Skip to main content

Στο Λουτρό των Αέρηδων, η «χαμένη» γειτονιά Βρυσάκι…

Η έκθεση, με έργα της εικαστικού Άρτεμις Χατζηγιαννάκη, σε επιμέλεια του δημοσιογράφου και συγγραφέα Νίκου Βατόπουλου, αναδεικνύει την ανθρωπογεωγραφία της παλαιάς χαμένης συνοικίας των Αθηνών, η οποία βρισκόταν στον χώρο  που καταλαμβάνει σήμερα ο αρχαιολογικός χώρος της Αρχαίας Αγοράς.

Μια γειτονιά της Αθήνας, το Βρυσάκι, που δεν υπάρχει πια στον χάρτη της, παρά ως μικρό δείγμα στα 18 κτήρια που συγκροτούν  το Μουσείο Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού, αποτυπώνεται στην εικαστική έκθεση «Βρυσάκι. Αναζητώντας τη χαμένη συνοικία», που εγκαινιάστηκε στο Λουτρό των Αέρηδων, από την Υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη, παρουσία της Α.Ε. της Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου.

Η έκθεση, με έργα της εικαστικού Άρτεμις Χατζηγιαννάκη, σε επιμέλεια του δημοσιογράφου και συγγραφέα Νίκου Βατόπουλου, αναδεικνύει την ανθρωπογεωγραφία της παλαιάς χαμένης συνοικίας των Αθηνών, η οποία βρισκόταν στον χώρο  που καταλαμβάνει σήμερα ο αρχαιολογικός χώρος της Αρχαίας Αγοράς. Ολόκληρη η συνοικία  Βρυσάκι, απαλλοτριώθηκε και κατεδαφίσθηκε για να αποκαλυφθεί η Αρχαία Αγορά από τη ανασκαφή που διεξήγαγε  η Αμερικανική Σχολή Κλασσικών Σπουδών. Αντικείμενα από τις συλλογές του Μουσείου συνδιαλέγονται με τις υδατογραφίες της εικαστικού Άρτεμις Χατζηγιαννάκη, με σκοπό να ζωντανέψουν πτυχές από την καθημερινότητα στο Βρυσάκι και την ευρύτερη περιοχή του,  στα όρια της οποίας βρίσκονται το Λουτρό των Αέρηδων και το Μουσείο Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού.

Όπως είπε στον χαιρετισμό της η Λίνα Μενδώνη, «Αντλώντας το όνομα από κάποια βρύση ή από παραφθορά του ονόματος του Ευρυσάκη, γιου του Αίαντα, στον οποίο ήταν αφιερωμένο τοπικό αρχαίο ιερό, η περιοχή αποτελούσε ένα πραγματικό χωνευτήρι ανθρώπων, κοινωνικών τάξεων και δραστηριοτήτων, γεγονός που διαμόρφωσε τόσο το χαρακτήρα, όσο και την όψη της. Δίπλα στους μεσοαστούς, υπαλλήλους και επαγγελματίες, παλαιούς Αθηναίους, που, κυρίως, από το 1860 και μετά οικοδόμησαν εκεί τα σπίτια και τις επιχειρήσεις τους, εγκαταστάθηκαν, αργότερα, πρόσφυγες και κάθε λογής εκπρόσωποι της εργατικής τάξης και της φτωχολογιάς του Μεσοπολέμου, χτίζοντας πλάι στα νεοκλασικά και στα άλλα αστικά σπίτια πολυάριθμα χαμόσπιτα, τρώγλες και παράγκες. Μια γειτονιά –συνονθύλευμα χωρίς τάξη, που θεωρούνταν υποβαθμισμένη, αλλά ταυτόχρονα συνιστούσε ένα από τα πλέον ζωντανά και πολυσύχναστα κομμάτια της Αθήνας. Ολόκληρη σχεδόν η συνοικία εξαφανίστηκε και σβήστηκε οριστικά από το χάρτη της πόλης. Οι κάτοικοί της αναγκάστηκαν να την εγκαταλείψουν, όταν η Πολιτεία αποφάσισε την απαλλοτρίωση της έκτασης, ώστε να πραγματοποιηθεί η μεγάλη ανασκαφή της Αρχαίας Αγοράς από την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών της Αθήνας. Την περίοδο 1931-1939, εκατοντάδες κτήρια, 348 αναφέρονται στο αρχείο της Αμερικανικής Σχολής, κατεδαφίστηκαν συστηματικά και περισσότεροι από 5.000 ένοικοι και ιδιοκτήτες επιχειρήσεων εκτοπίστηκαν αφού αποζημιώθηκαν».

Με την ευκαιρία των εγκαινίων η Λίνα Μενδώνη ανακοίνωσε ότι στους επόμενους μήνες, θα ανοίξει το Μουσείο Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού στα κτήρια που αποτελούν την «Αυλή των Θαυμάτων». Οπως είπε, «το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, αρχές του 1999, ανέλαβε μια καθοριστικής σημασίας πρωτοβουλία να διασώσει και να αναδείξει ένα μικρό εναπομείναν τμήμα της συνοικίας Βρυσάκι, ανατολικά της Στοάς του Αττάλου, που επιβίωσε της κατεδάφισης, αλλά επί δεκαετίες είχε εγκαταλειφθεί στη φθορά του χρόνου. Είναι τα 18 οικήματα, τα οποία συνθέτουν το Μουσείο Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού.

Με χρηματοδότηση δύο περιόδων, από τα ΕΣΠΑ2007-2013 και 2014-2020, από εθνικούς πόρους του ΥΠΠΟΑ και με ένα ακόμη μέρος από το Ταμείο Ανάκαμψης, με προϋπολογισμό πάνω από 20.000.000 ευρώ- μη συμπεριλαμβανομένων των απαλλοτριώσεων και των μελετών οι οποίες ανεβάζουν τον προϋπολογισμό σε 35.000.000 ευρώ- αυτά τα 18 κτήρια της «Αυλής των Θαυμάτων» αναστηλώθηκαν, προκειμένου να στεγάσουν τη μόνιμη συλλογή του Μουσείου. Συγχρόνως όμως, αναβιώνουν με το δομημένο και φυσικό περιβάλλον μια ολόκληρη γειτονιά της παλιάς Αθήνας και σημαντικές πτυχές της νεότερης πολιτιστικής ιστορίας της πόλης και της Χώρας».

Η έκθεση συνοδεύεται από εκδηλώσεις, ομιλίες, ξεναγήσεις, προβολές, με σκοπό να δώσουν τη δυνατότητα στο κοινό μιας πολυεπίπεδης  εμπειρίας. Η διάρκεια της έκθεσης είναι μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου.