“Θα το χάσουμε το σπίτι”, φωνάζει η Πενέλοπε Κρουθ καθώς ετοιμάζεται να δηλώσει το παρών σε μια διαδήλωση που στόχο έχει να προστατέψει την πρώτη κατοικία μιας μόνης και ηλικιωμένης γυναίκας. Το πολυβραβευμένο Ισπανικό δράμα “Στα όρια” έχει τη δομή ενός πολιτικού θρίλερ (μονταζιακά και φιλμογραφικά δηλαδή, ο σκελετός της κατασκευής παραπέμπει εκεί), όμως δε θα βρείτε καμία συνομωσία στο εσωτερικό του. Άλλωστε, δεν υπάρχει λόγος, μας λέει με τον τρόπο του ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Χουάν Ντιέγκο Μπότο: Όλα γίνονται καθαρά, μπροστά στα μάτια μας – έτσι δεν είναι; Τρεις διαφορετικές ιστορίες λοιπόν, που “δένουν” μεταξύ τους όσο προχωράμε στο φινάλε, έρχονται να ζωγραφίζουν το ζοφερό πορτραίτο της σημερινής Ευρώπης – ιδίως αυτής του Νότου. Και το μεγάλο ερώτημα; Ποια είναι η επίδραση του οικονομικού στρες στις προσωπικές σχέσεις και πώς η φιλία και η αλληλεγγύη μπορούν να μας βοηθήσουν στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής; Υπάρχουν σεναριακές ευκολίες, υπάρχουν και μελοδραματικές κορώνες. Κι όμως, η ζωή πλέον είναι συχνά αυτή.
Στην Ελλάδα πάλι, έχουμε άλλους προβληματισμούς: Σε ένα κοινόβιο λοιπόν, κάπου πολύ μακριά από το αθηναϊκό κέντρο, μια ομάδα νέων συγκεντρώνεται αποφασισμένη να ζήσει τη ζωή της όπως επιθυμεί, χωρίς πλάνα, χωρίς σχέδια, χωρίς αύριο. Όλα αυτά στα βραβευμένα “Μπάσταρδα” του Νίκου Πάστρα, μια ταινία που μπορεί να δείχνει φαινομενικά άναρχη στη δομή της, τίποτα εδώ δε μοιάζει να έχει «ξεφύγει»: Ο σκηνοθέτης έκανε μια ταινία που υπηρετεί στο έπακρο τους στόχους που εκείνος έθεσε. Παίζει εξίσου Νικολαϊδικά με τα σεξουαλικά φετίχ, όχι επειδή θέλει σώνει και ντε να σοκάρει τους καημένους τους αστούς, αλλά επειδή οι ήρωες του πρέπει κάπως να διαχειριστούν το βάρος της αθωότητας τους σε έναν κόσμο που δεν τη δέχεται – και ο «έξω κόσμος» θα έρθει να πάρει την εκδίκηση του στο θεαματικό φινάλε, όταν δηλαδή βγαίνουμε στο φως του ήλιου, σε ένα σύμπαν άνυδρο, δίχως glitter, neon φώτα και ψυχή. Ταυτόχρονα όμως, και έχει σημασία αυτό, οι ήρωες του είναι σπανίως όσο αφελείς θέλουν να δείχνουν. Πίσω από τα αθώα παιχνίδια, τα σεξουαλικά πειράγματα και τους τσακωμούς, υπάρχει πάντα η γνώση πως όλα αυτά, πολύ σύντομα θα τελειώσουν.
Τα μεγάλα όπλα κατεβάζει η Disney με το live-action remake της “Μικρής Γοργόνας”, σε σκηνοθεσία του Ρομπ Μάρσαλ (“Σικάγο”), διάρκειας 135 λεπτών, δηλαδή αρκετά μεγαλύτερο από το πρωτότυπο γιατί αυτό κάνει τις ταινίες μας να δείχνουν “σοβαρές”. Έγινε ένας μικρός χαμός σχετικά με την επιλογή της αφροαμερικανίδας Χάλεϊ Μπέιλι για τον πρώτο ρόλο, αλλά οι παραγωγοί για κάτι τέτοια ζουν – το θέμα είναι να μην ασχοληθεί κανείς με την ταινία αυτή καθ’ αυτή. Γιατί το γράφω αυτό; Μα η δημοσιογραφική προβολή έγινε ενώ όλοι απουσιάζαμε στις Κάννες!