Το έργο του Γουίνικοτ ήρθε να φέρει μια νέα πνοή όχι μόνο στην ψυχαναλυτική σκέψη και πρακτική, αλλά γενικότερα στον τρόπο που κατανοούμε τη γένεση του ψυχισμού ή, ακόμα, τα πολιτισμικά φαινόμενα. Γνώστης του έργου του Φρόιντ, συνομιλητής των σύγχρονων με εκείνον ψυχαναλυτών, όπως κατά κύριο λόγο η Μέλανι Κλάιν, αρνείται κάθε είδους δογματισμό και χαράζει τη δική του πορεία με ανεξαρτησία πνεύματος, έχοντας ως σημείο εκκίνησης την πολύχρονη εμπειρία του ως παιδιάτρου, κυρίως, όμως, την κλινική του πρακτική ως ψυχαναλυτή. Με αυτήν την ιδιότητα θα εργαστεί με τους λεγόμενους «δύσκολους» ασθενείς, εκείνους που κινούνται ψυχικά πέρα από το φάσμα της νεύρωσης, και θα αναζητήσει τις παραμέτρους που διευκολύνουν ή που, αντίθετα, δυσκολεύουν, εμποδίζουν ή καθιστούν αδύνατη την πορεία της ψυχικής ωρίμανσης του ανθρώπου.
Στρέφοντας την προσοχή του στα πρώτα, πρώιμα στάδια της ζωής, θα υποστηρίξει ότι «δεν υπάρχει εκείνο που ονομάζουμε μωρό», προκειμένου να υπογραμμίσει τον καθοριστικό ρόλο του μητρικού άλλου, εκείνου δηλαδή που παρέχει τις μητρικές φροντίδες στην πορεία του βρέφους από την απόλυτη εξάρτηση στην ανεξαρτησία. Μια μητρική λειτουργία που ερείδεται στην πατρική, την οποία ο Γουίνικοτ κάθε άλλο παρά αγνοεί. Αν και η ποιότητα αυτής της φροντίδας (σταθερή και αξιόπιστη ή, αντίθετα, ασταθής, ελλειμματική και τραυματική) είναι μείζονος σημασίας, ο Γουίνικοτ δεν έπαψε ποτέ να πιστεύει στην ικανότητα του ανθρώπου να επανέλθει στο σημείο όπου διεκόπη η διαδικασία ωρίμανσής του, ώστε να μπορέσει να συνεχίσει την πορεία του στην αναζήτηση της δημιουργικότητας, εκείνου δηλαδή το που «δίνει στο άτομο την αίσθηση ότι αξίζει τον κόπο να ζει κανείς τη ζωή». Αρκεί να βρεθεί κάποιος να τον συνοδέψει σε αυτή του την αναζήτηση.
Λάτρης του παράδοξου, που μας ζητά να μην επιλύσουμε, άνθρωπος με χιούμορ, διορατικός, καλός ακροατής, εμπνευσμένος αναλυτής, καινοτόμος θεωρητικός, ο Γουίνικοτ συγκαταλέγεται στους σημαντικότερους ψυχαναλυτές του 20ου αιώνα. Ο λόγος του, φαινομενικά απλός, ποτέ όμως απλοϊκός, δεν απευθύνεται μόνο στους συναδέλφους του ψυχαναλυτές, αλλά και σε παιδαγωγούς, εκπαιδευτικούς, δικαστικούς ή/και γονείς, αν σκεφτούμε τις ραδιοφωνικές εκπομπές που πραγματοποιεί επί σειρά ετών στο BBC για το ευρύ κοινό. Όροι και έννοιες που εκείνος πρώτος διατύπωσε, αποτελούν σήμερα κεντρικές έννοιες του ψυχαναλυτικού λεξιλογίου, ενίοτε δε και της καθομιλουμένης: ο αληθής και ο ψευδής εαυτός, το μεταβατικό αντικείμενο και τα μεταβατικά φαινόμενα, το βλέμμα της μητέρας ως καθρέφτης του βρέφους, το είναι και το πράττειν, το άσπλαχνο βρέφος, η επιθετικότητα και η ικανότητα για έγνοια, η αποστέρηση και η παραβατικότητα ως σήμα ελπίδας, η σημασία του παιχνιδιού, η ικανότητα να είσαι μόνος, η επικοινωνία και το δικαίωμα στη μη επικοινωνία, ο φόβος κατάρρευσης, η σημασία της παλινδρόμησης κατά τη θεραπευτική διαδικασία, για να αναφέρουμε ορισμένες από αυτές.
Όπως δηλώνει και ο τίτλος του βιβλίου, η Ελίζα Νικολοπούλου και η Λόρα Ντετιβίλ, η οποία εδώ και τριάντα χρόνια μελετά τα κείμενα του Γουίνικοτ, συνομιλούν για το έργο και την κλινική πρακτική του μεγάλου Βρετανού ψυχαναλυτή, ο οποίος δεν έπαψε μέχρι το τέλος της ζωής του να αναζητά, να αναθεωρεί και να τολμά μέσα σε ένα πνεύμα απόλυτου σεβασμού και πίστης στον άνθρωπο και στις δυνατότητές του. Με λόγο που ρέει, με πνεύμα κριτικό και με αφοπλιστική ζωντάνια, οι δύο ψυχαναλύτριες επισκέπτονται εκ νέου τη σκέψη του, αποσαφηνίζοντας τις έννοιες, συζητώντας τη σημασία τους και αναδεικνύοντας τη καινοτόμο και νεωτερική διάσταση της συμβολής του Γουίνικοτ στην ψυχαναλυτική σκέψη αλλά και σε σχέση με τα σύγχρονα κοινωνικά φαινόμενα. Για διευκόλυνση του αναγνώστη και του μελετητή, η επικαιροποιημένη έκδοση που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός, εμπλουτίζεται με ευρετήριο όρων, εννοιών και κυρίων ονομάτων, με αγγλο-ελληνική αντιστοιχία όρων και με εκτενή εργογραφία του Γουίνικοτ.