Προερχόμενη από την Εθνική Όπερα της Ουαλίας και το Θέατρο Βιέλκι – Εθνική Όπερα Πολωνίας, η νέα παραγωγή της εμβληματικής όπερας του Ρίχαρντ Βάγκνερ, «Λόενγκριν», παρουσιάζεται σε σκηνοθεσία, σκηνικά και κοστούμια του πολυβραβευμένου Βρετανού σκηνοθέτη και σκηνογράφου Άντονι ΜακΝτόναλντ, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στις 27 και 29 Ιανουαρίου και στις 1, 3 και 5 Φεβρουαρίου, στις 6.30 το απόγευμα.
Πρόκειται για ένα έργο – ορόσημο της μουσικής ιστορίας, από τα σημαντικότερα του συνθέτη, το οποίο παρουσιάζεται ξανά από την Εθνική Λυρική Σκηνή (ΕΛΣ), 52 χρόνια μετά την πρώτη – και μοναδική έως σήμερα – παρουσίασή του, τον Ιανουάριο του 1965.
Η Ορχήστρα και η Χορωδία της ΕΛΣ, υπό τη διεύθυνση του καλλιτεχνικού διευθυντή της ΕΛΣ, αρχιμουσικού Μύρωνα Μιχαηλίδη, θα αναμετρηθούν με ένα έργο ύψιστων απαιτήσεων, του οποίου η πλαστική ρευστότητα της μορφής το καθιστά ένα από τα πιο δύσκολα του ρεπερτορίου. Τους πρωταγωνιστικούς ρόλους, οι οποίοι θεωρούνται από τους πιο απαιτητικούς και δύσκολους, ερμηνεύουν διεθνώς αναγνωρισμένοι Έλληνες και ξένοι μονωδοί.
Χάρη σε αυτό, απέκτησε φήμη «εθνικού» συνθέτη
Το έργο πρωτοπαρουσιάστηκε στις 28 Αυγούστου του 1850, στη Βαϊμάρη, υπό τη διεύθυνση του Φραντς Λιστ, και βασίζεται σε ποιητικό κείμενο του ίδιου του Βάγκνερ, όπως και όλες του οι όπερες. Αρχικά, η υποδοχή του «Λόενγκριν» δεν υπήρξε ιδιαίτερα θερμή, αλλά, σε διάστημα λίγων μηνών, η παρουσίασή του προκαλούσε τεράστιο ενθουσιασμό, με αποτέλεσμα το έργο να αναδειχτεί στο δημοφιλέστερο του Βάγκνερ. Η επιτυχία υπήρξε τόσο σημαντική, ώστε, χάρη σε αυτό, ο Βάγκνερ απέκτησε φήμη «εθνικού» συνθέτη.
Με τον όρο να μη ρωτήσει ποτέ για την καταγωγή του
O μύθος του έργου ανάγεται σε ένα από τα πλέον αιματηρά ποιήματα ηρωικών ανδραγαθημάτων (chanson de geste) των τροβαδούρων του 12ου αιώνα. Σύμφωνα με την υπόθεση, ένας μυστηριώδης ιππότης έρχεται να υπερασπιστεί την Έλζα της Βραβάντης, η οποία κατηγορείται για τη δολοφονία του αδερφού της, που έχει εξαφανιστεί. Για να αγωνιστεί υπέρ της, της θέτει ως μοναδικό όρο να μη ρωτήσει ποτέ σχετικά με το όνομα και την καταγωγή του.
Ο Λόενγκριν νικά, η Έλζα αθωώνεται και γίνεται σύζυγός του. Ο κόμης Τέλραμουντ, υποκινούμενος από τη μάγισσα σύζυγό του, Όρτρουντ, κατορθώνει, τελικά, να σπείρει στην Έλζα την αμφιβολία και να την κάνει να θέσει την ερώτηση. Ο ιππότης αποκαλύπτει την ταυτότητά του. Κι έτσι, υποχρεώνεται πλέον να αναχωρήσει. Ως τελευταία προσφορά, λύνει τα μάγια της Όρτρουντ και επιστρέφει στην Έλζα τον αγαπημένο της αδερφό.
Είναι γεμάτο από έρωτα χωρίς ανταπόκριση
Ο διακεκριμένος Άντονι ΜακΝτόναλντ σημειώνει για το έργο: «Καταρχάς, είναι η πιο ρομαντική από όλες τις όπερες του Βάγκνερ. Μετά τον “Λόενγκριν”, ο συνθέτης μετακινήθηκε από το συγκεκριμένο ιδίωμα – τόσο μελωδικό που θυμίζει ακόμα και Μπελίνι. Κατά μία έννοια, είναι η πιο συμβατική από όλες του τις όπερες και δείγμα του ώριμου γερμανικού ρομαντισμού. Έτσι, στράφηκα προς ζωγράφους εκείνης της εποχής, τον Φρίντριχ και τους άλλους. Ήταν μία μάλλον ενστικτώδης επιλογή. Ήθελα, οπτικά, να υπάρχει το στοιχείο της βόρειας Ευρώπης. Τα κοστούμια μοιάζουν μάλλον γερμανικά, παρά από την Αμβέρσα. Το ίδιο στη Β΄ Πράξη, που διαδραματίζεται σε μία αυλή, σαν αυτές που συναντά κανείς συχνά στη Γερμανία, αλλά και στην Αυστρία. Ξεκίνησα από το γεγονός ότι, στη σκηνή, υπάρχει πολύ ώρα μεγάλη χορωδία. Ήθελα, λοιπόν, οι άνθρωποι αυτοί να εμφανίζονται σε έναν τόπο συγκέντρωσης. Καθώς η χώρα δεν βρίσκεται σε καλή κατάσταση, επέλεξα έναν βιομηχανικό χώρο σε παρακμή.
(…) Είναι ένα πολύ λυπητερό έργο, επειδή είναι γεμάτο από έρωτα χωρίς ανταπόκριση. Όπως και ο “Τριστάνος”. (…) Θεωρώ ότι όλες οι όπερες του Βάγκνερ είναι πολύ αυτοβιογραφικές. Το γεγονός ότι έγραφε ο ίδιος τα ποιητικά κείμενα και προσάρμοζε και διαμόρφωνε με έναν πολύ προσωπικό τρόπο όλες τις ιστορίες, τις οποίες συνέλεγε, συνηγορεί σε αυτό. Επίσης, υπάρχει η διαρκής αναζήτηση της ταυτότητας, η οποία διατρέχει όλο το δημιουργικό έργο του συνθέτη. Ο ίδιος δεν ήταν βέβαιος ποιος ήταν ο πατέρας του. Πιστεύω ότι, πάντοτε, ο Βάγκνερ ταυτίζεται με όλους τους χαρακτήρες των έργων του. Γι’ αυτό και γράφει τόσο καλά κείμενα.
(…) Ενδιαφέρομαι περισσότερο για τις σχέσεις μεταξύ των προσώπων και το μυστήριο που έχει κάθε χαρακτήρας. Ήθελα η παράσταση να έχει μια πολύ ανθρώπινη αίσθηση και οι χαρακτήρες να μοιάζουν με ανθρώπους όπως εμείς, να πλάσω πρόσωπα και μία κοινωνία, που το κοινό θα μπορεί να αναγνωρίσει εύκολα, παρότι δεν επέλεξα να τοποθετήσω τη δράση στην εποχή μας.
(…) Ο “Λόενγκριν” είναι ένα παραμύθι. Και τα παραμύθια βρίσκονται βαθιά μέσα μας. Αυτή η ιδέα ότι θα έρθει ο πρίγκιπας και θα μας σώσει. Είναι μια ανάγκη που έχουμε. Ότι δυνάμεις εκεί έξω θα έρθουν να μας βοηθήσουν. Είναι η πίστη, που νιώθει η Έλζα, ότι κάποιος θα έρθει, τελικά, να τη βοηθήσει. Υπάρχει, επίσης, η κάθαρση. Είναι, τελικά, η ανθρωπιά αυτού του έργου, αυτό το οποίο είναι ενδιαφέρον και ελκυστικό. Επίσης, θεωρώ ότι η μουσική είναι γοητευτική. Απολύτως γοητευτική. Και πιστεύω ότι συναρπάζει το κοινό. Δεν έχει τίποτε το πομπώδες. Είναι τόσο ευαίσθητη».
