Το βιβλίο «“Το μαγικό βαρέλι” και άλλες ιστορίες» με διηγήματα του Μπέρναρντ Μάλαμουντ (1914-1986) κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη, σε μετάφραση Σταυρούλας Αργυροπούλου.
«Ο έρωτας έρχεται με τον κατάλληλο άνθρωπο, όχι νωρίτερα» λέει ο Πίνι Σάλτσμαν στον Λίο Φινκλ, έναν νεαρό ιεροσπουδαστή, που σκέφτεται να αποκατασταθεί. Μαζί αναζητούν την πιο ταιριαστή νύφη. Ο πονηρός προξενητής έχει πολλές πελάτισσες. Οι καρτέλες με τις υποψήφιες έχουν κατακλύσει το γραφείο του. «Τα συρτάρια γέμισαν κιόλας ως απάνω, κι έτσι τις φυλάω σ’ ένα βαρέλι». Είναι, όμως, η οποιαδήποτε κοπέλα κατάλληλη για έναν εκκολαπτόμενο ραβίνο; Είναι άραγε εφικτό το θαύμα μες στην απελπιστική μοναξιά; Τα πράγματα εξελίσσονται αναπάντεχα.
«Το πρόσωπό της τον συγκίνησε βαθιά. Στην αρχή δεν μπορούσε να πει το γιατί. Του έδινε την εντύπωση μιας νιότης –της άνοιξης λουλούδια, κι ωστόσο γερασμένα- την αίσθηση ότι τη νιότη αυτή τη στράγγιξαν ως το μεδούλι, τη σπατάλησαν. Αυτό οφειλόταν στα μάτια που του ήταν βασανιστικά γνώριμα κι ωστόσο απολύτως ξένα. Είχε τη ζωηρή εντύπωση πως την ξανασυνάντησε· όσο, όμως, κι αν προσπαθούσε, δεν κατάφερνε να την τοποθετήσει σε κάποιο πλαίσιο, έστω κι αν μπορούσε να θυμηθεί το όνομά της, σαν να το είχε διαβάσει γραμμένο με το ίδιο της το χέρι. Όχι, δεν γινόταν, θα τη θυμόταν. Όχι ότι είχε καμιά εξαιρετική ομορφιά, έλεγε μέσα του, όχι, έστω κι αν το πρόσωπό της ήταν αρκετά ελκυστικό. Ήταν αυτό το κάτι πάνω της που τον συγκίνησε. Αν σύγκρινες τα χαρακτηριστικά της ένα προς ένα, ακόμα και κάποιες κυρίες στις φωτογραφίες θα τα πήγαιναν καλύτερα.
Εκείνη όμως του είχε κλέψει την καρδιά· εκείνη είχε ζήσει ή θέλησε να ζήσει –ή μάλλον δεν θέλησε απλώς, αλλά ίσως λυπόταν για το πώς έζησε –και κατά κάποιο τρόπο υπέφερε βαθιά. Αυτό φαινόταν από το βάθος εκείνων των απρόθυμων ματιών και από τον τρόπο που το φως κλεινόταν μέσα της και ξεχυνόταν αστράφτοντας μέσα της, αποκαλύπτοντάς του ένα σωρό πιθανότητες. Αυτή ήταν ο άνθρωπός του. Αυτήν ποθούσε. Το κεφάλι του πονούσε και τα μάτια του έγιναν δυο σχισμές από την ένταση με την οποία κοιτούσε την εικόνα της, κι έπειτα μια σκοτεινή ομίχλη ξεχύθηκε θαρρείς στο μυαλό του, ένιωσε να τη φοβάται και συνειδητοποίησε πως είχε δεχτεί, κατά κάποιο τρόπο, την επιρροή του κακού. Αναρίγησε, λέγοντας μαλακά: “Έτσι συμβαίνει μ’ όλους μας”. Ο Λίο έβρασε λίγο τσάι σε ένα μπρικάκι, και δίχως να του βάλει ζάχαρη άρχισε να το πίνει αργά αργά για να ηρεμήσει. Όμως, πριν τελειώσει το ρόφημά του, εξέταζε πάλι αναστατωμένος το πρόσωπο και το βρήκε καλό· καλό γι’ αυτόν, τον Λίο Φινκλ. Μόνο μια τέτοια γυναίκα μπορούσε να τον καταλάβει και να τον βοηθήσει να βρει ό,τι αναζητούσε. Αυτή θα μπορούσε ίσως να τον αγαπήσει. Πώς έτυχε να βρεθεί ανάμεσα στα κατακάθια του βαρελιού του Σάλτσμαν ποτέ δεν θα το μάντευε, ήξερε όμως πως έπρεπε να τη βρει επειγόντως».
Μεγάλος μάστορας της μικρής φόρμας, ο Μάλαμουντ εισχωρεί ακαριαία στα μύχια των χαρακτήρων του και παρακολουθεί στενά τις υπαρξιακές τους περιπέτειες. Το έργο του, δημιουργεί αίσθηση ανεκτίμητου, καθημερινού δώρου -οι ήρωες ενός οικουμενικού συγγραφέα είναι πάντοτε κοντά μας, πάντοτε συγγενείς μας.
Ο τόμος περιλαμβάνει τριάντα διηγήματα και συνιστά το πρώτο μέρος της ελληνικής έκδοσης των Απάντων του.
Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]