Skip to main content

Η κυρία Μαρίνα Μηλιού Θεοχαράκη μας συστήνεται και περιγράφει τη σχέση της με τη Σύγχρονη Τέχνη

Φωτογραφία: Αλεξάνδρα Μασμανίδη

Η σύζευξη Μοντερνιστικής και Σύγχρονης Τέχνης στο Ίδρυμα Θεοχαράκη

Η ενασχόλησή μου με την τέχνη ήταν σχεδόν νομοτελειακή, αφού γεννήθηκα και μεγάλωσα μέσα σ’ αυτή. Η μητέρα μου, Αννίτα Θεοχαράκη, είναι αρχαιολόγος και οι παππούδες μου, Βασίλης και η Μαρίνα Θεοχαράκη, είναι ιδρυτές του ομώνυμου Ιδρύματος Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής, στο κέντρο της Αθήνας. Ο παππούς μου εκτός από επιχειρηματίας είναι και ζωγράφος. Από παιδάκι με συνοδεύει η εικόνα του στο ατελιέ, όπου τον έβλεπα να ζωγραφίζει, καθώς εγώ καθόμουν στο πάτωμα, στα δροσερά πλακάκια, προσπαθώντας να μιμηθώ τις κινήσεις του. Ο παππούς μου έχει μια μοναδική, μυστηριακή επικοινωνία με τον καμβά, μια σιωπηλή σχέση βαθιάς αφοσίωσης. Από την ηλικία των έντεκα ετών έκανα μαθήματα ζωγραφικής, ενώ, παράλληλα, ήμουν για πολλά χρόνια μαθήτρια και στο φυτώριο της Κρατικής Σχολής Χορού. Μέσα μου γνώριζα ότι θέλω να ασχοληθώ με την τέχνη, χωρίς να γνωρίζω ακριβώς πού θα με πάει αυτό το ταξίδι.

Τελειώνοντας τις εγκύκλιες σπουδές μου, ταξίδεψα στο Λονδίνο για σπουδές. Όμως, ύστερα από δύο χρόνια, διαπίστωσα ότι το συγκεκριμένο πρόγραμμα δεν κάλυπτε τις ανάγκες μου, καθώς αναζητούσα έναν συνδυασμό γνωστικών αντικειμένων, ο οποίος θα κάλυπτε την ιστορία και τη θεωρία της τέχνης με παράλληλη πρακτική εξάσκηση. Τον βρήκα στις ΗΠΑ και ταξίδεψα στο Σικάγο, όπου παρέμεινα γύρω στα οκτώ χρόνια. Σπούδασα πέντε χρόνια Καλών Τεχνών και Ιστορία και Θεωρία της Τέχνης στο School of the Art Institute of Chicago και στη συνέχεια εργάστηκα στο Museum of Contemporary Art Chicago, στο Art Institute of Chicago και τελικά στο Block Museum of Art, Northwestern University.

Είχα αποφασίσει να μείνω στο Σικάγο, γιατί έβρισκα τη μία δουλειά μετά την άλλη και οι εργασιακές συνθήκες ήταν άριστες. Όμως το 2016, με κάλεσαν πίσω στην Ελλάδα για να δουλέψω στην Documenta14, που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα και στο Κάσσελ της Γερμανίας, τον επόμενο χρόνο. Ο πρύτανης της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών έψαχνε ένα πρόσωπο για τη θέση του υπεύθυνου επικοινωνίας της Σχολής με την Ντοκουμέντα, για τη διευκόλυνση των καλλιτεχνών που θα έρχονταν στην Ελλάδα και την Γερμανία. Ήταν τεράστιο project και, κατά τη γνώμη μου, ενίσχυσε τη διεθνή καλλιτεχνική σκηνή της Αθήνας.

Μετά την Documenta14 ήμουν στην ομάδα παραγωγής της καταξιωμένης χορογράφου Alexandra Bachzetsis και ταξιδεύαμε συχνά με τον θίασό της σε ποικίλους χώρους τέχνης και θέατρα της Ευρώπης και της Αμερικής. Τον επόμενο χρόνο μου ζήτησε η γιαγιά μου, Μαρίνα Θεοχαράκη, να επιστρέψω στην Ελλάδα και να εργαστώ στο Ίδρυμα της οικογένειάς μας. Ο ρόλος μου συνίσταται στο να επιμελούμαι εκθέσεις σύγχρονης τέχνης και να φροντίζω για την αποδοτική λειτουργία και αναβάθμιση του Ιδρύματος, σε όλα τα επίπεδα και τους τομείς.

