Αλλά το θέμα προφανώς δεν έχει να κάνει με την ταινία. Και είμαι βέβαιος πως ο Τιερί Φρεμό, που δεν είναι κανένας άσχετος, ήξερε λίγο – πολύ τι θα έβλεπε από τα χεράκια της Μαϊγουέν πριν καν δει το πρώτο πλάνο: Κάτι επαρκές, συναισθηματικά έντονο, αλλά σίγουρα όχι κάποιο αριστούργημα. Ορθώς όμως επέλεξε το φιλμ για «άνοιγμα» του Φεστιβάλ – έκανε αυτό που όφειλε να κάνει ως Πρόεδρος των Καννών.
Γιατί στη «Ζαν ντε Μπαρί», ένα φροντισμένο – σε επίπεδο παραγωγής – δράμα εποχής, πρωταγωνιστεί ο Τζόνι Ντεπ. Ανανεωμένος μετά τη μεγάλη δικαστική του διαμάχη, με ένα φρέσκο, ακριβοθώρητο συμβόλαιο με την Dior, και τώρα, μια μεγάλη πρεμιέρα στο σημαντικότερο κινηματογραφικό Φεστιβάλ του πλανήτη. Ο Φρεμό έχει κάθε λόγο να κοντράρει την κουλτούρα ακύρωσης, και αυτό μοιάζει να κάνει με την επιλογή του, κλείνοντας πονηρά το μάτι στις απανταχού φεμινιστικές οργανώσεις, προσμένοντας καρτερικά την κατακραυγή τους. Και όταν αυτή ήρθε, εκείνος μάλλον το ευχαριστήθηκε – γιατί Κάννες χωρίς πρόκληση είναι σα γαλλικό δείπνο χωρίς τυριά στο τέλος.
Θα μου πείτε, είναι σοβαρά πράγματα αυτά; Όχι και τόσο είναι η αλήθεια, αλλά οι Κάννες πάντοτε έπαιζαν επιδέξια με τους κανόνες της εκάστοτε εποχής. Και οι θαυμάστριες του ηθοποιού άρχισαν να συγκεντρώνονται στην Κρουαζέτ από τις δέκα το πρωί, κρατώντας αφίσες που έγραφαν «Μπράβο Τζόνι!». Ο δε ηθοποιός, χαμογελαστός και ελαφρώς σαστισμένος, έδειχνε σα να μην το πολυπίστευε, αλλά ο αμερικάνικος τύπος του την έχει ούτως ή άλλως στημένη – και γι’ αυτό από χθες άρχισε να επιτίθεται και στην ίδια τη Μαϊγουέν που, κάτι μήνες πριν, είχε φτύσει δημοσίως έναν δημοσιογράφο που δημοσιοποίησε εμπιστευτικές τους κουβέντες σε ένα αποκαλυπτικό ρεπορτάζ για τον Λικ Μπεσόν (του οποίου η Μαϊγουέν υπήρξε σύντροφος). Γιατί, προς Θεού, φυσικά και στηρίζουμε τις γυναίκες, αλλά όταν φτύνουν τους δημοσιογράφους ξεπερνούν τα όρια.