Skip to main content

Ενθουσίασε η πρεμιέρα της «Κάρμεν» στο κατάμεστο Ηρώδειο

Με μεγάλη επιτυχία πραγματοποιήθηκε η πρεμιέρα της «Κάρμεν» του Μπιζέ – της τελευταίας παραγωγής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (ΕΛΣ) για την καλλιτεχνική περίοδο 2015/16 -, την Κυριακή 24 Ιουλίου, στο κατάμεστο Ηρώδειο, σε μουσική διεύθυνση Λουκά Καρυτινού και σκηνοθεσία Στήβεν Λάνγκριτζ.

Η δημοφιλέστερη όπερα του γαλλικού ρεπερτορίου, σύμβολο του έρωτα και της ελευθερίας, παρουσιάζεται σε νέα παραγωγή από την ΕΛΣ στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Ο διακεκριμένος Βρετανός σκηνοθέτης και καλλιτεχνικός διευθυντής της Όπερας του Γκαίτεμποργκ, Στήβεν Λάνγκριτζ, παρουσίασε μια «Κάρμεν» σημερινή, αιχμηρή και επίκαιρη, στην Ευρώπη των κλειστών συνόρων και της φτώχειας.

Με συμμάχους τους Γιώργο Σουγλίδη στα εντυπωσιακά σκηνικά και κοστούμια, Τζουζέππε Ντι Ιόριο στους απόκοσμους φωτισμούς και Τόμας Μπέργκμαν στις ατμοσφαιρικές προβολές, ο Λάνγκριτζ δημιούργησε ένα σύγχρονο, αλλά και διαχρονικό συνάμα, περιβάλλον για την ιστορία της Κάρμεν, «μια ιστορία για τα όρια και τη φτώχεια, την ελευθερία και τη σκλαβιά. Μια ιστορία για το σήμερα» όπως αναφέρει ο ίδιος.

Η ΕΛΣ παρουσίασε ένα καστ διεθνούς επιπέδου. Η Ρινάτ Σαχάμ, η αρχετυπική Κάρμεν, όπως έχει χαρακτηριστεί, επιβεβαίωσε τις προσδοκίες και έπλασε μια Κάρμεν δυναμική και ευαίσθητη, ελεύθερη και φλογερή. Η σκηνική και η φωνητική της ερμηνεία ενθουσίασαν το κοινό, το οποίο την αποθέωσε. Μαζί της χειροκροτήθηκαν θερμά για την ερμηνεία τους οι Λεονάρντο Καπάμλπο (Δον Χοσέ), Διονύσης Σούρμπης (Εσκαμίγιο) και Σαϊόα Ερνάντεθ (Μικαέλα). Στους μικρότερους ρόλους απολαύσαμε τους διακεκριμένους Έλληνες μονωδούς Πέτρο Μαγουλά, Νίκο Κοτενίδη, Μαρία Μητσοπούλου, Ελένη Δάβου, Κωστή Ρασιδάκι και Αλέξανδρο Τσιλογιάννη.

Εξαιρετική ήταν η απόδοση της Χορωδίας (διεύθυνση Αγαθάγγελος Γεωργακάτος), της Παιδικής Χορωδίας (διεύθυνση Μάτα Κατσούλη) και του Μπαλέτου της ΕΛΣ σε χορογραφία Νταν Ο’ Νηλ και Φώτη Νικολάου.

Ο Λουκάς Καρυτινός -χωρίς παρτιτούρα- είχε την ευθύνη τής, πολύ επιτυχημένης, μουσικής διεύθυνσης της παραγωγής, ενώ η Ορχήστρα της ΕΛΣ ανέδειξε τις ιδιαίτερες αποχρώσεις της μουσικής του Ζωρζ Μπιζέ. 

