Ιντιάνα Τζόουνς! Για πολλούς από εμάς, η ανακάλυψη των ταινιών της σειράς συμπίπτει με την ανακάλυψη του ίδιου του σινεμά. Και, να τα λέμε κι αυτά, ήταν έξοχη εισαγωγή στο σινεμά οι τρεις πρώτες ταινίες της σειράς, έτσι όπως ήταν καμωμένες με γνήσια αγάπη για όλη την κινηματογραφική ιστορία, ξεκινώντας από την εποχή του βωβού. Σκεφτείτε το λίγο: Αν η δική μας γενιά (κοντεύω τα 50) είχε τέτοια εξοικείωση με τις βωβές κωμωδίες του Τσάρλι Τσάπλιν ή του Χάρολντ Λόιντ (που έπαιζαν στην κρατική τηλεόραση με μεγάλη, θυμίζω, επιτυχία) αυτό το χρωστάμε στον Σπίλμπεργκ που τότε, φυσικά, δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε πόσο σπουδαίος νεωτεριστής ήταν, έτσι όπως έβαζε το παλιό μέσα στο νέο, την ίδια στιγμή που και ο ίδιος ξεκινούσε την καριέρα του στα μέσα των 70s, δηλαδή στην εποχή των πιο ουσιαστικών επεμβάσεων στην παραδοσιακή φιλμική γλώσσα. Ναι, μη κοιτάτε προς τα ‘60s, εκεί η Ευρώπη μπορεί να έκανε σοβαρή δουλειά, αλλά οι Αμερικάνοι ακόμα έπαιζαν, διασκέδαζαν δηλαδή, καθώς ξεχείλωναν τη φόρμα. Στα 70s είναι που έπεσε το δυνατό νυστέρι, και εκεί επάνω, ο Σπίλμπεργκ βρήκε έναν τρόπο να προστατέψει το σινεμά που αγάπησε, φτιάχνοντας μια… μπαμπούσκα από σελιλόιντ, όπου και το τοποθέτησε προστατευμένο από έναν ακαταμάχητο νεανικό ενθουσιασμό. Για να φτάσει, από τα «Σαγόνια του Καρχαρία», στον «Ιντιάνα Τζόουνς» που αγαπήσαμε τόσο, όσο κι αυτός το σινεμά.
Και ξέρετε, τα χρόνια της ανακάλυψης του, το 1895 δηλαδή, οι δημοσιογράφοι έγραφαν: «Επιτέλους κατακτήσαμε την αθανασία». Ήταν όμως ακόμα η αρχή. Οι ήρωες δεν είχαν ακόμα «γράψει» χιλιόμετρα σελιλόιντ, οι μεγάλοι σταρ δεν είχαν προλάβει να πεθάνουν. Ίσως με τους πρώτους θανάτους αυτών να συνειδητοποίησαν και οι υπόλοιποι πως εντέλει, οι ζωντανές αυτές μορφές, παγιδευμένες στο φιλμ, φέρνουν περισσότερο σε φαντάσματα. Και πως ξεπερνά κανείς αυτό το εμπόδιο; Ίσως οι απαντήσεις να είναι πολλές, αν όμως κοιτάζεις τον ήρωα σου ανθρωποκεντρικά, ενδεχομένως και να του επιτρέψεις να διαγράψει έναν πλήρη κύκλο, να συμφιλιωθεί δηλαδή με το αμετάκλητο – δίχως απαραίτητα να τον τινάξεις στον αέρα (Μπάρμπαρα Μπρόκολι, για σένα το λέω). Ο Τζέιμς Μάνγκολντ, που παίρνει επάξια τη σκηνοθετική σκυτάλη από τον Σπίλμπεργκ, κάνει ακριβώς αυτό στο «Ο Ιντιάνα Τζόουνς και ο Δίσκος του Πεπρωμένου», και το αντιλαμβανόμαστε σταδιακά, βλέποντας το (γεμάτο set-pieces) φιλμ και παρατηρώντας ολοένα και περισσότερο τον Ίντι. Που είναι κουρασμένος, με μια σταθερά θλιμμένη έκφραση, αλλά πάντα μάχιμος, πάντα δραστήριος, πάντα αποφασιστικός. Ναι, το μεγάλο κλου εδώ είναι ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων, και οι ελληνικές ατάκες που ακούγονται στο (αδιανόητο) φινάλε έχουν μεγάλη πλάκα αν στήσετε αυτί, αλλά η μεγάλη αξία της ταινίας φαίνεται σε αυτή την αγάπη, έτσι όπως πλησιάζει τον ήρωα της με τόση προσοχή, για να του δώσει το «κλείσιμο» που του αξίζει. Και σ’ αυτόν, και σε εμάς.