Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]
Με αναφορά το ομώνυμο έργο του ποιητή Γιώργου Σεφέρη, ο συνθέτης Δημήτρης Παπαδημητρίου προχωρά σε μια απόπειρα μεταφοράς της ποιητικής φόρμας σε μουσική και μας μιλά για το νέο του συμφωνικό έργο, με τίτλο «Ερωτικός λόγος», το οποίο παρουσιάζεται σε πρώτη εκτέλεση στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση, στις 18 και 19 Οκτωβρίου, στις 8.30 το βράδυ.
Πώς σκιαγράφησε τον έρωτα ο σπουδαίος μας ποιητής, σε αυτό το δημιούργημά του;
Ως μια βαθειά σωματική, ψυχική και πνευματική εμπειρία, με δεδομένη ιεροτελεστία και, ασφαλώς, προδιαγεγραμμένο τέλος. Αυτό, που γεννά τον έρωτα, είναι η επιθυμία του άπιαστου και του απόμακρου. Όταν η επιθυμία κορεστεί, το άπιαστο καταργείται ως τέτοιο. Το μακρινό γίνεται οικείο, κτήμα. Η ίδια επιθυμία θα γεννήσει μαθηματικά τον έρωτα για το επόμενο άπιαστο και μακρινό και θα σκοτώσει τον παροντικό. Ώσπου, όμως, αυτό να συμβεί, διασώζει ο έρωτας ένα χρονικό διάστημα, όπου βιώνεται ένας βαθύτατος, σκοτεινός και λαμπερός υπαρξιακός και αισθησιακός διάλογος μεταξύ σωμάτων, ψυχών και ζωών. Η ζωή ίσως, για λίγο, και να δικαιωθεί, όλα τα επίπεδα και ο χρόνος ίσως και να εξηγηθούν, πριν ξαναβυθιστούν όλα πάλι στο αίνιγμα. Ποια είναι, άραγε, η αλήθεια, η εξήγηση ή το αίνιγμα; Η μνήμη του έρωτα είναι η μόνη διάρκεια.
Πότε βυθιστήκατε για πρώτη φορά στον «Ερωτικό λόγο»;
Αληθινά μικρός, παιδί, χωρίς να καταλαβαίνω τίποτα ουσιαστικά από το ίδιο το περιεχόμενο, αφού και οι έρωτες μού ήταν άγνωστοι τότε. Όμως, με γοήτευε αποσπασματικά με την ίδια την ποιητική δύναμη του στίχου και το υπόκωφο νόημα που υποψιαζόμουν. Όμως, δεν μετανιώνω καθόλου, το ξέρω το ποίημα όλο απέξω, από παιδί. Και τώρα, ωστόσο, νομίζω ότι, από τον σεφερικό λαβύρινθο, μεταφορές και αναφορές πάντα θα μας διαφεύγουν ή θα προσθέτουμε μόνοι μας, ερήμην του ποιητή. Η μουσική πλαταίνει με την αφαίρεση το νόημα και πραγματοποιεί συνδέσεις, που, και σε μένα, αργότερα, θα μου αποκαλύπτονται.
Πώς νιώθατε τότε, όταν το διαβάσατε, και πώς τώρα;
Τότε, πιο γοητευμένος από την ποιητική γραφή και λιγότερο από το νόημα, που δεν μπορούσα να στηρίξω σε προσωπική εμπειρία. Ήξερα ότι το “Ρόδο της Μοίρας”, για τους φροϋδιστές αναλυτές, ήταν το αιδοίον. Αλλά γιατί να γύρευε να βρει να μας πληγώσει αυτό, που ήταν το τοτέμ της εφηβείας; Φόβος μού γεννιόταν και προτιμούσα την ίδια τη Μοίρα ως Ρόδο στην εικόνα αυτή. Σήμερα, η σκληρότητα αυτή δεν με τρομάζει, γιατί φτάνω σε αυτήν με δρασκελιές συναισθήματος.
Έχετε μελοποιήσει αρκετά ποιήματα του Γιώργου Σεφέρη. Τι καθόρισε τη στιγμή της μελοποίησης του συγκεκριμένου ποιήματος;
Δεν πρόκειται καθόλου περί μελοποίησης, αλλά περί ενός μουσικού έργου, όπου ουδείς τραγουδά ούτε έναν στίχο. Είναι ένα ανεξάρτητο μουσικό έργο, αναφανδόν πιο ελεύθερο από μια μελοποίηση, αλλά γι’ αυτό και, ίσως, πιο ολικής προσέγγισης, αφού η μη ποιοτική – ποσοτική δέσμευση του στιχουργικού σώματος ως υποχρεωτική “ύλη” συνύφανσης με τη μουσική αφήνει ελευθερία και αναπτύξεων και εξηγήσεων.
Πώς εξελίχθηκε αυτή η συνθετική διαδικασία και πώς την ονομάζετε;
Οι μεγάλοι της τέχνης, συχνά, παίρνουν ένα μουσικό έργο ή έναν πίνακα ή μια χορογραφία αριστουργηματική (λ.χ. ένα αριστούργημα του Πικασό, του Ραβέλ, του Νιζίνσκι) και ακολουθούν τη μορφολογική και νοηματική του πορεία, με μια απίθανη αναλυτική και επανασυνθετική δύναμη στη δική τους τέχνη. Αυτή η επικονίαση, το μπόλιασμα μεταξύ των τεχνών, είναι η βάση της μεταφοράς των μεγάλων ρευμάτων από τέχνη σε τέχνη (π.χ. κλασικισμός, ιμπρεσιονισμός, υπερρεαλισμός κ.λπ.), όπου αυτό είχε νόημα να γίνει. Η συνεπής αντιγραφή φόρμας ήδη υπάρχει από τη φόρμα της Σονάτας, που αντέγραψε τον κλασικό αρχαίο ελληνικό ναό και την ίδια τη σωκρατική διαλεκτική.
Προχώρησα σε μια αντιστροφή. Πήρα ένα έργο, που ήδη μεταφέρει έναν προγενέστερο κόσμο, όπου, επάνω του, γράφτηκε το εμβληματικό αυτό ποίημα, υποψιάστηκα τον κόσμο αυτό και έσβησα τον καμβά του, για να ξαναγράψω επάνω του, με τον δικό μου τρόπο, μια ανάλογη μουσική φόρμα. Αυτήν τη διαδικασία την ονομάζω μουσικό παλίμψηστο, δάνειο από τους αρχαίους παπύρους που έχουν δύο και τρεις εγγραφές, σε διαφορετικές περιόδους.
Ο «Ερωτικός λόγος» του Σεφέρη μού έδωσε τη φόρμα του, αλλά όπως είχα αντιμετωπίσει και στον Καβάφη, η φόρμα ενός ποιήματος δεν είναι η εξωτερική μόνο, αλλά αυτή που έχει και τις παγίδες της υποχρεωτικής επανανάγνωσης του ευαίσθητου αναγνώστη. Ο μεγάλος ποιητής σε παγιδεύει να ξαναδιαβάσεις και να μην προχωρήσεις χωρίς αυτή την επανάληψη, με πολύ δαιμόνιους τρόπους. Αυτή η επαναφορά του βλέμματος πίσω και ξανά μπροστά κ.λπ. είναι η αληθινή φόρμα του ποιήματος και αυτή με οδήγησε περισσότερο.
Τι εξερευνάτε μέσα από αυτό το συμφωνικό έργο;
Εκτός από τη νέα αυτή μορφολογική φόρμα (το μουσικό παλίμψηστο), τον εκλεκτικισμό σε όλο του το μεγαλείο. Επίσης, την εποχή του τριάντα που όρισε τόσα πολλά και θα μένει για πάντα ως θεμέλιο της σύγχρονης Ελλάδας. Αισθάνομαι ότι όποιος δεν ασχολήθηκε καταλεπτώς με αυτήν χτίζει στην άμμο.
Πληροφορίες
Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση – Κεντρική Σκηνή: λεωφ. Συγγρού 107 – Αθήνα, τηλ.: 210 9005800. Τιμές εισιτηρίων: κανονικό: 25, 18, 15 ευρώ, μειωμένο ή μικρή παρέα (5 – 9 άτομα): 20, 14, 12 ευρώ, μεγάλη παρέα (10+ άτομα): 18, 13, 11 ευρώ, ΑΜΕΑ – άνεργοι: 5 ευρώ, συνοδός ΑΜΕΑ: 10 ευρώ. Πώληση εισιτηρίων: ταμείο Στέγης (Δευτέρα – Κυριακή: 9:00 – 21:00), καταστήματα: Γερμανός, ΟΤΕSHOP, Ιανός οδού Σταδίου, τηλεφωνικά: 210 9005800, γραμμή Φίλων της Στέγης: 213 0178200 (Δευτέρα – Κυριακή: 9:00 – 20:00), ηλεκτρονικά: η υπηρεσία print@home είναι διαθέσιμη για τις online αγορές εισιτηρίων. Τυπώστε το εισιτήριό σας από όπου κι αν βρίσκεστε και μπείτε με αυτό απευθείας στην αίθουσα.