Skip to main content

Ένα καλό blockbuster!

Πολλά χρόνια είχαμε να δούμε ένα τέτοιο, και έχουμε κάθε λόγο να χαιρόμαστε με το «Twisters»

«Στον ανεμοστρόβιλο του πάθους» έδειχναν παγιδευμένοι οι ήρωες του πρώτου Twister που είχε σκηνοθετήσει με μεγάλη επιδεξιότητα ο Γιαν Ντε Μποντ το 1996, με πρωταγωνιστές τους Μπιλ Πάξτον και Έλεν Χαντ, ένα ζευγάρι μετεωρολόγων σε κρίση αλλά και σε κίνδυνο, καθώς έτρεχαν πίσω από τους ανεμοστρόβιλους προκειμένου να δοκιμάσουν ένα πειραματικό σύστημα μέτρησης της έντασή τους. Ίδιος ο καμβάς εδώ (και πάλι επιστήμονες ρισκάρουν τις ζωές τους ερευνώντας το καταστροφικό φαινόμενο) μόνο που εδώ δεν έχουμε ένα ζεύγος που συνδέεται ερωτικά, καθώς το διακύβευμα αλλάζει: Εδώ το ζήτημα δεν είναι το ερωτικό πάθος, αλλά η συμφιλίωση: Τεξανός και «βλάχος» ο Γκλεν Πάουελ (η παραδοσιακή Αμερική), Νεοϋρκέζα η Ντέιζι Έντγκαρ-Τζόουνς («μια νέα γυναίκα της εποχής μας» που θα έλεγε κάποιος), θρασύς και τσόγλανος ο ένας, συνεσταλμένη και «καθαρή» η άλλη, οι δυο όψεις μιας χώρας που μοιάζει να βρίσκεται σε διαρκή σύγκρουση. Και το «Twisters», η νέα αυτή συνέχεια, τηρεί με προσοχή τους αφηγηματικούς και σκηνοθετικούς κανόνες που έστησε ο Ντε Μποντ σχεδόν δυο δεκαετίες μετά. Που θα πει, από τη μια φροντίζουμε τη δράση (οι σκηνές καταστροφής είναι γυρισμένες με ολοφάνερη επιδεξιότητα), και από την άλλη παραθέτουμε στην οθόνη χαρακτήρες ολοκληρωμένους, την αγωνία των οποίων μοιραζόμαστε. Καιρό είχα να δω ένα τόσο καλό blockbuster.

Πέντε εκατομμύρια θεατές μάζεψε στη γειτονική Ιταλία το «Πάντα υπάρχει το αύριο» της Πάολα Κορτελέζι με την ίδια στο ρόλο της Ντέλια, μιας βασανισμένης συζύγου στα μεταπολεμικά χρόνια: Εκείνη, μια φτωχή γυναίκα που δουλεύει σκληρά για να μεγαλώσει τα τρία παιδιά της. Εκείνος, ο άντρας δηλαδή, ένα όρθιο τομάρι που την κακοποιεί συστηματικά («Ε τι να κάνει κι αυτός, δυο πολέμους έζησε», μονολογεί η Ντέλια για να τον δικαιολογήσει. Όμως ο κόσμος αλλάζει, σε ταχύτητες που δεν υπολογίζουν καμιά «παράδοση». Γυρισμένη σε ασπρόμαυρο, με γούστο και στιλ, η ταινία διαθέτει ξεσπάσματα μαγικού ρεαλισμού (η χρήση της μουσικής έρχεται να «ντύσει» μια σκηνή κακοποίησης, μετατρέποντας την ξαφνικά σε χορευτικό νούμερο!) αλλά δε ξεχνά ποτέ τις λαϊκές ρίζες της Ιταλικής πικρής κωμωδίας, στις οποίες και ριζώνει το όλο δράμα.

Για αριστούργημα μας προετοίμαζαν με το «Longlegs», ένα θρίλερ τρόμου με τον Νίκολας Κέιτζ στο ρόλο ενός serial killer. Η Μάικα Μονρό είναι η πράκτορας του FBI που, με το χάρισμα της έκτης αίσθησης που διαθέτει, μοιάζει να βρίσκεται διαρκώς στο κατόπι του – ή στο στόχαστρο του. Μόνο που τελικά δεν μας προέκυψε μια μεγάλη ταινία: Διαθέτει τόνους ατμόσφαιρας, ομολογουμένως, αλλά από ένα σημείο και μετά τα σεναριακά χάσματα είναι τόσο μεγάλα που μένουμε λίγο ξεκρέμαστοι.

Οι φίλοι του καλού σινεμά όμως μπορούν να δουν, αποκλειστικά στη Ριβιέρα, το αριστούργημα του Μπομπ Φόσι «Η παράσταση αρχίζει», το σπουδαίο – και οργιαστικά Φελινικό – αυτοβιογραφικό μιούζικαλ όπου ο Ρόι Σάιντερ (στο ρόλο της ζωής του) ενσαρκώνει έναν καταξιωμένο χορογράφο και σκηνοθέτη που αρνείται πεισματικά να δει πως ζει μία εξουθενωτική καθημερινότητα, η οποία ορίζεται από τις πυρετώδεις προετοιμασίες για το επόμενο μιούζικαλ, το μοντάζ της τελευταίας του ταινίας και φυσικά τα μεγάλα πάθη του: τις γυναίκες, το τσιγάρο, το ποτό και τις αμφεταμίνες.