Το μυθιστόρημα «O θησαυρός της Δαμασκού – Το Όνειρο της Ερήμου» της Δανάης Ιμπραχήμ κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πηγή. Πρόκειται για το δεύτερο μέρος της τριλογίας φαντασίας που η συγγραφέας ξεκίνησε το 2018, ενώνοντας τις µεγάλες της αγάπες -την ιστορία και τη συγγραφή.
Η Δανάη Ιμπραχήμ μίλησε μαζί μας.
Προτού μας μιλήσετε για το νέο σας βιβλίο, θα θέλατε να μας πείτε δυο λόγια για «Το παιχνίδι των Θεών» -το πρώτο μέρος της επικής τριλογίας σας;
«Όπως κάθε πρώτο μέρος μιας σειράς, έτσι κι αυτό κάνει ουσιαστικά τις συστάσεις. Παρουσιάζονται οι βασικοί χαρακτήρες, το κοινωνικό και ιστορικό πλαίσιο και τίθενται οι βάσεις για το μαγικό σύστημα της τριλογίας. Ίσως η δράση να είναι λιγότερη σε σχέση με τις προσδοκίες κάποιου αναγνώστη, αυτή η εισαγωγή όμως είναι απαραίτητη για να νιώσει άνετα σε ένα ξένο γι’ αυτόν περιβάλλον. Μαζί με τους δύο Ρωμαίους λοιπόν, τον Αστέριο και το Σπανό, ταξιδεύει στη Δαμασκό και πιο συγκεκριμένα στο παλάτι του χαλίφη Μωαβία, αναζητώντας τον θησαυρό του Βυζαντινού αυτοκράτορα. Εκεί, οι Ρωμαίοι και ο αναγνώστης γνωρίζουν το τρίτο μέλος της ομάδας, τη σουλτάνα Ααζίν, με την οποία ανακαλύπτουν, στη συνέχεια, τα μυστικά της Συρίας, υπερφυσικά και μη».
«Το όνειρο της ερήμου» έρχεται να εξελίξει την ιστορία –μιλήστε μας για αυτή τη συνέχεια.
«Ο αναγνώστης βρίσκεται για τα καλά στον κόσμο του Θησαυρού, όταν πιάνει το δεύτερο μέρος στα χέρια του. Σαφέστατα και εξακολουθεί να χρειάζεται πληροφορίες για το ιστορικό και μαγικό πλαίσιο στο οποίο δρουν οι χαρακτήρες, ωστόσο αυτό το κομμάτι μπαίνει πια σε δεύτερη μοίρα. Βασικός στόχος των πρωταγωνιστών είναι να επιβιώσουν και άρα αυξάνεται η δράση. Παράλληλα, συστήνονται νέοι χαρακτήρες που γνωρίζουν τους εξελιγμένους πια πρωταγωνιστές κι όλοι μαζί διαμορφώνουν μια σκακιέρα, θα λέγαμε. Οι παίκτες αυτού του παιχνιδιού δεν είναι άλλες από τις ανώτερες δυνάμεις, που, από καταβολές κόσμου, ο άνθρωπος θεωρεί ότι ελέγχουν τη ζωή του. Το ποιες είναι αυτές, φαίνεται στο τέλος του βιβλίου».
Κάποια βασικά χαρακτηριστικά των κεντρικών προσώπων του μυθιστορήματος;
«Αυτό που μου αρέσει σε πρωταγωνιστές άλλων βιβλίων, είναι να ταυτίζομαι μαζί τους. Οπότε, όταν άρχισα να γράφω τον Θησαυρό, δημιούργησα χαρακτήρες με τους οποίους θα μπορούσαν να δεθούν οι περισσότεροι. Ο κόσμος της τριλογίας είναι γεμάτος μαγεία, αλλά βασίζεται στον πραγματικό, σε μια δύσκολη εποχή γεμάτη πολέμους και ανασφάλεια. Όλοι έχουν έναν ηθικό κώδικα και πασχίζουν να διατηρήσουν αγνή την ψυχή τους, αλλά στο τέλος της ημέρας υπερισχύει το ένστικτο της επιβίωσης. Επομένως, είναι λογικό να κάνουν λάθη, να ξεστρατίσουν από τον σωστό –σύμφωνα με τις θρησκείες– δρόμο. Είναι όλοι τους αληθινοί, με τα θετικά και τα αρνητικά τους. Κανείς δεν είναι αμιγώς καλός ή κακός. Κάθε τους πράξη δικαιολογείται απόλυτα και θέλω να πιστεύω ότι οι αναγνώστες θα τους κατανοήσουν, αν όχι να τους συμπονέσουν».
Θα διαλέξετε να μας πείτε ένα μικρό απόσπασμα –μια δυο προτάσεις από το βιβλίο;
«“Κανείς δεν μπορεί να μας στερήσει τα όνειρά μας, παρά μόνο εμείς όταν τα λησμονήσουμε”». Είναι το απόφθεγμα που με συγκινεί περισσότερο και θέλω να ελπίζω ότι θα λειτουργήσει και σαν συμβουλή προς τους αναγνώστες».
Θα μοιραστείτε μαζί μας κάποια σκέψη σας και από το επερχόμενο, τρίτο μέρος;
«Έχω αρκετές ανησυχίες για το τρίτο, καθώς θέλω να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των αναγνωστών. Είναι πολύ εύκολο να πέσουν οι συγγραφείς σε αρκετές παγίδες, όταν φτάνουν στη λήξη μιας ιστορίας. Ο βασικός μου φόβος είναι να μην λυθούν απορίες ή να κλείσουν ορισμένες υποθέσεις βιαστικά. Μέχρι στιγμής, πάντως, οι σημειώσεις μου προμηνύουν ένα συγκινητικό και γεμάτο δράση φινάλε, μεγάλη αλλαγή στις προσωπικότητες κάποιων χαρακτήρων και, φυσικά, αρκετή δόση ανατολίτικης μαγείας».
Έβδομος αιώνας, Κωνσταντινούπολη, Δαμασκός, έρημοι και οάσεις, νεράιδες και ιστορικά γεγονότα, ένας θησαυρός. Τι ώθησε την έμπνευσή σας σε αυτόν τον ιστορικό χρόνο και στο σμίξιμο ιστορίας και φαντασίας;
«Αυτό που οδήγησε στην ιδέα, ήταν ο τέλειος συγχρονισμός. Άρχισα να γράφω το πρώτο μέρος το καλοκαίρι του 2017, αφού είχαν προηγηθεί αρκετά πράγματα. Πρώτα από όλα, υπήρχε –και υπάρχει– το πρόβλημα του εμφυλίου στη Συρία, την πατρίδα του πατέρα μου. Όπως είναι κατανοητό, αναστάτωσε αρκετό κόσμο και στάθηκε η αφορμή να επικρατήσουν λανθασμένες απόψεις περί Αράβων και, κυρίως, μουσουλμάνων. Άρχισα, λοιπόν, να μελετάω τη δεύτερη καταγωγή μου, ενώ έπιασα στα χέρια μου και μερικά παραμύθια από τις “Χίλιες και μία νύχτες”. Κάπου ανάμεσα στις σελίδες των παραμυθιών και των ιστορικών εγχειριδίων ξεπήδησαν στο μυαλό μου ανάκατες εικόνες. Όταν τις “τακτοποίησα”, μου εμφάνισαν μια ιστορία, όπου η Δύση και η Ανατολή έρχονταν σε επαφή, η Συρία ήταν το δοξασμένο κέντρο της Ανατολής και η μαγεία μπορούσε να γίνει αποδεκτή από τους πρωταγωνιστές, αφού ο κόσμος τότε πίστευε στο υπερφυσικό περισσότερο από σήμερα. Ουσιαστικά, θέλησα να γράψω ένα παραμύθι για ενήλικες, το οποίο –όπως και οι “Χίλιες και μία Νύχτες” – θα σύστηνε στον κόσμο τον αραβικό πολιτισμό».
Μια καλή συμβουλή που σας έχουν δώσει;
«Γράψε αυτό που θέλεις να διαβάσεις. Νομίζω ότι με βοηθάει να απολαύσω την επίπονη συγγραφική διαδικασία και να είμαι η πρώτη “θαυμάστρια” του βιβλίου μου. Ίσως να φαίνεται κάπως ωραιοπαθές, αν όμως δεν πιστέψουμε εμείς οι ίδιοι στις ικανότητες και τα πονήματά μας, δύσκολα θα πείσουμε τους αναγνώστες να τους δώσουν μια ευκαιρία».
Θα μοιραστείτε μαζί μας, κάτι που σας φτιάχνει τη διάθεση;
«Τα βιβλία. Μπορεί να κλαίω, να νευριάζω, να χάνω πολλές φορές τον ύπνο μου εξαιτίας μιας ιστορίας, αλλά την ευτυχία και τον κορεσμό που νιώθω μετά από ένα αναγνωστικό ταξίδι, δεν μπορώ να τη βρω πουθενά αλλού».
Κάτι που τη χαλά;
«Πολλές φορές, τίποτα συγκεκριμένο. Άλλες φορές, η σκληρή πραγματικότητα. Δε διαθέτω τον κατάλληλο “μηχανισμό” να αντιμετωπίσω αυτή την αρένα που λέγεται ζωή, οπότε η διάθεσή μου χαλάει πολύ εύκολα. Ευτυχώς, όμως, που υπάρχουν τα βιβλία!»
Μια αγαπημένη συνήθεια;
«Εκτός από τη συγγραφή και την ανάγνωση, κατά καιρούς καταπιάνομαι με διάφορες ασχολίες που με βοηθάνε να ξεχνιέμαι και να κάνω κάτι δημιουργικό. Τον τελευταίο χρόνο έχω αρχίσει να κρατάω ημερολόγιο. Δεν καταγράφω τις συνήθειές μου, αλλά κυρίως τις σκέψεις μου. Με βοηθάει, την περίοδο που δε γράφω, να διοχετεύσω τα αρνητικά μου συναισθήματα».
Θα ξεχωρίζατε κάποιους συγγραφείς, κάποιους τίτλους που σας έχουν καθορίσει;
«Η αλήθεια είναι ότι καθετί που έχω διαβάσει έχει επηρεάσει τις ιστορίες μου και τη γραφή μου. Αν έπρεπε, όμως, να ξεχωρίσω ορισμένους συγγραφείς, θα έλεγα τη Richelle Mead, χάρις στην οποία ξεκίνησα να γράφω και τη Leigh Bardugo, η οποία έχει φτιάξει έναν κόσμο -το γνωστό GrishaVerse, που διαμόρφωσε όλη την προσωπικότητά μου τον τελευταίο χρόνο. Ο βασικός λόγος είναι η ποικιλομορφία των χαρακτήρων της, από το χρώμα μέχρι την προσωπικότητα, κάτι που επιθυμώ να πετύχω κι εγώ με την τριλογία και επόμενα βιβλία μου».
Ποια βιβλία έχετε αυτή την περίοδο στο κομοδίνο σας;
«Αυτή τη στιγμή διαβάζω το “We hunt the flame” της Hafsah Faizal, το πρώτο μέρος μιας διλογίας φαντασίας. Λαμβάνει χώρα σε έναν τελείως φανταστικό κόσμο, εμπνευσμένο από τη Μέση Ανατολή».
Η COVID-19 έχει εισβάλλει στις ζωές μας. Κάποιες σκέψεις σας για όσα ζήσαμε και ζούμε;
«Ήταν δύο πολύ δύσκολες χρονιές. Ζήσαμε κάτι πρωτοφανές και καθετί φαντάζει πια πολύ πιο τραγικό και επώδυνο από ό,τι πριν την πανδημία. Προσωπικά έχασα τον εαυτό μου και την έμπνευσή μου. Θα πω το συνηθισμένο “κάντε λίγη υπομονή” και, με τη συμβολή όλων, θα μπορέσουμε να επιστρέψουμε σταδιακά στην παλιά μας ζωή. Ήδη οι περισσότεροι έχουμε καταφέρει να κάνουμε πράγματα που στερηθήκαμε λόγω της πανδημίας και βλέπω πλέον περισσότερα χαμόγελα».
Να κλείσουμε, με στίχους ενός αγαπημένου τραγουδιού;
«Λατρεύω τη μουσική. Πιστεύω ότι είναι αναπόσπαστο κομμάτι της συγγραφής. Ένα από τα αγαπημένα μου τραγούδια είναι το «Shake it Out» της Florence & The Machine κι ο στίχος που με αγγίζει πάντα είναι: “It’s always darkest before the dawn” (μτφ: η πιο σκοτεινή ώρα, είναι πριν το ξημέρωμα). Νομίζω ότι ταιριάζει αρκετά και στην περίοδο που διανύουμε».
Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]