Το μυθιστόρημα του Ίαν ΜακΓιούαν, «Μαθήματα», κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη σε μετάφραση Κατερίνας Σχινά.
Ενώ ο κόσμος συνεχίζει να μετράει τις πληγές του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου και το Σιδηρούν Παραπέτασμα χωρίζει ήδη την Ευρώπη στα δύο, η ζωή του μικρού Ρόλαντ Μπέινς ανατρέπεται. Δύο χιλιάδες μίλια μακριά από την προστατευτική αγάπη της μητέρας του, εσωτερικός σ’ ένα περίεργο οικοτροφείο, ευάλωτος και μοναχικός, προσελκύει το ενδιαφέρον της δασκάλας του πιάνου, Μίριαμ Κορνέλ. Η συνάντησή τους θ’ αφήσει ένα ανεπούλωτο τραύμα αλλά και την ανάμνηση μιας αγάπης που ποτέ δε θα ξεθωριάσει.
«Η δασκάλα καθόταν δίπλα του στο μακρόστενο ταμπουρέ. Στρογγυλοπρόσωπη, ευθυτενής, αρωματισμένη, αυστηρή. Η ομορφιά της κρυβόταν πίσω από τους τρόπους της. Ποτέ δεν κατσούφιαζε και ποτέ δεν χαμογελούσε. Κάποια αγόρια έλεγαν ότι ήταν τρελή, εκείνος όμως αμφέβαλλε. Έκανε ένα λάθος στο ίδιο σημείο, σ’ εκείνο που σκόνταφτε πάντα, κι εκείνη έσκυψε πιο κοντά του να του δείξει. Το μπράτσο της ήταν στιβαρό και ζεστό καθώς άγγιζε τον ώμο του, τα χέρια της, τα βαμμένα νύχια της βρίσκονταν ακριβώς πάνω από τους βουβώνες του. Ένιωσε ένα τρομερό μυρμήγκιασμα εκεί ν’ αποστραγγίζει ολότελα την προσοχή του. “Άκου. Είναι μια εύκολη τρίλια”. Αλλά καθώς την έπαιζε για να του δείξει, εκείνος δεν άκουσε καμιά εύκολη τρίλια. Το άρωμά της κατέκλυσε τις αισθήσεις του κι έφραξε τα αυτιά του. Ήταν ένα στρογγυλεμένο, γλυκερό άρωμα, σαν σκληρό αντικείμενο, μια λεία ποταμίσια κροκάλα που επιβαλλόταν στις σκέψεις του. Τρία χρόνια αργότερα έμαθε ότι ήταν ροδόνερο».
Είκοσι πέντε χρόνια αργότερα, η Γερμανίδα γυναίκα του Ρόλαντ εξαφανίζεται αφήνοντάς τον μόνο με τον επτά μηνών γιο τους.
Καθώς η ακτινοβολία από την έκρηξη του Τσερνόμπιλ εξαπλώνεται στην Ευρώπη, ο Ρόλαντ αρχίζει μια εναγώνια αναζήτηση για απαντήσεις που θα τον οδηγήσει στα βάθη της οικογενειακής του ιστορίας.
«Στις εβδομάδες που ακολούθησαν μετά την εξαφάνιση της γυναίκας του, τις επισκέψεις της αστυνομίας και το σφράγισμα του σπιτιού, προσπάθησε ξανά και ξανά να ερμηνεύσει εκείνο που άρχισε να τον κατατρύχει από τη νύχτα που βρέθηκε ξαφνικά μόνος».