Επόμενες παραστάσεις 26, 27, 29 Ιουλίου 2016/ 21.00

Εξακολουθεί και σήμερα να σκανδαλίζει

Μία από τις πλέον εμβληματικές όπερες, η «Κάρμεν» εξακολουθεί να προκαλεί σήμερα, όπως κι όταν πρωτοείδε το φως, πριν 141 χρόνια. Την αντισυμβατική της υπόθεση εξέφρασε, μέσα από την – τότε εξίσου αντισυμβατική, σήμερα δημοφιλέστατη – μουσική του, ο Ζωρζ Μπιζέ. Η φερώνυμη ηρωίδα υπερασπίζεται την ελευθερία της και το δικαίωμα να επιλέγει η ίδια ερωτικούς συντρόφους, όχι να την επιλέγουν αυτοί. Αποτελεί απειλή για κοινωνίες ανδροκρατούμενες και πατριαρχικές. Οι επιλογές της απειλούν τα θεμέλιά τους. Μόνη λύση η εξόντωσή της. Την αναλαμβάνει ο ερωτευμένος και «προδομένος» Δον Χοσέ.

Μοιάζει δύσκολο στην εποχή μας, όπου η «Κάρμεν» θεωρείται μια εξαιρετικά δημοφιλής όπερα, να αντιληφθούμε πόσο προκλητικό υπήρξε το θέμα της, όταν πρωτοπαρουσιάστηκε το 1875, αλλά, κυρίως, πόσο ενόχλησε η μουσική του Ζωρζ Μπιζέ. Σύσσωμος ο τύπος της εποχής έκρινε την υπόθεση του έργου ανήθικη, ενώ, για τη μουσική, υποστηρίχτηκε πως παραήταν εγκεφαλική! Ήταν αδιανόητο το γεγονός ότι περιθωριακές γυναίκες εμφανίζονταν στη σκηνή, όχι μόνο τραγουδώντας και χορεύοντας προκλητικά, αλλά και καπνίζοντας. Η δε κεντρική ηρωίδα παρέσερνε στον όλεθρο ένα «καλό παιδί», τον λογοδοσμένο δεκανέα Δον Χοσέ. Αιτία για τη θυελλώδη αντίδραση κοινού και Τύπου δεν ήταν μόνο το θέμα και η μουσική της όπερας, αλλά, κυρίως, ο συνδυασμός ετερόκλητων μουσικών ειδών.

Ακριβώς σε αυτόν, βρίσκεται η μεγάλη ιστορική σημασία της συγκεκριμένης όπερας. Η «Κάρμεν» γεφυρώνει δύο διαφορετικούς κόσμους. Ο ένας αποδίδεται μέσα από συμβατικές συναισθηματικές και κωμικές σκηνές με ενάρετους ήρωες, όπως η «αγνή χωριατοπούλα» Μικαέλα και ο Δον Χοσέ. Ο άλλος συμπυκνώνει την κυρίως πλοκή της όπερας και διακρίνεται από ωμό ρεαλισμό, αμοραλισμό που προκαλούσε τα ήθη της εποχής και, επίσης, χαρακτήρες του περιθωρίου, όπως η πρωταγωνίστρια του έργου και η παρέα της. Ήταν η μουσική αυτού του δεύτερου κόσμου, με έντονα στοιχεία ρεαλισμού, αλλά και με άμεσες αναφορές στην παραδοσιακή ισπανική μουσική, που σκανδάλισε το κοινό.

Εκείνο, που προκαλούσε αντίδραση, ήταν ότι, στην «Κάρμεν», το εξωτικό στοιχείο δεν αποτελεί κομψό διακοσμητικό πλαίσιο, αλλά βρίσκεται στο επίκεντρο της δράσης. Παίρνει, κυρίως, τη μορφή χορών και τραγουδιών και αποκαλύπτει το άγχος της εποχής για τη σχέση σώματος και πνεύματος. Σήμερα, η «Κάρμεν» μπορεί να τοποθετηθεί άφοβα στο ιστορικό της πλαίσιο και να  εκτιμηθεί για την καινοτομία τής μουσικοδραματικής της σύλληψης.

naftemporiki.gr