Skip to main content

Μεταπολίτευση: Ένα βολικό «τέρας» – Το νέο βιβλίο του Διονύση Ελευθεράτου

Ήταν, τελικά, «τέρας» η Μεταπολίτευση; Ένα νέο βιβλίο απαντά…

Σε λίγες ημέρες, στις 24 Ιουλίου, θα συμπληρωθεί μισός αιώνας από τότε που «χάραξε» η πιο… παράξενη περίοδος της νεοελληνικής ιστορίας. «Παράξενη», υπό αρκετές έννοιες. Πρώτον, είχε σαφή χρονική αφετηρία αλλά απροσδιόριστο τέλος, καθώς αναλυτές και δημοσιολόγοι ακόμη ερίζουν για το πότε ουσιαστικά έκλεισε ο μεταπολιτευτικός κύκλος. Δεύτερον, κατά τις τελευταίες δεκαετίες η Μεταπολίτευση έχει ενοχοποιηθεί για πολλά «στραβά και ανάποδα», αλλά οι κατήγοροι προέρχονται κυρίως από τα δυο κόμματα που γεννήθηκαν με την έλευσή της (1974) και κυβέρνησαν καθ’ όλη -ή σχεδόν –  τη διάρκειά της. Τρίτον, παρά το όσα της «έχουν σούρει», τα ευρήματα δυο πρόσφατων ερευνών (Metron Analysis, Eteron) χαρακτηρίστηκαν εν γένει ως ισχυρές ενδείξεις για «νοσταλγική διάθεση» απέναντι στην πρώτη μεταπολιτευτική δεκαπενταετία.

Σ’ αυτήν την πρώιμη Μεταπολίτευση εστίασε την προσοχή και την έρευνά του ο δημοσιογράφος – συγγραφέας Διονύσης Ελευθεράτος, προχωρώντας όμως και σε μεταγενέστερα χρόνια, όπου το έκρινε απαραίτητο. Όλα αυτά, στο νέο του βιβλίο «Μεταπολίτευση, ένα βολικό ‘τέρας’», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Τόπος».

Στα έξι μέρη του βιβλίου ο συγγραφέας ακτινογραφεί τις σημαντικότερες, αλλά και τις λιγότερο γνωστές πτυχές τις Μεταπολίτευσης. Αναλύει βασικές πολιτικές, κοινωνικές  και ιδεολογικές συγκρούσεις – από τις διαμάχες για την αποχουντοποίηση και τη θεωρία του «αριστεροχουντισμού», έως τις διεκδικήσεις των εργαζόμενων και τη «σοσιαλμανία», για την οποία κατηγορούσαν οι βιομήχανοι τον Κων. Καραμανλή, το 1976. Παρακολουθεί τις κυκλοφορίες των εφημερίδων (αλήθεια, πόση μελαγχολία προκαλούν οι συγκρίσεις με την εποχή μετά το 1990 και ειδικά με τις ημέρες μας…) και συναρτά τους σχετικούς δείκτες με τις εκάστοτε πολιτικές εξελίξεις. Ερευνά την επίδραση που είχε το μεταπολιτευτικό κλίμα στον αθλητισμό και στην προσέλευση του κόσμου στα γήπεδα. Αναλύει τη σχέση «μίσους και αγάπης» (με αυτή τη χρονική σειρά…) της μεταπολιτευτικής ατμόσφαιρας με τη ροκ μουσική, αλλά και τους σχετικούς «καυγάδες». Εξετάζει εξονυχιστικά τη θέση που είχε ο κινηματογράφος στην ψυχαγωγία της μεταπολιτευτικής εποχής, αλλά και πώς επιδρούσαν οι νέες ιδέες, όχι μόνο στις προτιμήσεις του κοινού, αλλά και στη διαμόρφωση σεναρίων ελληνικών ταινιών.

Τελικά, ήταν «τέρας» η Μεταπολίτευση; Ο Διονύσης Ελευθεράτος απαντά αρνητικά και τα περισσότερα από τα τεκμήρια που παραθέτει συγκεντρώνονται στο έκτο (το τελευταίο) μέρος του βιβλίου του. Εκεί εξετάζει επτά «θανάσιμα» ερωτήματα , τα οποία ισοδυναμούν με ισάριθμες μομφές που συνήθως διατυπώνονται σε βάρος του μεταπολιτευτικού κοινωνικού ριζοσπαστισμού (ο ίδιος γράφει ότι τα ερωτήματα θα μπορούσαν να είναι πολλαπλάσια). Όλα κινούμενα στη σφαίρα της οικονομίας και εργασίας, με έναν διαφορετικό επίλογο: «Τελικά, μας κυβέρνησε η γενιά του Πολυτεχνείου;»…

Κατά τον συγγραφέα, οι εύκολοι αφορισμοί σε βάρος της μεταπολιτευτικής ζωτικότητας  (που συνηθέστατα και αβασάνιστα, όπως γράφει, βαφτίζεται «λαϊκισμός») είναι βολικοί, συν τοις άλλοις διότι συγκαλύπτουν κολοσσιαίες ευθύνες , αποτυχίες και «στραβοτιμονιές» των πολιτικών και οικονομικών ελίτ.  Κι ακριβώς επειδή αυτή η συγκάλυψη αφορά και το παρόν (όπως και το μέλλον), ο Διον. Ελευθεράτος θεωρεί ότι ο τερματισμός της δεν είναι κάποιο «παρελθοντολογικό χρέος» απέναντι στη Μεταπολίτευση, αλλά προϋπόθεση για σωστές αξιολογήσεις και στη σύγχρονη εποχή.

Ο συγγραφέας εκφράζει μια ελπίδα: «Ακόμη κι όσοι διαφωνούν με ερμηνείες, σχόλια και συμπεράσματά μου, να βρουν στο καταγεγραμμένο υλικό (στατιστικές και γεγονότα) στοιχεία που κρίνουν ενδιαφέροντα. Και ας τα εντάξουν σε όποια λογική θέλουν».

Το υλικό είναι, όντως πλούσιο και μας «βάζει στο πετσί μιας εποχής», που δεν ήταν καθόλου μα καθόλου μονοδιάστατη, όπως ίσως θεωρούν πολλοί. Στα γήπεδα ακούγονταν πανηγυρισμοί για γκολ, αλλά και επευφημίες για τους δημοσιογράφους που απεργούσαν. Οι κινηματογραφικές αίθουσες γέμιζαν ασφυκτικά για το «Ζ» και για τον Βέγγο «στη χώρα της σφαλιάρας», αλλά και για την «Εμμανουέλα». Τα γήπεδα γνώριζαν κοσμοπλημμύρες για τις εμφανίσεις του Θεοδωράκη, του Λοϊζου, της Φαραντούρη και του Ξυλούρη, αλλά – λίγο αργότερα – και για τον Ρόρι Γκάλαχερ, όπως και για τους «Κλας». Τελικά, πολλά λουλούδια άνθισαν τότε…