Skip to main content

Μυριέλλα Κουρεντή: «…να βρίσκουμε πάντα το όμορφο και το καλό γύρω μας…»

Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]

Η παράσταση  «Δεν ακούω, δεν βλέπω, δεν μιλάω» – εμπνευσμένη από έναν παλιό ινδικό μύθο για την υπομονή και την μακροθυμία απέναντι στις δυσκολίες της ζωής, παρουσιάστηκε χθες στο Βεάκειο, στις 15 Ιουλίου στην  Ηλιούπολη – στο Δημοτικό Θέατρο Άλσους «Δημήτρης Κιντής» και στις 16 Ιουλίου στο Κηποθέατρο Παπάγου, για να ακολουθήσει περιοδεία σε όλη την Ελλάδα.

Το κείμενο υπογράφει  Γιώργος Θεοδοσιάδης και τη σκηνοθεσία ο Σπύρος Σπαντίδας. Η πρωταγωνίστρια της παράστασης Μυριέλλα Κουρεντή μίλησε μαζί μας.

Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για την υπόθεση του έργου;
«Το έργο αυτό είναι μια ασταμάτητη κωμωδία, που όμως έχει πράγματα να πει και να προβληματίσει. Η ιστορία πάει ως εξής: ένας τυφλός, ένας μουγκός κι ένας κουφός ερωτεύονται την ίδια γυναίκα, την Ελπίδα, η οποία μπαίνει στη ζωή τους κάπως αναπάντεχα. Σιγά σιγά, με την πάροδο του χρόνου και την εμπιστοσύνη που δείχνουν στην Ελπίδα και τη βοήθεια που τους προσφέρει εκείνη, βλέπουμε τους ήρωες να διαγράφουν μια νέα πορεία στη ζωή τους. Αξιοποιούν τα ταλέντα τους, βρίσκουν το θάρρος να παραδεχτούν την αγάπη τους για εκείνη, ωριμάζουν, αποκτούν μια καλύτερη σχέση μεταξύ τους. Και, τελικά, αποδέχονται τον εαυτό τους και τον αγαπάνε».

Ποια κεντρικά θέματα συναντάμε στον πυρήνα του;
«Αυτό το έργο προάγει πολύ εκτός από την ελπίδα ως έννοια, την αλληλεγγύη και την υπομονή. Στοιχεία ιδιαίτερα σημαντικά. Γιατί η υπομονή φέρνει ξεγνοιασιά και ηρεμία. Η αλληλεγγύη, ιδιαίτερα στις μέρες μας, είναι τόσο αναγκαία, τόσο απαραίτητη. Κεντρικό θέμα είναι φυσικά και η αγάπη και η αποδοχή του άλλου παράλληλα με την εμπιστοσύνη».

Μιλήστε μας για τον ρόλο που ερμηνεύετε.
«Ερμηνεύω την Ελπίδα -και η ελπίδα, εδώ, λειτουργεί και κυριολεκτικά και μεταφορικά. Η Ελπίδα είναι μια κοπέλα αλλά είναι και μια ιδέα. Αφυπνίζει τους ήρωες, τους δίνει αισιοδοξία και δύναμη. Τους βοηθά να αγαπήσουν τον εαυτό τους και να αποδεχτούν την διαφορετικότητά τους».

Κάποιο σχόλιό σας για τη σκηνοθετική ματιά του Σπύρου Σπαντίδα;
«Ο Σπύρος Σπαντίδας αποφάσισε να προσεγγίσει το έργο πιο ρεαλιστικά. Με περισσότερη σημασία στα αληθινά προβλήματα του κάθε χαρακτήρα, χωρίς να αναιρεί το γεγονός πως είναι μια έντονη κωμωδία. Εντάσσει ρεαλιστικά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο κάθε ήρωας, δίνει μια πιο ειλικρινή προσέγγιση πάνω στο κείμενο και ο ρυθμός γίνεται ακόμη πιο έντονος. Μου αρέσει ως σκηνοθέτης γιατί παρόλο που έχει την δική του ματιά, τις δικές του σκέψεις και ξέρει πολύ καλά τι θέλει, είναι ταυτόχρονα πολύ χαλαρός, ευθύς, χαμογελαστός, έτοιμος να ακούσει τη γνώμη και την πρόταση του κάθε ηθοποιού. Αυτή η αποδοχή με έχει βοηθήσει να νιώσω πολύ όμορφα, πολύ ανθρώπινα, πολύ δημιουργικά. Απολαμβάνω τις πρόβες και όλοι μας θέλουμε πραγματικά να δώσουμε την καλύτερη εκδοχή του εαυτού μας σε αυτή την παράσταση».

