Skip to main content

Ρουμπίνη Μοσχοχωρίτη: «…ένα διαμάντι, που λαμπυρίζει και σήμερα…»

Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]

Το «Γαμήλιο Εμβατήριο» του Άγγελου Τερζάκη παρουσιάζεται έως τις 19 Φεβρουαρίου στο Σύγχρονο Θέατρο από την ομάδα ΑΝΙΜΑ και εκλεκτούς συνεργάτες, σε συμπαραγωγή με το ΔηΠεΘε Ρούμελης [Ευμολπιδών 45, Αθήνα].        
       
Το έργο συγκαταλέγεται στα  πιο σημαντικά νεοελληνικά θεατρικά του 20ού αιώνα,  και ανεβαίνει στη σκηνή μετά από πολύ καιρό. Σε μία ελληνική κωμόπολη του Μεσοπολέμου, μία οικογένεια που έχει χάσει τον πατέρα κι έχει τέσσερις ανύπαντρες κόρες στηρίζει όλες τις ελπίδες της στον γιο, ο οποίος βρίσκεται στην Αθήνα. Όταν κάποια στιγμή επιστρέφει, δεν το κάνει για να βοηθήσει την οικογένειά του, αλλά για να πουλήσει ό,τι τελευταίο τους έχει απομείνει, καλύπτοντας έτσι την κατάχρηση που έχει κάνει στη δουλειά του. Η οικογένεια καταρρέει κι η επαναστάτρια κόρη αποφασίζει να πάρει την κατάσταση στα χέρια της. Κάθε επανάσταση όμως ποτίζεται με αίμα…

Για το έργο μιλήσαμε με τη Ρουμπίνη Μοσχοχωρίτη -σκηνοθέτιδα της παράστασης και εκπρόσωπο της Ομάδας ΑΝΙΜΑ.

Λίγα λόγια σας για την παράσταση;     
«Θα σας πω τι νιώθω για την παράσταση: πρόκειται για ένα κλασικό κείμενο μεγάλης αξίας, που ενώ το θέμα του, με μια πρώτη ματιά, μοιάζει παλαιικό, αν σκάψεις κάτω από την επιφάνειά του, αποκαλύπτεται ένα διαμάντι, που λαμπυρίζει και σήμερα. Έτσι, η θεματολογία του έργου μοιάζει να πατάει πάνω στη σύγχρονη πραγματικότητα: της αυξημένης ενδοοικογενειακής βίας, της πολλαπλασιαζόμενης σεξουαλικής παρενόχλησης της γυναίκας, της άρνησης αποδοχής του όχι της, που οδηγεί ακόμη και στη γυναικοκτονία και γενικά σε μια ευαίσθητη ισορροπία ισοτιμίας των δύο φύλων».

Μια περιγραφή των κεντρικών προσώπων;    
«Το έργο παρουσιάζει μια οικογένεια με τέσσερις κόρες και έναν γιο καθώς και τη χήρα μάνα. Οι ζωές αυτών των γυναικών, μετά τον θάνατο του πατέρα και το φευγιό του γιου, είναι μονόδρομος: γάμος ή κατακραυγή. Κάτω, λοιπόν, από αυτό το πιεστικό δίλλημα, διαμορφώνονται και οι χαρακτήρες. Η Λεμονιά, η μεγαλύτερη κόρη, ανδροπρεπής και σκληρή, καταπιέζει νιώθοντας χρέος της να διαφυλάξει το ανδρικό πρότυπο. Η Μαρίνα, η δεύτερη κόρη, θηλυκή, φιλομαθής και δυναμική, δεν αντέχει γράμι καταπίεσης και, νιώθοντας ότι τα περιθώρια στενεύουν για αυτήν, επαναστατεί με τρόπο πρωτοποριακό για την εποχή της. Η Ροζαλία, η τρίτη, ευαίσθητη υπερβολικά, αλαφροΐσκιωτη, βρίσκει καταφύγιο στη μουσική και τα τραγούδια για να μην σκέφτεται την πραγματικότητα. Η Ανθούλα, το στερνοπούλι, ένα γλυκό παιδί, που όμως αναγκάζεται να μεγαλώσει πριν της ώρας του, για να μπορέσει να κρατήσει ισορροπίες. Η μάνα, μέσα σε αυτό το πιεστικό περιβάλλον, ταλαντεύεται ανάμεσα στο σωστό που επιτάσσει η κοινωνία και την αγάπη της και κατανόηση για τα παιδιά της, που θέλει να βοηθήσει. Ο γιος, ο εν ζωή άντρας της οικογένειας, είναι ένας επιπόλαιος τύπος, καλομαθημένος, τζογαδόρος, που έχει μάθει να παίρνει μόνο. Και γύρω από αυτόν, κάποιοι προβληματικοί ακόμα αντρικοί χαρακτήρες: Χρηστούδης – ο τυχοδιώκτης εραστής, Τρέκλας- ο ζαμανφού θείος, που νοιάζεται μόνο να μαζέψει ψήφους, Ανδριανός- ο αιώνιος, είρωνας, φοιτητής που αρνείται να καταλάβει τη θέση του και την κατάστασή του (είναι άρρωστος) και να παλέψει για αυτήν και τέλος ο γλυκύτατος κατά τα άλλα δάσκαλος, ερωτευμένος με τη Μαρίνα αλλά δειλός και άτολμος».

