Στην τελευταία του αποστολή στο Αφγανιστάν, ο Λοχίας Τζον Κίνλι συνεργάζεται με έναν τοπικό διερμηνέα, τον Αχμέντ. Μετά από μια επίθεση με μοναδικούς επιζώντες τους δύο άντρες, ο Αχμέντ θα μεταφέρει τον τραυματισμένο Τζον σε ένα ασφαλές μέρος, χιλιόμετρα μακριά. Όταν ο Τζον γυρίσει στην Αμερική και μάθει πως ο Αχμέντ βρίσκεται σε κίνδυνο, αποφασίζει να επιστρέψει πίσω για να βοηθήσει τον φίλο του, ξεπληρώνοντας το χρέος του προτού να είναι αργά.
Λίγα λόγια για την παραγωγή
Οι πολεμικές ταινίες μπορεί να είναι το αγαπημένο κινηματογραφικό είδος του Γκάι Ρίτσι, ωστόσο μέχρι τώρα δεν είχε την ευκαιρία να σκηνοθετήσει μία. Ειρωνικά, η ιδέα για την ταινία «Άρρηκτος Δεσμός» προέκυψε κατά τη διάρκεια ανάπτυξης μιας άλλης πολεμικής ταινίας, για την οποία ο Ρίτσι χρειάστηκε να παρακολουθήσει αρκετά ντοκιμαντέρ. «Είχα ακούσει πολλές ανέκδοτες ιστορίες για το Αφγανιστάν κι όλες ακούγονταν τόσο τρομακτικές, όσο και εμψυχωτικές», αναφέρει ο Ρίτσι. «Αυτή ήταν η γένεση της ιδέας, η σκέψη όταν μπορείς να βρεις την ανθρωπιά σε ένα τραυματισμένο περιβάλλον».
Ο Τζον, ο χαρακτήρας που ερμηνεύει ο Τζέικ Τζίλενχαλ, βρίσκεται στην τελευταία του αποστολή στο Αφγανιστάν. Από τη μία, θέλει να κάνει ό, τι καλύτερο μπορεί, απ’την άλλη όμως ανυπομονεί να γυρίσει στην οικογένειά του. «Είναι υπόδειγμα ενός παλαιάς κοπής στρατιώτη∙ τίμιου, θαρραλέου, πιστού στην πατρίδα του, αλλά και στους στρατιώτες του», λέει ο Ρίτσι. Ο Τζίλενχαλ προσθέτει, «Αυτό που λάτρεψα στον χαρακτήρα είναι η καλοσύνη του. Τα τελευταία χρόνια τείνω να επιλέγω ρόλους που ο κόσμος ορίζει ως “περίπλοκους” σχετικά με τον τρόπο που περνούν την γραμμή του καλού και του κακού. Δεν ξέρω αν πιστεύω εντελώς σε αυτό. Πιστεύω πως είμαστε τρομερά περίπλοκα, συναρπαστικά πλάσματα που καταλήγουν σε απαιτητικές συνθήκες Για εμένα, ο Τζον Κίνλι είναι ένας χαρακτήρας που παρά τις δοκιμασίες του βρίσκει πάντοτε την ηθική και την ανθρωπιά του».
Όταν ο διερμηνέας του δολοφονείται, ο Τζον διαλέγει τον Αχμέντ για αντικατάστατη του. Πρώην έμπορος ηρωίνης, ο Αχμέντ άφησε τα πάντα πίσω του όταν οι Ταλιμπάν σκότωσαν τον γιο του. Η απόφασή του να γίνει διερμηνέας Αμερικανών στρατιωτών, ήταν δύσκολη, επηρεάζοντας τον τρόπο με τον οποίον τον έβλεπαν οι γνωστοί του. Οπότε όταν συστήνεται στην ταινία είναι ήδη ένας τρομερά περίπλοκος χαρακτήρας. «Ο Αχμέντ είναι άνθρωπος του δρόμου», αποκαλύπτει ο Νταρ Σαλίμ, ο ηθοποιός που ερμηνεύει τον χαρακτήρα. «Έχει κάνει ο, τι χρειάστηκε για να προστατέψει την οικογένειά του και να βγάλει τα προς το ζην. Δεν είναι ο τυπικός διερμηνέας. Ξέρει πράγματα και έχει κάνει διάφορα. Είναι αυτός ο ήσυχος, δυνατός χαρακτήρας», συμπληρώνει ο Σαλίμ.