Έχοντας ήδη μεγάλη εμπειρία στο στήσιμο εκθέσεων και έχοντας εργαστεί σε διάφορα μουσεία και χώρους τέχνης, αποφάσισα να εγκατασταθώ μόνιμα στην Ελλάδα και να βοηθήσω την οικογένεια μου. Πρόθεσή μου ήταν να ανανεώσω τον χώρο, να τον μοιραστώ με την κοινότητα μου, την γενιά μου και να τον αξιοποιήσω, δίνοντας ευκαιρίες και σε νέους επιμελητές και καλλιτέχνες του τόπου μας. Αυτό, πάντα, αποδίδοντας τον δέοντα σεβασμό σ’ αυτό που προϋπάρχει και στη δουλειά των κυρίων Τάκη Μαυρωτά και Φώτη Παπαθανασίου, με τους οποίους έχουμε μια πολύ καλή συνεργασία.

Η σύζευξη Μοντερνιστικής και Σύγχρονης Τέχνης στο Ίδρυμα Θεοχαράκη

Στόχος μου είναι το Ίδρυμα να προσεγγίσει τους νέους ανθρώπους και εγώ να εκπροσωπήσω τους εικαστικούς της γενιάς μου και να τους συστήσω στο ευρύ κοινό. Επιθυμώ να δημιουργήσω έναν εποικοδομητικό διάλογο ανάμεσα στους καλλιτέχνες και τους επιμελητές, Έλληνες και ξένους, μέσα από μια σύζευξη της Μοντερνιστικής Τέχνης -την οποία ιστορικά παρουσιάζουμε στο Ίδρυμα- και της Σύγχρονη Τέχνης. Έναν τρυφερό διάλογο όπου τα δύο αυτά ρεύματα συνομιλούν, χωρίς το ένα να παίρνει τη θέση του άλλου. Αρκεί να υπάρχει αλληλεπίδραση και συνδιαλλαγή.

Σε κάθε περίπτωση το κύριο μέλημά μου είναι, να ανοίξω τις πόρτες του Ιδρύματος στη σύγχρονη Αθήνα. Το 2020 ξεκινήσαμε το πρόγραμμα σύγχρονων εκθέσεων του Ιδρύματος με τίτλο Raw, μέσω του οποίου οι επιμελητές του τόπου μας, οι οποίοι ειδικεύονται στη σύγχρονη τέχνη, παρουσιάζουν διάφορους καλλιτέχνες, στους ενδιάμεσους χώρους του Ιδρύματος, που για εμένα είναι εξίσου σημαντικοί και ενδιαφέροντες. Τα έργα που προτείνονται, εκτίθενται στην είσοδο, στις σκάλες, στο rooftop του πέμπτου ορόφου, ή ακόμα και στον προαύλιο χώρο. Οι επιμελητές δουλεύουν με σύγχρονους καλλιτέχνες οι οποίοι θέλουν να πειραματιστούν φτιάχνοντας διάφορες εγκαταστάσεις. Στο πλαίσιο αυτό, υπάρχουν δύο ή τρείς εγκαταστάσεις κάθε φορά, από δημιουργούς τους οποίους επιλέγουν οι επιμελητές. Εγώ βρίσκομαι στα παρασκήνια και κάνω τη διεύθυνση του έργου. Κάπως έτσι έχει ανανεωθεί ο χώρος και έχει συνομιλήσει το σύγχρονο με αυτό που προϋπάρχει, δίνοντας την ευκαιρία στο κοινό να δει τα σύγχρονα ρεύματα, με έναν πολύ διακριτικό και επίκαιρο τρόπο.

Προσωπικά απολαμβάνω αυτό που συμβαίνει γιατί η ζωή μου δεν εξαντλείται στη δουλειά μου στο Ίδρυμα. Αναζητώ αυτούς τους καλλιτέχνες μέσα από επισκέψεις σε γκαλερί, εγκαίνια εκθέσεων, εικαστικά δρώμενα, που συμβαίνουν στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Είμαι επίμονη και δεν επαναπαύομαι στις γνώσεις μου. Μέσα από διαρκή αναζήτηση, θεωρώ καθήκον μου να ανακαλύπτω νέους δημιουργούς, μέσα από απρόβλεπτες εξερευνήσεις, που έχουν ως αποτέλεσμα και τη βελτίωση και τη διεύρυνση της δικής μου αισθητικής. Δεν περιορίζομαι σε αυτά που ήδη γνωρίζω ή σε όσα θεωρώ ότι γνωρίζω. Επισκέπτομαι ό,τι πρωτοποριακό συμβαίνει στην Αθήνα και στο εξωτερικό. Ταξιδεύω και στις μεγάλες φουάρ, όπως η Art Basel στη Βασιλεία της Ελβετίας ή στο Freeze συνεχίζοντας την προσωπική μου εξερεύνηση και τριβή με τη σύγχρονη τέχνη, ενώ, παράλληλα, παρακολουθώ τις τάσεις, ακούραστη.

Στην Ελλάδα υπάρχει μέλλον για τον χώρο της Τέχνης

Η γιαγιά μου μου έλεγε πάντα ότι «τρέχω σαν να έχω χάσει τον ομφαλό μου». Εννοώντας, βέβαια, πως η συνεχής μου περιέργεια για τον κόσμο μας, δεν εξαντλείται με τίποτα. Πρέπει συνεχώς να θέτεις ερωτήματα ακόμα και στον ίδιο σου τον εαυτό. Η πρακτική αυτή αποτελεί τη λυδία λίθο της αυτοαξιολόγησης και μέσω αυτής έχω ανακαλύψει πολλούς μοναδικούς εκφραστές στο χώρο της επιμέλειας εκθέσεων και της δημιουργίας. Πιστεύω ότι είναι πολύ σημαντικό να αμείβονται για την εργασία τους τόσο οι καλλιτέχνες όσο και οι επιμελητές. Θέλοντας να αλλάξω τα κακώς κείμενα, το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να προσθέσω στον προϋπολογισμό για αυτές τις εκθέσεις, ξεχωριστή αμοιβή του καλλιτέχνη και του επιμελητή. Είναι απαραίτητο και σημαντικό να δώσω αξία στη δουλειά τους, στις εργατοώρες που έχουν ξοδέψει. Και επειδή έχω την ευθύνη της διοργάνωσης επέβαλα αυτή τη νοοτροπία, δείχνοντας τον απαιτούμενο σεβασμό στους ανθρώπους που υπηρετούν την Τέχνη. Θεωρώ ότι στην Ελλάδα οι συνθήκες έχουν αρχίσει να είναι πιο ευνοϊκές και υπάρχει μέλλον για τον χώρο της Τέχνης. Οι γκαλερί και τα μουσεία εξελίσσονται και η Τέχνη κινείται, ταξιδεύει.

Όταν με ρωτούν τι είναι τελικά Σύγχρονη Τέχνη, απαντώ, τα πάντα. Είναι ό,τι δημιουργείται σήμερα. Η ανάγκη επικοινωνίας των δημιουργών να εκφράσουν την εποχή τους. Υπάρχει μια μερίδα του κοινού που απορρίπτει το μη αξιολογημένο. Όμως, και τα δυο έχουν αξία. Στο Ίδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη παρουσιάζουμε, κυρίως, μοντερνιστές Έλληνες ζωγράφους και μια τέχνη που θεωρείται πλέον κλασική γιατί έχει αποδείξει την αξία της και την ουσία της. Εγώ δίνω και στα δύο αξία. Το θέμα είναι αν ο θεατής μπορεί να δώσει χρόνο, να προσέξει, να ακούσει να αφουγκρασθεί το καινούργιο, το διαφορετικό, το σύγχρονο.

Οφείλω να ομολογήσω ότι πολλές και από τις σύγχρονες δουλειές δεν με αντιπροσωπεύουν σαν Μαρίνα, όχι γιατί δεν τις καταλαβαίνω, αλλά γιατί δεν μου προκαλούν κάποιο βαθύ συναίσθημα ή αντίκτυπο. Όμως, αφού όλα είναι υποκειμενικά, έτσι είμαι κι εγώ. Υπάρχουν έργα που έχουν αντίκτυπο μέσα μου. Κάπως έτσι ο καθένας από μας αξιολογεί την Τέχνη. Επίσης, αν κάποιοι διαφωνούν με τις σύγχρονες τάσεις, το σέβομαι. Στην τέχνη όλες οι απόψεις είναι σεβαστές. Πρέπει να έχουμε κριτική ματιά και να εκφράζουμε την άποψή μας, με υπομονή και αγάπη για το διαφορετικό. Αν αυτό συμβεί θα έχουμε κάνει σημαντικά βήματα προόδου. Αυτό με ενδιαφέρει εμένα, αυτό θεωρώ σημαντικό. Με δεδομένο ότι οι προσλαμβάνουσες ενός εκάστου διαφέρουν, η εξοικείωση με τους κώδικες της Σύγχρονης Τέχνης σε οδηγεί σε άγνωστους, συχνά υπέροχους κόσμους.

Η Εννοιολογική Τέχνη αντιπροσωπεύει το τι συμβαίνει την παρούσα στιγμή στην κοινωνία. Πρόκειται για μια δράση αντίδραση σε αυτόν που θέλει να σου πει κάτι. Εξάλλου, πολλοί μεγάλοι καλλιτέχνες αναγνωρίστηκαν αφού έφυγαν από τη ζωή. Ο Θεόφιλος ήταν ο «τρελός του χωριού» και ζωγράφιζε για ένα κομμάτι ψωμί. Για μένα ήταν ένα στοίχημα το να φέρω στο Ίδρυμα τους νέους δημιουργούς, με σκοπό να ανοίξω μια δίοδο επικοινωνίας με αυτό που συμβαίνει εκεί έξω, δίπλα μας, στο απέναντι πεζοδρόμιο, στα μικρότερα ατελιέ.