Σωστά διαβάσατε, δώδεκα. Αριθμός ασύλληπτος, αν σκεφτεί κανείς πως – σύμφωνα με τους ειδικούς – η αγορά θέλει ακόμα δέκα χρόνια για να ξεπεράσει το σοκ του κορωνοϊού. Γιατί λοιπόν συμβαίνει αυτό; Κυρίως επειδή πλησιάζει το καλοκαίρι και πρέπει κάπως τα γραφεία διανομής να ξεφορτωθούν ό,τι τους έχει μείνει στα ράφια καθώς υποχρεώνονται, βάσει συμβολαίου, να βγάλουν μια βόλτα τις ταινίες τους σε κάποια αίθουσα ούτως ώστε να τις μεταπωλήσουν σε κάποιο τηλεοπτικό κανάλι (ή κάποια πλατφόρμα). Ποιους θα ωφελήσει αυτό το μποτιλιάρισμα όμως; Σίγουρα όχι τις ταινίες, σίγουρα όχι τους αιθουσάρχες. Η πιο ενδιαφέρουσα ταινία όλων, κατά τη γνώμη μου, είναι η «Καταγωγή» της Άβα ΝτιΒερνέ που ξεκινά από την αληθινή ιστορία της δημοσιογράφου Ίζαμπελ Γουίλκερσον καθώς, μετά από ένα τραγικό συμβάν, εξετάζει τον ρατσισμό στις ΗΠΑ υπό ένα πιο διεθνές πρίσμα, ως μια πτυχή δηλαδή του παγκόσμιου φαινομένου της κάστας – ανθρώπων που τοποθετούνται ως υποδεέστεροι, με διάφορους τρόπους, σε διαφορετικούς τόπους και χρονικές στιγμές της Ιστορίας, φτάνοντας από τις ΗΠΑ ως την Ινδία, κι από το σήμερα ως τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ενώ η συναρπαστική κινηματογράφιση σφίζει από νεύρο (και μια υποβόσκουσα οργή), ταυτόχρονα εδώ αρθρώνεται μια διαλεκτική που δεν έχει ξανακουστεί με τόση καθαρότητα και ψυχραιμία στο μοντέρνο αμερικάνικο σινεμά. Είναι ένα θέμα «καυτό» και δύσκολο στο χειρισμό του, αλλά τίποτα δεν σε «πετάει» έξω, και είναι επίτευγμα αυτό.
Από δίπλα, το «Μέσα στη μέρα» του ανθρώπου – ορχήστρα Χονγκ Σανγκ-Σου (υπογράφει επίσης σενάριο, μουσική, μοντάζ και φωτογραφία), παρακολουθεί τις ζωές δυο ανθρώπων (μιας ηθοποιού και ενός ποιητή που γνωρίζει δόξα στο λυκόφως της ζωής του) που δεν συναντιούνται ποτέ, αλλά δέχονται επισκέψεις στα διαμερίσματα τους, κουβεντιάζουν για τις τέχνες, αλλά κυρίως για «τη στιγμή που περνά και χάνεται», το μεγάλο μυστήριο της ζωής που μοιάζει να χωρά ιδανικά σε μικρές, αφτιασίδωτες και φαινομενικά πανάλαφρες ταινίες σαν κι αυτή. Βγαίνεις με γλυκιά καρδιά από την αίθουσα, έστω κι αν αυτές οι ταινίες πλέον μοιάζουν σαν ένα μάταιο ανάχωμα μπροστά στον κοινωνικό ολοκληρωτισμό που μας περιβάλλει.
Για μια κινηματογραφική εμπειρία πέρα από κάθε όριο όμως, υπάρχει η «Κόναν η Βάρβαρη» (σωστά διαβάσατε), όπου ο μέγας εικονοκλάστης Μπερτράν Μαντικό ξαναδιαβάζει τον γνωστό μύθο μέσα από τη γνωστή, σουρεαλιστική και διαρκώς εκστατική του ματιά. Η ταινία, ταιριαστά, προβάλλεται μονάχα σε μεταμεσονύχτιες προβολές, και αξίζει να ανακαλυφθεί – αν και οι φαν του σκηνοθέτη στη χώρα μας, πλέον, δεν είναι και λίγοι.
Οι φίλοι της μουσικής ας πάρουν σειρά για το «Stop making sense» του Τζόναθαν Ντεμ («Η σιωπή των αμνών»), που το 1983 υπέγραψε μια από τις καλύτερες συναυλιακές ταινίες όλων των εποχών με τούτο εδώ – στο επίκεντρο φυσικά οι Talking Heads. Η επανέκδοση του σε όλο τον κόσμο υπήρξε μέγα κινηματογραφικό γεγονός. Εδώ περνάει μάλλον στα ψιλά – θέμα για πολλαπλές αναγνώσεις.
Τέλος, τις καλύτερες εντυπώσεις μου άφησε το βραβευμένο ντοκιμαντέρ της Τζέλης Χατζηδημητρίου «Λεσβία», με τη σκηνοθέτιδα να αφηγείται μια ιστορία 40 και πλέον χρόνων γύρω από την αγάπη, την κοινότητα, τις συγκρούσεις, αλλά και τι σημαίνει να νιώθει κανείς αποδεκτός, εξερευνώντας το νησί της, τη Λέσβο, και ως ντόπια, αλλά και ως ομοφυλόφιλη. Ένα χρονικό που συγκινεί, πολύτιμο στην ηθογραφική του συνεισφορά, αλλά και στην ανθρωπιά του.