Ιταλίδα ερευνήτρια που ασχολείται με τα αρχεία ενός παλιού τυπογραφείου του Λιβόρνου ίσως να έχει στα χέρια της και την απάντηση για ένα από τα πιο… γοητευτικά μυστήρια της νεώτερης Ελληνικής Ιστορίας: Το όνομα του συγγραφέα της «Ελληνικής Νομαρχίας» του ανατρεπτικού κειμένου που θεωρείται από πολλούς και επαναστατικό μανιφέστο του νεοελληνικού διαφωτισμού, οι πολιτικοκοινωνικές διεργασίες του οποίου συνέβαλαν καθοριστικά στην Εθνεγερσία.
Μια αναφορά της διευθύντριας Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών Δέσποινας Βλάμη στο διεθνές συνέδριο «Παροικιακός Ελληνισμός και Επανάσταση του 1821» που διοργανώνει στην Βενετία το Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών «πυροδότησε» νέο ενδιαφέρον σχετικά με τον εντοπισμό του συγγραφέα και το κατά πόσον θα μπορούσε να λυθεί το μυστήριο γύρω από την ταυτότητά του.
Η κα Βλάμη παρουσίασε στο συνέδριο της Βενετίας στοιχεία για την «συμβολή της ελληνικής κοινότητας του Λιβόρνο στην επανάσταση του 1821, υπό τον τίτλο «Στοχάσου και Αρκεί», τις τρεις λέξεις δηλαδή που σημειώνει στην πρώτη σελίδα της Ελληνικής Νομαρχίας ο ανώνυμος συγγραφέας της, μια εύστοχη σύνδεση καθώς τα τελευταία χρόνια οι έρευνες έχουν καταλήξει ότι η «Ελληνική Νομαρχία» τυπώθηκε σε τυπογραφείο του Λιβόρνο.
«Αυτό είναι πλέον επιβεβαιωμένο» είπε η κα Βλάμη όταν ρωτήθηκε σχετικά. «Γίνεται μία προσπάθεια να βρεθεί ποιος έχει γράψει το βιβλίο αυτό. Έχουν πει διάφοροι για διάφορους όσον αφορά τον συγγραφέα. Άλλος έχει πει για τον Περραιβό, άλλος για τον Μπαλή… Στην πραγματικότητα για να βρει κάποιος την απάντηση πρέπει να κοιτάξει το αρχείο του τυπογραφείου του Τοmmaso Masi του Λιβόρνο. Εκεί εκδόθηκε. Αυτό το τυπογραφείο ήταν το τυπογραφείο της Συναδελφότητας, είναι το τυπογραφείο που εκδίδει όλα της τα έργα και σίγουρα υπήρχε κάποια σχέση…» σημείωσε.
Όπως ανέφερε η ίδια «αυτήν την περίοδο μια Ιταλίδα ερευνήτρια ασχολείται με το τυπογραφείο αυτό. Αν μέσα στο αρχείο του τυπογραφείου βρεθεί εκείνη η έκδοση του 1806 και ποιος ήταν ο χορηγός δηλαδή ποιος πλήρωσε για την έκδοση θα μπορέσουμε να βρούμε ποιος το έγραψε. Άλλος εικάζει ότι ο συγγραφέας είναι ένας έμπορος… Στο αρχείο όμως του Masi, που υπάρχει, για να είμαστε απολύτως σίγουροι, πρέπει να βρούμε ποιος χρηματοδότησε αυτή την έκδοση γιατί πιθανότατα θα είναι κι αυτός που το έγραψε ή θα ήταν κάποιος πολύ κοντά στο συγγραφέα…».
Ενδεχομένως σύμφωνα με την κα Βλάμη από την έρευνα στο αρχείο να προκύψει και ο αριθμός των αντιτύπων που διακινήθηκαν.
Μέχρι σήμερα η συγγραφική πατρότητα του βιβλίου έχει αποδοθεί σε πολλούς γνωστούς και λιγότερο γνωστούς λόγιους κι αγωνιστές της προεπαναστατικής περιόδου. Μεταξύ αυτών οι Αδ. Κοραής, Ι. Κωλέττης, Κ. Οικονόμου, Χριστόφορος Περραιβός, Αθ. Ψαλλίδας, Γ. Καλαράς, ο έμπορος Σπυρίδωνας Σπάχος από τα Γιάννενα αλλά καμία υποψηφιότητα τελικά δεν έχει ταυτιστεί παρά του «Ανονίμου του Έλληνος» όπως υπογράφει ανορθόγραφα στο εξώφυλλό του.