«Η σχέση των δύο αντρών είναι τόσο συναρπαστική και περίπλοκη», παρατηρεί ο Τζίλενχαλ. «Ο Αχμέντ είναι σοφότερος από τον Τζον, έχει κύρος σε περισσότερα πεδία από τον Τζον και του σώζει τη ζωή. Η μεταξύ τους δυναμική αλλάζει διαρκώς. Την μία, ο Αχμέντ γνωρίζει πολλά, πολλά περισσότερα από τον Τζον και αντίστροφα, ενώ και οι δύο μαθαίνουν ο ένας από τον άλλον. Και λέγονται ελάχιστα. Ως ηθοποιός αγαπώ την ευκαιρία να επικοινωνήσω με κάποιον σε ένα επίπεδο πέρα της λεκτικής επικοινωνίας. Σε εμένα, έμοιαζε με Γουέστερν, η ευκαιρία να σταθείς στο χώρο, πού και πού να καβαλήσεις το άλογό σου, αλλά τα πάντα σχετίζονται με τη σχέση των δύο αντρών».
«Το ενδιαφέρον στη σχέση τους είναι πως προκύπτει περισσότερο από ανάγκη παρά από φιλία», αναφέρει ο Σαλίμ. «Ο Τζον έχει ξεμείνει με τον Σαλίμ. Είναι σε φάση, σε χρειάζομαι, είσαι ο διερμηνέας μου, αλλά σε εμπιστεύομαι; Μάλλον όχι. Το ίδιο ισχύει και απ’ την άλλη. Ναι, είσαι ο υπεύθυνος, αλλά σε εμπιστεύομαι ότι ξέρεις τι κάνεις; Φυσικά και όχι, Οπότε έχουν μια πολύ ενδιαφέρουσα δυναμική, αντί του κλασικού “είμαστε τα καλύτερα φιλαράκια”».
Τοποθεσία, τοποθεσία, τοποθεσία
Παρ’ ότι η ταινία διαδραματίζεται ως επί το πλείστον στο Αφγανιστάν, τα γυρίσματα ήταν αδύνατο να πραγματοποιηθούν εκεί. Ως πρώτη εναλλακτική, είχε επιλεχθεί η Τουρκία, την οποία ο Ρίτσι επισκέφθηκε για τα γυρίσματα της ταινίας «Operation Fortune: Η Μεγάλη Απάτη». Τελικά όμως, ύστερα από παρότρυνση του Α’ βοηθού σκηνοθέτη και συμπαραγωγού Μαξ Κιν, ως τόπος γυρισμάτων επιλέχθηκε η Ισπανία.
«Το ζήτημα είναι πως όταν ξεκινάς να γυρνάς τέτοιες ταινίες ξεχνάς εντελώς σε ποιο σημείο του κόσμου βρίσκεσαι και αποδέχεσαι πως βρίσκεσαι όπου νομίζεις ότι βρίσκεσαι. Βλέποντας παντού γύρω μου αφγανικές πινακίδες, ειλικρινά αν με ρωτούσε κανείς πού βρισκόμαστε θα του απαντούσα το Αφγανιστάν. Η έγνοια μου είναι, αν μοιάζει όντως με το Αφγανιστάν. Και τότε συγκρίνεις τις φωτογραφίες σου με τις φωτογραφίες του Αφγανιστάν και εφόσον μοιάζουν, εμένα μου αρκεί», λέει ο Γκάι Ρίτσι.
Καθοριστικό ρόλο στην επιλογή της τοποθεσίας έπαιξε και η επιλογή του Ρίτσι να χρησιμοποιήσει drones για την κινηματογράφηση, ώστε να δοθεί η αίσθηση πως όλοι βρίσκονται υπό παρακολούθηση. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να πρέπει να «κρυφτούν» εκ των υστέρων κάποια στοιχεία του τοπίου, όπως η θάλασσα.
Μιλώντας για την οπτική ταυτότητα της ταινίας, ο διευθυντής φωτογραφίας Εντ Γουάιλντ σχολίασε πως στόχος ήταν να δοθεί η αίσθηση ενισχυμένου νατουραλισμού, καθώς και να αποφευχθεί η τυπική «καφετιά» απόχρωση. Γι’ αυτό το λόγο εμπλούτισαν τα κάδρα με δόσεις χρωμάτων, όπως οι μικρές κόκκινες σημαίες που έχουν οι στρατιώτες στον εξοπλισμό τους. Σύμφωνα με τον ίδιον, έμπνευση για τη φωτογραφία της ταινίας αποτέλεσε η δουλειά του φωτογράφου Τιμ Χεθέρινγκτον. «Ήταν ένας υπέροχος πολεμικός φωτογράφος και είχε φτιάξει ένα ντοκιμαντέρ, το “Restrepo”. Υπήρχε μια οικειότητα στις φωτογραφίες του, αλλά επίσης και μια τεράστια κλίμακα. Οπότε και εγώ, όταν έψαχνα πως ήθελα να γυρίσω την ταινία, προσπαθούσα να δημιουργήσω μια οικειότητα, διατηρώντας την κλίμακα. Επίσης, κάθε πλάνο πρέπει να σημαίνει κάτι για την πλοκή».
Ο Γκάι Ρίτσι όπως δεν τον έχουμε ξαναδεί
Ο «Άρρηκτος Δεσμός» δεν είναι η τυπική Γκάι Ρίτσι ταινία. Είναι μια ανθρώπινη ιστορία για δύο άντρες διαφορετικής καταγωγής που αναπτύσσουν έναν δεσμό στη βάση μιας κοινής εμπειρίας που υπερβαίνει τις διαφορές τους. Η ταινία απομακρύνεται από το στυλιζαρισμένο ύφος που καθιέρωσε τον Βρετανό σκηνοθέτη. «Προσπάθησα να κάνω διαφορετικά πράγματα σε σύγκριση με τις προηγούμενες δουλειές μου, οπότε αυτή η ταινία μοιάζει διαφορετική», αναφέρει ο Ρίτσι σημειώνοντας πως ο «Αλαντίν» και το «Operation Fortune: Η Μεγάλη Απάτη» αποτυπώνουν μια αλλαγή ρυθμού, μακριά από τις κωμωδίες που τον σύστησαν στο ευρύ κοινό. «Δεν ήθελα να βασιστώ σε κόλπα», προσθέτει, «παρ’ ότι θεωρώ πως οι διάλογοι φαίνεται ότι είναι δικοί μου. Με ενδιέφερε περισσότερο η ιστορία παρά οι φανφάρες. Δεν φαινόταν να θέλει κάποιο εντυπωσιακό πασπάλισμα».
«Αυτό που με ενδιέφερε ήταν η πράξη ανιδιοτέλειας ανάμεσα σε ανθρώπους διαφορετικής πολιτισμικής καταγωγής. Μ’ αρέσει να καταπιάνομαι με τα αρχετυπικά χαρακτηριστικά των χαρακτήρων», αναφέρει ο Σαλίμ. «Μια ταινία πρέπει πρωτίστως να είναι διασκεδαστική. Οι άνθρωποι να τρώνε τα ποπ κορν, να γελάνε και να ενθουσιάζονται. Αλλά, την ίδια στιγμή, μ’αρέσει το γεγονός ότι μια ταινία μπορεί να δείξει διαφορετικούς ανθρώπους διαφορετικών πολιτισμών, που ίσως να μην κατανοεί ο ένας τον άλλον, να βρίσκονται σε όμοια κατάσταση. Στο τέλος της ημέρας, όλοι έχουμε τις ίδιες, απλές επιθυμίες και φιλοδοξίες. Οι άνθρωποι θέλουν μια οικογένεια και να μπορούν να κρατήσουν αυτή την οικογένεια ασφαλή, δίνοντας στους εαυτούς τους και στα παιδιά τους ευκαιρίες. Αυτό μας ενώνει».
«Όπως κάθε ταινία δράσης, έτσι κι εδώ, στην καρδιά της ταινίας βρίσκεται μια πραγματική σχέση», καταλήγει ο Τζίλενχαλ. «Και παρ’ ότι ενθουσιάζεσαι όσο την παρακολουθείς, στο τέλος, ιδανικά, θα έχεις συγκινηθεί».