Τι σας προσέλκυσε στο ανέβασμα του συγκεκριμένου έργου; 
«Ξαναδιαβάζοντάς το, θυμήθηκα ένα πολύ σπουδαίο κείμενο, που με συγκίνησε πολύ. Επίσης, δουλεύοντάς το στις πρόβες, ανακάλυψα πολλά κομμάτια της ζωής μου μέσα σε αυτό: Παγκράτι, Ζωγράφου, Πάτρα, χωριό, καλοκαίρια, διακοπές, άντρας, γυναίκα, παρθενιά, πρότυπα, βαρύ καφέ τραπέζι, η θέση του πατέρα, της κόρης, φωνές, βρισιές, διαφωνίες, γάμος, παιδί, θρησκεία, αρχέτυπα, η θέση της γυναίκας μετά το προπατορικό αμάρτημα…».

Που εστίασε η σκηνοθετική σας ματιά;
«Η σκηνοθεσία εστίασε στο να είναι μια θεατρική παράσταση με σύγχρονες αναφορές και εικόνες, που ταυτόχρονα θα συγκινήσει το κοινό, γιατί, με έναν αρχετυπικό τρόπο, θα το κάνει να ανακαλύψει και να ξαναβρεί τις βαθιές ελληνικές του ρίζες. Με αυτόν τον τρόπο, ίσως συναισθανθεί και κατανοήσει τη φύση του ίδιου του ανθρώπου μακριά από τα κλισέ του τι είναι το κάθε φύλο. Η παράσταση σαφώς επικεντρώνεται στις έμφυλες σχέσεις και στη συνομιλία τους, με στόχο την ελεύθερη διακίνηση του εαυτού».

Για ποιο λόγο ένας άνδρας ηθοποιός υποδύεται όλους τους ανδρικούς ρόλους;            
«Ήταν ένα εύρημα και μια ιδέα, που είχα από την αρχή, και νομίζω έχει λειτουργήσει εξαιρετικά -σύμφωνα με τα λόγια των θεατών, για να δοθεί έμφαση στην ιδέα ότι όλοι οι άντρες, στα μάτια αυτών των γυναικών, είναι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ίδιοι. Είναι οι δήμιοί τους, αυτοί που τους ασκούν εξουσία, που τις καταπιέζουν και τις βασανίζουν ηθελημένα ή όχι. Σε αυτή την περίπτωση, λοιπόν, το πρόσωπο δεν έχει τόσο σημασία όσο τα χαρακτηριστικά που φέρει το πρόσωπο, που το καθιστούν σύμβολο».

Πείτε μας μια ατάκα ή έναν διάλογο από το έργο. Ό,τι σας έρθει πρώτο στον νου.       
«
Αγαπώ πολύ τα τελευταία λόγια της Ανθούλας που λέει: “Εμείς όλες είμαστε τα στεκάμενα νερά. Η δική της παράφορη θέληση (εννοεί της Μαρίνας) έριχνε πάνω μας έναν ανήσυχο αέρα. Ξυπνούσε πόθους, όνειρα, φαντασίες. Μας ανάγκαζε να ονειρευόμαστε: κι αυτό ήταν κακό. Ποιος ο λόγος να ονειρεύεται κανείς; Καλύτερα ο ύπνος, ο βαθύς, ο ασύνειδος”».

Μιλήστε μας για την επιλογή σας, στα κλασικά έργα με τα οποία ασχολείστε, να φωτίζετε τη γυναικεία πλευρά-θέση;   
«Όντας γυναίκα σκηνοθέτης σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο είναι φυσικό να θέλω να φωτίσω τη γυναικεία πλευρά. Από την άλλη, υπάρχουν λιγότερα, μεγάλα κείμενα, στα οποία πρωταγωνιστούν γυναίκες, σαν τον Άμλετ για παράδειγμα, και έτσι, αισθάνομαι την ανάγκη αυτό το κενό να το φωτίσω με γυναικεία ψυχή και φωνή. Τα περισσότερα έργα που έχω ανεβάσει με την ΑΝΙΜΑ, είναι ιδωμένα από τη γυναικεία θέση όχι μόνο για να καλύψουν αυτό το κενό αλλά για να φέρουν στο προσκήνιο με καθαρό τρόπο το γυναικείο “ήθος” -με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου, και να συνομιλήσουν αντάξια με το αντρικό πρότυπο».

Ταυτότητα Παράστασης             
Σκηνοθεσία: Ρουμπίνη Μοσχοχωρίτη, δραματουργική επεξεργασία: Κωνσταντίνος Κυριακού, σκηνικά: Δήμητρα Λιάκουρα, κοστούμια: Μαρία Παπαδοπούλου, πρωτότυπη μουσική: Στάθης Δρογώσης, επιμέλεια κίνησης: Ειρήνη Κλέπκου, βοηθός σκηνοθέτη: Ελένη Δενδρινού, φωτογραφίες: Δομινίκη Μητροπούλου, μακιγιάζ: Γιάννα Νοικοκύρη, παραγωγή: Ομάδα ANIMA – ΔΗΠΕΘΕ Ρούμελης. Ηθοποιοί (αλφαβητικά): Κωνσταντίνος Κάππας, Πέτρα Μαυρίδη, Κωνσταντίνα Μιχαήλ, Κατερίνα Μπιλάλη, Γιώτα Τσιότσκα, Μαίρη Χήναρη.