Οι συχνές αναφορές σε ιατρικά θέματα και στην Ήπειρο έκαναν πολλούς να εικάζουν ότι ο ανώνυμος συγγραφέας ήταν γιατρός ή τουλάχιστον Ηπειρώτης. Όποιος και να ήταν πάντως τύπωσε το βιβλίο τηρώντας όλους τους συνωμοτικούς κανόνες, σε σχήμα μικρών διαστάσεων αποφεύγοντας να βάλει τo όνομά του στο εξώφυλλο ακόμα και την πόλη που εκτυπώθηκε.
Στο εξώφυλλο σημειώνεται μόνο ότι εκδόθηκε «Εν Ιταλία» το 1806. Ολόκληρος ο τίτλος του είναι «Ελληνική Νομαρχία Ητοι λόγος Περί Ελευθερίας» και ακολουθεί μακροσκελής υπότιτλος στον οποίο ο συγγραφέας σημειώνει ότι με το έργο αυτό «αποδεικνύεται, πόσον είναι καλλιωτέρα η Νομαρχικὴ Διοίκησις από τας λοιπάς, ότι εις αυτήν μόνον φυλάττεται η Ελευθερία του ανθρώπου, τι εστὶ Ελευθερία,… ότι τάχιστα η Eλλὰς πρέπει νὰ συντρίψῃ τὰς αλύσους της, ποίαι εστάθησαν αι αιτίαι οποὺ μέχρι της σήμερον τὴν εφύλαξαν δούλην, και οποίαι είναι εκείναι, oποὺ μέλλει νὰ τὴν ελευθερώσωσι».
Ο άγνωστος συγγραφέας της Ελληνικής Νομαρχίας που αγνοεί εσκεμμένα ορθογραφία και γραμματικούς κανόνες της εποχής αφιερώνει το έργο του στον Ρήγα Βελεστινλή καταλήγοντας μάλιστα σε έναν στίχο του Βιργιλίου (μεταφρασμένο στην καθαρεύουσα) που λέει ότι «μέσα από τα οστά μας θα ξεπηδήσει ο εκδικητής» κι ακολουθεί κατόπιν η πρώτη σελίδα με το «Στοχάσου και αρκεί».
Ο συγγραφέας του αν και βρίσκεται στο 1806 χρησιμοποιεί τον όρο «Ελλάς» και είναι πεπεισμένος για την ελευθερία των Ελλήνων που έρχεται αν και η Επανάσταση θα γίνει τελικά 15 χρόνια μετά. Έχει χαρακτηριστεί από πολλούς ως έργο «μαχητικό» «ριζοσπαστικό» που υμνεί την «ιερά ελευθερία», έργο «κοινωνικής κριτικής και εθνικής αφύπνισης, εθνεγερτικού χαρακτήρα» που ξιφουλκεί κατά «της τυραννίας, της κοινωνικής ανισότητας, του χρήματος και προβάλλει ιδιαίτερα την «ανάγκη της εκπαίδευσης προς αποφυγή της ξενοδουλείας…». Ο Κ. Θ. Δημαράς αποκαλεί την Ελληνική Νομαρχία «λαμπρό μνημείο μιας από τις μεγάλες στιγμές του Ελληνισμού».
Φαίνεται πάντως ότι έμεινε πολλές δεκαετίες στην αφάνεια καθώς η πρώτη βιβλιογραφική αναφορά για την «Ελληνική Νομαρχία» γίνεται το 1856-1857 ενώ δεν έχει εκτιμηθεί το μέγεθος της επιρροής στην εποχή της. Το 1944, στην Κατοχή το μαχητικό της πνεύμα κατά της τυραννίας επανέρχεται στο προσκήνιο. Λίγα χρόνια αργότερα ξεκίνησαν οι πρώτες επανεκδόσεις αλλά και οι πρώτες αναζητήσεις για την αποκρυπτογράφηση του συγγραφέα και του τυπογραφείου της «Ελληνικής Νομαρχίας».