Ταυτότητα παράστασης
Μουσική διεύθυνση: Μύρων Μιχαηλίδης, σκηνοθεσία – σκηνικά – κοστούμια: Άντονι ΜακΝτόναλντ, φωτισμοί: Λούσι Κάρτερ, κινησιολογία: Φιλίπ Ζιροντό, συνεργάτις σκηνοθεσίας: Έλεν Κούπερ, συνεργάτις κινησιολογίας: Λίζι Σόντερσον, συνεργάτης φωτισμών: Νηλ Μπρίνκουορθ, διεύθυνση χορωδίας: Αγαθάγγελος Γεωργακάτος.
Διανομή: Βασιλιάς: Τάσος Αποστόλου (27/1, 1 και 5/2) – Πέτρος Μαγουλάς (29/1, 3/2), Λόενγκριν: Πίτερ Ουέντ (27 και 29/1, 1, 3 και 5/2), Έλζα: Γιολάνα Φογκάσοβα (27/1, 1 και 5/2) – Γιούλια Ισάεφ (29/1, 3/2), Τέλραμουντ: Δημήτρης Πλατανιάς (27/1, 1, 3 και 5/2) – Βαλεντίν Βασίλιου (29/1), Όρτρουντ: Μαρτίνα Ντίκε (27/1, 1/2) – Τζούλια Σουγλάκου (29/1, 3 και 5/2), κήρυκας: Διονύσης Σούρμπης (27/1, 1 και 5/2) – Δημήτρης Κασιούμης (29/1, 3/2), τέσσερις ευγενείς: Μανώλης Λορέντζος (27 και 29/1, 1, 3 και 5/2) – Παναγιώτης Πρίφτης (27/1, 1 και 5/2) – Βασίλης Κωτσικογιάννης (29/1, 3/2) – Αναστάσιος Λαζάρου (27 και 29/1, 1, 3 και 5/2) – Θεόδωρος Μωραΐτης (27 και 29/1, 1, 3 και 5/2), τέσσερις νεαροί ευγενείς: Τριανταφυλλιά Γεωργιάδου (27/1, 1 και 5/2) – Ελένη Κουτσούμπη (27/1, 1 και 5/2) – Φωτεινή Χατζιδάκη (29/1, 3/2) – Θέη Σταύρου (29/1, 3/2) – Μπαρούνκα Πράισινγκερ (27/1, 1 και 5/2) – Βάσω Πετρόγιαννη (27/1, 1 και 5/2) – Ελένη Σωτηρίου (29/1, 3/2) – Αναστασία Χριστοφιλάκη (29/1, 3/2). Με την Ορχήστρα και τη Χορωδία της ΕΛΣ.
Πληροφορίες
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών – Αίθουσα «Αλεξάνδρα Τριάντη»: Βασ. Σοφίας & Κόκκαλη – Αθήνα, τηλ.: 210 7282000. Τιμές εισιτηρίων: διακεκριμένη ζώνη: 80 ευρώ, Α΄ ζώνη: 60 ευρώ, Β΄ ζώνη: 40 ευρώ, Γ΄ ζώνη: 22 ευρώ, παιδικό και φοιτητικό: 15 ευρώ. Προπώληση εισιτηρίων: ταμεία Μεγάρου, εκδοτήρια Μεγάρου: Ομήρου 8 – Αθήνα, ταμεία θεάτρου Ολύμπια: Ακαδημίας 59 – 61, Αθήνα, τηλ.: 210 3662100, τηλεφωνικά: 210 7282333, ομαδικές πωλήσεις: 210 3711342, ηλεκτρονικά: nationalopera.gr και megaron.gr.
naftemporiki.gr