Πείτε μας μια ατάκα, έναν διάλογο από το έργο ή περιγράψτε μας μια σκηνή. Ό,τι σας έρθει πρώτο στον νου.
«Είναι πολύ δύσκολο αυτό! Δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάποια ατάκα. Είναι όλες τόσο απολαυστικές! Το πρώτο που έρχεται στον νου είναι μια στιγμή που η Ελπίδα προσπαθεί να επικοινωνήσει με τον Ιάκωβο -ο οποίος είναι κουφός, αλλά  δεν της το έχει αποκαλύψει κι εκείνη μιλάει κανονικά. Εκείνος υποκρίνεται πως καταλαβαίνει, ο φίλος του ο Σπίθας- οποίος είναι μουγκός- προσπαθεί να του δώσει να καταλάβει με νοήματα στα κρυφά, κι έτσι εκτυλίσσεται μια σκηνή κατά την οποία η Ελπίδα έχει ρωτήσει τον Ιάκωβο πού έμαθε να μαγειρεύει τόσο καλά αλλά το νόημα έχει ξεφύγει τελείως αφού ο καθένας μιλάει για τελείως άλλο πράγμα».

Κάποιες σκέψεις, κάποια συναισθήματα από την επαφή σας με το έργο;
«Οι αρχικές σκέψεις που μου γεννήθηκαν με αυτό το έργο είναι πως όσο διαφορετικοί κι αν είμαστε, όσο μακριά κι αν είμαστε,  όσο δύσκολη κι αν είναι η επικοινωνία μεταξύ μας, στην πραγματικότητα αν το επιθυμούν οι άνθρωποι πραγματικά μπορούν να επικοινωνούν. Μπορούν να συνυπάρχουν, μπορούν να είναι καλά και, φυσικά, οφείλουν να το κάνουν. Από όλα όσα μέχρι στιγμής έχω διαπιστώσει, και από το έργο αλλά και γενικά, θεωρώ ότι ο άνθρωπος δεν πρέπει ποτέ να ξεχνά την εξέλιξή του, την ανάπτυξή του. Και δεν εννοώ την οικονομική ανάπτυξη ή του υλικού κόσμου του. Πιστεύω πως ο άνθρωπος πρέπει να προσπαθεί να αναπτύσσει τον πυρήνα του, την ψυχή του, τη σκέψη του. Όχι με την έννοια της ακατάπαυστης γνώσης και παραπληροφόρησης αλλά με την ουσιαστική γνώση. Αυτό το έργο με έβαλε σε πολλές σκέψεις για το πώς πρέπει πραγματικά να ζούμε οι άνθρωποι και πόσο ικανοί είμαστε να ζούμε έτσι. Σίγουρα μου διόγκωσε το συναίσθημα της αλληλεγγύης, της αγάπης και με έκανε να καταλάβω πως το πιο σημαντικό στοίχημα στη ζωή είναι η προσωπική μας ανάπτυξη. Όχι εγωιστικά, αλλά με την έννοια τού να είμαστε η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μας. Να βρίσκουμε την ομορφιά σε απλά καθημερινά πράγματα, να δίνουμε αγάπη, να είμαστε ευγνώμονες, να παλεύουμε για ένα καλύτερο αύριο για όλους μας».

Τους τελευταίους μήνες, η COVID-19 εισέβαλε στις ζωές μας. Κάποιο σχόλιό σας για όσα ζήσαμε και ζούμε;
«Όλα όσα ζήσαμε και ζούμε είναι, ίσως, η πιο αβέβαιη εποχή για την ανθρωπότητα έτσι όπως την ξέρουμε. Έχει δημιουργήσει μεγάλες φοβίες κι έχει δημιουργήσει πολλές αλλαγές. Βγήκαν στην επιφάνεια πολλές ανειλικρινείς σχέσεις των ανθρώπων. Φάνηκε ο συμβιβασμός που υπήρχε κρυμμένος. Για μένα, όλος αυτός ο απόηχος της αβεβαιότητας, που μάλλον θα μείνει για πολύ καιρό ακόμη, θέλει δουλειά. