Skip to main content

«Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας» – Ένα μεγάλο εκδοτικό γεγονός

Για πρώτη φορά μετά από δύο αιώνες γίνεται γνωστό στο ελληνικό κοινό ότι ο μέγιστος των Ελλήνων ο Ιωάννης Καποδίστριας συνέγραψε ελληνική ιστορία

Η Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας των Νερουλού Καποδίστρια, Με επιστημονική επιμέλεια Γιώργου Κοντογιώργη, από τις Εκδόσεις Αρμός και την Ακαδημία Κοσμοσυστημικής Γνωσιολογίας.

Πρόσφατα κυκλοφόρησε η Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας του Ιακωβάκη Ρίζου Νερουλού και Ιωάννη Καποδίστρια που από τις εκδόσεις Αρμός.  Πρόκειται για ένα μεγάλο εκδοτικό γεγονός, πρώτον διότι για πρώτη φορά μετά από δύο αιώνες γίνεται γνωστό στο ελληνικό κοινό ότι ο μέγιστος των Ελλήνων ο Ιωάννης Καποδίστριας συνέγραψε ελληνική ιστορία, γεγονός που παρέμεινε άγνωστο μέχρι σήμερα και δεύτερον επειδή οι προσεγγίσεις της για τον ελληνισμό, για την τουρκοκρατία, για την ελληνική επανάσταση για τα ευρωπαϊκά δρώμενα της εποχής είναι μοναδικές και φωτίζουν με τον πιο παραδειγματικό τρόπο την εποχή τους. Υπενθυμίζεται ότι ο Καποδίστριας ως Υπουργός εξωτερικών της Ρωσίας διαμόρφωσε κυριολεκτικά τα ευρωπαϊκά πράγματα της εποχής προαναγγέλλοντας το τέλος της απολυταρχίας την Ευρώπη και την επικράτηση των εθνικών κινημάτων.

Η πρωτοβουλία για την έκδοση του έργου αυτού ανήκει στην Ακαδημία Κοσμοσυστημικής Γνωσιολογίας και ιδιαίτερα στον εκτελεστικό της αντιπρόεδρο Πολυχρόνη Καρσαμπά ενώ την επιστημονική επιμέλεια έχει ο Λευκαδίτης καθηγητής και πρώην πρύτανης του Παντείου πανεπιστημίου Γιώργος Κοντογιώργης, ο οποίος στην εκτενή Εισαγωγή του αναφέρεται στην σημαντική αυτή ανακάλυψη που βγάνει από την αφάνεια και μάλιστα αναδεικνύει την καποδιστριακή ταυτότητα του έργου. Ο ίδιος δηλώνει ότι η έκδοσή του στα ελληνικά μετά από δύο αιώνες που έμεινε σκοπίμως στην αφάνεια αποτελεί πράξη δικαιοσύνης και αποκαθιστά μια απρέπεια απέναντι στον ελληνισμό και στους μεγάλους αυτούς Έλληνες.

Η αποκάλυψη της καποδιστριακής ταυτότητας του έργου γίνεται από τον ίδιο τον Καποδίστρια σε επιστολή του προς τον μητροπολίτη Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιο που παρέμενε μέχρι πρόσφατα άγνωστη. Όπως εξηγεί ο Καποδίστριας στην επιστολή του αυτή έθεσε στον φερόμενο ως συγγραφέα Ιακωβάκη Ρίζο Νερουλό, πρώην πρωθυπουργό της Μολδοβλαχίας (της σημερινής Ρουμανίας) να αποδεχθεί ο τελευταίος τη δομή του βιβλίου, δηλαδή την ιστόρηση του Ελληνισμού που ο ίδιος ο Καποδίστριας είχε συλλάβει, να ενσωματώσει το δικό του δοκίμιο στην τελική ιστορία και να μην αναφερθεί το όνομά του ως συγγραφέα του βιβλίου, να κυκλοφορήσει δηλαδή με το όνομα του Νερουλού.

Γράφει συγκεκριμένα στην εν λόγω επιστολή του προς τον μητροπολίτη Ιγνάτιο (12/24 Απριλίου 1823): «Ήδη από του παρελθόντος έτους η ιδέα πονήματός τινος περί της ενεστώσης καταστάσεως της Ελλάδος είναι το αντικείμενον των τερπνοτέρων ασχολήσεών μου και των ευχών μου». Αφού αναγνωρίζει ότι χάρη στις συμβουλές του Ιγνατίου ανασκεύασε πλήρως τα «περί της φύσεως και του σκοπού του πονήματος», τον πληροφορεί ότι έκτοτε «εξηκολούθησα υπό την σοφήν διεύθυνσιν του φίλου μας Μουστοξύδου ν’ αναγινώσκω τα παλαιά και νέα συγγράμματα, όσα πραγματεύονται περί της Ελλάδος». Τότε «αφίχθη εις Γενεύην ο Κύριος Ρίζος και με εκοινοποίησε το σύγγραμμα, το οποίον κατ’ αυτάς ετελείωσε, με τον αξιότιμον σκοπόν του να καταδείξη τας αιτίας, αίτινες επέφερον την ενεστώσαν κατάστασιν των πραγμάτων της πατρίδος μας».

Όπως θα ενημερώσει τον Ιγνάτιο: «Ο Κύριος Ρίζος, προς ον εκοινοποίησα τας παρατηρήσεις μου περί του συγγράμματός του και περί του κατ’ εμήν γνώμην προτιμητέου σχεδίου, συνεφώνησε μετ’ εμού περί της ωφελείας τού να συγχωνευθή το σύγγραμμά του με εκείνο, το οποίο έχω ανά χείρας [εννοεί το δικό του σύγγραμμα]».

Από την εν λόγω επιστολή προκύπτει σαφώς ότι οι θέσεις του Νερουλού προκάλεσαν ισχυρή ανησυχία στον Καποδίστρια, όπως αφήνει να εννοηθεί στον Ιγνάτιο: «Το σύγγραμμα του Κυρίου Ρίζου έστησε τρόπον τινά τον στοχασμόν μου επί του πονήματος, το οποίον προεθέμην να συντάξω, και διά το οποίον ολονέν συνάγω την αναγκαίαν ύλην». Εξού και αιτείται τη συνηγορία του μητροπολίτη στο επιχείρημά του: «Είμαι πρόθυμος να δεχθώ εγώ αυτός το έργον τούτο [τη συνεργασία με τον Νερουλό], αλλ’ υπό τον όρον του να επιδοκιμάση η Υμετέρα Πανεριότης το σχέδιον [τη δομή και την λογική της κατ’ αυτόν ιστορίας του νεότερου Ελληνισμού] και να συγκατανεύση να συνεισφέρη εις την εκτέλεσίν του».

Κεντρική ιδέα του έργου είναι το επιχείρημα ότι ο ελληνισμός αποτέλεσε ανέκαθεν και κατά τρόπο αδιατάρακτο έθνος και κατά τούτο οι Έλληνες της εποχής του συγκροτούσαν την έννοια μιας αδιατάρακτης εθνικής συνέχειας και εξ αυτού του λόγου ήσαν οι μόνοι που εδικαιούντο ελευθερίας και η επανάστασή τους ήταν νόμιμη. Με άλλα λόγια ο Καποδίστριας είναι ο πρώτος που θα ορθωθεί εναντίον της κυρίαρχης τότε στα ευρωπαϊκά σαλόνια αντίληψης ότι οι νεότεροι Έλληνες ουδεμία σχέσιν είχαν με τους προγόνους τους αποδεικνύοντας ότι τούτο αποτελούσε ιδεολογική φαλκίδευση στην παγίδα της οποίας έπεσαν και Έλληνες της εποχής όπως ο κυριότερος όλων τότε ο Αδαμάντιος Κοραής. Την άποψη αυτή του Καποδίστρια θα υιοθετήσει πρώτος στη συνέχεια ο Λευκάδιος Σπυρίδων Ζαμπέλιος για να ακολουθήσουν οι Κ. Παπαρηγόπουλος και άλλοι μετακύ αυτών ο Νίκος Σβορώνος και ο Κοντογιώργης[1].

Γιώργος Κοντογιώργης

Αρκεί να αναφερθεί εδώ ένα μικρό απόσπασμα από την εισαγωγή του καθηγητή Κοντογιώργη στην Ιστορία των Νερουλού Καποδίστρια για να φανεί η σπουδαιότητά της: «Αξίζει ως προς αυτό να διερωτηθούμε σε ποιον βαθμό οι φόβοι του Καποδίστρια επιβεβαιώθηκαν από τη ροή των γεγονότων που ακολούθησαν. Ήδη το αποτέλεσμα της Επανάστασης στις παραδουνάβιες ηγεμονίες δικαιώνει τις εκτιμήσεις του Καποδίστρια όπως και οι εξελίξεις στη μητροπολιτική Ελλάδα. Με την έλευσή του στην Ελλάδα οι δυνάμεις που επικαλούντο τον Διαφωτισμό θα αξιώσουν από αυτόν να συναρμοσθεί με τις αξιακές και θεσμικές εξελίξεις στην εξερχόμενη από τη δεσποτεία Ευρώπη και να καταλύσει τα ιστορικά θεμέλια του Ελληνισμού, μεταξύ αυτών τα κοινά και τη δημοκρατία.[2] Πρωτεργάτης της προσαρτηματικής αυτής προσέγγισης του ελληνικού προβλήματος υπήρξε ο Κοραής ο οποίος θα μεμφθεί τον Καποδίστρια γιατί δεν προσκαλούσε Γάλλους δασκάλους να στελεχώσουν τα ελληνικά σχολεία και Γάλλους γερουσιαστές για να συντάξουν το Σύνταγμα της ελληνικής πολιτείας έχοντας κατά νουν να οδηγήσει στην καλλιέργεια της ιδέας ενός «γραικογαλλικού» έθνους. Θα είναι αυτός που θα συμμαχήσει με τους εγκαλούμενους από τον ίδιο ως «τουρκόφρονες κοτζαμπάσηδες» και θα τροφοδοτήσει με τα γνωστά λιβελογραφήματά του[3] την εξέγερση των Μανιατών και των Υδραίων εναντίον του Καποδίστρια σε βαθμό που θα χαρακτηρισθεί ηθικός αυτουργός της δολοφονίας του.

Κατά τούτο, αποκτά ενδιαφέρον η διαφορά οπτικής του Καποδίστρια έναντι του Κοραή: σε μία αποστροφή του λόγου του επισημαίνει πόσο ολέθριο θα ήταν να απελευθερωθεί το έθνος όχι με τις δικές του δυνάμεις αλλά διά χειρός των ξένων ή να τεθεί υπό την ιδεολογική και πολιτική τους προστασία. Επικαλούμενος τη Ρωσία θα συνομολογήσει ότι στην περίπτωση αυτή, κατ’ αντιστοιχίαν προς το «γραικογαλλικό» πρόγραμμα του Κοραή, η εν λόγω οδός θα απέληγε στη δημιουργία ενός «ρωσογραικικού» αντί ενός ελληνικού έθνους, δηλαδή στην ιδεολογική του υποθήκευση με τίμημα την εξάρτησή του από τον ευεργέτη του.

Παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον η ανάλυση την οποία κάνει για τη Ρωσία και τη ρωσική πολιτική γνωρίζοντας, όπως δηλώνει, ότι θα παραξενέψει πολλούς λόγω της θέσης του στα ρωσικά πράγματα. «Ηξεύρω», θα πει, «ότι όλων σας οι οφθαλμοί είναι γυρισμένοι προς τον Δούναβιν, και προσμένετε ως οι Εβραίοι τον Μεσσίαν την εκραγήν του μεταξύ Ρουσσίας και Τουρκίας πολέμου. Αλλ’ ηξεύρετε τα εκ τούτου άφευκτα κακά; Συγχωρήσατέ μοι να σας τα εκθέσω.

α) Όλοι οι πολυάριθμοι Χριστιανοί, όσοι ευρίσκονται άοπλοι υπό την μαχαίραν των Τούρκων θέλουν καταστραφεί εις την πρώτην είδησιν του πολέμου και πριν φθάσουν οι Ρούσσοι να πατήσουν τα Τουρκικά χώματα.

β) Εμβαίνοντες οι Ρούσσοι εις την Τουρκίαν και φθάνοντες εις την Κωνσταντινούπολιν, εν εκ των δύο πρέπει να ακολουθήση. Ή γινόμεθα Ρουσσογραικοί, και τούτο δεν διαφέρει πολύ από το να εμέναμεν ως είμεθα πρότερον υπό τους Τούρκους. Το κεφάλαιον τούτο είναι πολύ δεινόν. Όθεν δε μπορώ να εξηγηθώ ως θέλω. Σας παρακινώ μόνον να ερωτήσετε τους περιελθόντας την Ρωσσίαν ομογενείς, διά να μάθετε ποίαν κατάστασιν έχει ο Ρουσσικός Λαός, εάν τον πωλούν εις τα πανηγύρια ως ημείς τα άλογα, και πώς ενεργείται η Ρουσσική δικαιοσύνη. Αι αποκρίσεις των φιλαλήθων ομογενών θέλουν σας δείξει εάν είναι επιθυμητή η Ρουσσογραικία. Αλλ’ άραγε είναι και τούτη δυνατή; Αι άλλαι δυνάμεις της Ευρώπης θα στέρξουν να χάψει η Ρουσσία την Ευρωπαϊκήν Τουρκίαν; Δεν θα πηγάση εκ τούτου γενικός πόλεμος εις την Ευρώπην; Και δεν θα αναγκασθούν αι Δυνάμεις της Ευρώπης να μας μερίσουν ως την Πολωνίαν; Ο μερισμός τούτος είναι χειρότερος και από την ιδίαν την συσσωμάτωσίν μας με την Ρουσσίαν.

Συμπεράνετε λοιπόν ότι πρέπει να φοβώμεθα τριπλώς τον ενεργεία πόλεμον της Ρουσσίας. Εάν κατορθώσετε όσα ανωτέρω σας επρόβαλα, και εάν εννοήσετε την υπεροχήν την οποίαν σας δίδει η θέσις σας, το πνεύμα σας και διάφοραι άλλαι περιστάσεις, εγώ τότε προτιμώ καλήτερα να ειρηνεύση η Ρουσία με την Τουρκίαν, παρά να κάμη πόλεμον, όστις αφεύκτως θα επιφέρει τα τρία κακά. Εξολόθρευσιν των αόπλων αδελφών μας, ρουσσισμόν της Ελλάδος ή, και το χειρότερον, τον διαμοιρασμόν μας». Όπως θα επισημάνει στη συνέχεια ο Καποδίστριας, η αποφυγή του πολέμου που καθόλες τις ενδείξεις θα επιλεγεί από τις δύο αυτές Δυνάμεις «μας ωφελεί τα μέγιστα» από κάθε άποψη και, ιδίως, «μας δίδει καιρόν να οργανισθώμεν» ώστε να καταφέρουμε να «συνειθίσωμε εις τα πολεμικά και υπό διοίκησιν εθνικήν, φιλελευθέραν και δικαίαν. Βλέπετε άρα ότι τα πάντα συντρέχουν προς βοήθειάν μας, και άλλο δεν μας λείπει παρά να θελήσωμεν να ωφεληθώμεν από τας ευτυχείς περιστάσεις και να πράξωμεν όλα τα πρέποντα».

Θεωρούμε ότι η Ιστορία των Νερουλού Καποδίστρια που φέρνει στην επιφάνεια ο Γ. Κοντογιώργης πρέπει να διαβαστεί από όλους τους Έλληνες γιατί οι ρηξικέλευθες απόψεις που διατυπώνει μεταβάλλουν άρδην την οπτική της ιστορίας του νέου ελληνισμού, τις αντιλήψεις για την Επανάσταση και φωτίζει την εγγενή κρίση της οθωμανικής αυτοκρατορίας, τις ευρωπαϊκές εξελίξεις της εποχής και τις συνέχειές της μέχρι σήμερα. Για τα δικά μας, αποτελεί μια πρώτης τάξεως απόδειξη για τα αίτια της νεοελληνικής κακοδαιμονίας. Κατά τούτο, η έκδοση του έργου έρχεται την κατάλληλη στιγμή που η ελληνική κοινωνία αναζητεί οδηγό αυτογνωσίας και επιβίωσης.

[1] Βλέπε για αυτό τα έργα του Γιώργου Κοντογιώργη, «Το ζήτημα της “ελληνικής συνέχειας” και ο λευκάδιος πνευματικός κόσμος. Η περίπτωση ιδίως του Σπυρίδωνος Ζαμπέλιου» , Πρακτικά του 10ου Διεθνούς Πανιονίου Συνεδρίου, Κέρκυρα, 2014. Επίσης Περί έθνους και ελληνικής συνέχειας, Εκδόσεις Ιανός, Αθήνα, 2011. «Το “κράτος” του Καποδίστρια. Μια συγκριτική αποτίμηση σε σχέση με την απολυταρχία της εποχής και το κράτος έθνος», “Αίνος μνήμης καθηγητού Ηλία Κρίσπη”, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα, 2015, σελ. 447-460. «Σχετικά με το τέλος της αρχαιότητας», Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νεοελληνικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη (2014) 2015. Έθνος και ‘εκσυγχρονιστική’ νεοτερικότητα, Εναλλακτικές εκδόσεις, Αθήνα, 2006.

[2] Περισσότερα στα έργα μου «Το “κράτος” του Καποδίστρια. Μια συγκριτική αποτίμηση σε σχέση με την απολυταρχία της εποχής και το κράτος έθνος», Πάπυροι-Επιστημονικό Περιοδικό, τόμος 3, 2014 και επίσης Ελληνισμός και ελλαδικό κράτος, όπ. παρ.

[3] Βλέπε σχετικά Απόστολου Δασκαλάκη, Κοραής και Καποδίστριας. Οι κατά του Κυβερνήτου λίβελλοι, Βιβλιοπωλείο Λαβύρινθος, Αθήνα, 2018.