αυτήν. Είναι αυτή ακριβώς η ψυχραιμία που επιτρέπει στο δράμα να συναντήσει την πραγματικότητα. Μια επιλογή με τη δική της πολιτική σημασία – γιατί σκηνοθετώ, δε θα πει μόνο φτιάχνω ωραία πλάνα.
Αν και μερικές φορές, η καλλιέπεια ενός ωραίου πλάνου μπορεί και να σας κόψει στα δύο. Θα σας τύχει, αν συντονιστείτε με τη συχνότητα που εκπέμπει το σινεμά του Γιάννη Βεσλεμέ. Θυμάστε, ελπίζω, τη «Νορβηγία» του, πριν έντεκα χρόνια (πως πέρασαν…) με τον Βαγγέλη Μουρίκη ως βρικόλακα σε μια «φανταστική» Αθήνα του 1984. Τότε είχαμε γράψει: «Η ταινία του Γιάννη Βεσλεμέ είναι ένας φωτισμένος με neon διάδρομος που συνδέει τις αναμνήσεις μιας γενιάς με το τώρα». Στη νέα του ταινία με τίτλο «Αγαπούσε τα λουλούδια περισσότερο», οι πρωταγωνιστές προσπαθούν να κατασκευάσουν μια χρονομηχανή για να επαναφέρουν τη νεκρή τους μητέρα, αλλά εντέλει την φτιάχνει ο ίδιος ο Βεσλεμές, και μάλιστα δίχως ποτέ να αφήσουμε τον χώρο όπου όλα συμβαίνουν. Στους τοίχους (και τους κήπους) αυτού του σπιτιού ξανοίγεται ένα σύμπαν που γνέφει με νόημα προς το Νέο Ελληνικό Σινεμά του Νίκου Νικολαΐδη (πρωτίστως), αλλά και του Πανουσόπουλου ή του Βεργίτση, αναφορικά με αυτή την ανάλαφρη αυθάδεια των ηρώων, που παιδιαρίζουν καταστροφικά ενώ «ο κόσμος καίγεται». Πέραν της εξαίσιας δουλειάς σε ειδικά εφέ, πέραν της καλλιτεχνικής διεύθυνσης που κρατά τα πάντα σε τόνο παραμυθένιο, κρατώ αυτή την αναζωογονητική ραθυμία απέναντι στο χάος, κι ας ήθελα λίγη ιστορία παραπάνω.
Να σας πω τώρα τη μαύρη μου αλήθεια, δεν μπήκα να δω το «Τρελή από έρωτα: Μπρίτζες Τζόουνς – Η επιστροφή» με προκατάληψη. Εδώ, παρεμπιπτόντως, η Μπρίτζετ είναι χήρα εδώ και τέσσερα χρόνια, καθώς ο Κόλιν Φερθ σκοτώθηκε σε ανθρωπιστική αποστολή στο Σουδάν – εμφανίζεται όμως ως φάντασμα, όπως εμφανίζεται και ο Χιου Γκραντ, που της νταντεύει τα μικρά. Η Ρενέ Ζελβέγκερ φυσικά πρωταγωνιστεί, σε μια σειρά από αναμενόμενα κλισέ και γλυκανάλατες παρεκτροπές, με την ίδια να πείθει ελάχιστα πλέον ως 40άρα σε απόγνωση. Σημειώστε πως το φιλμ ξεπερνά τις δυο ώρες σε διάρκεια. Γιατί; Οι μικροί θεατές πάντως θα διασκεδάσουν με το «Dog Man», animation μεταφορά μιας φημισμένης σειράς κόμικ, που διαθέτει κάτι από την τρέλα των καρτούν του Τεξ Άιβερι.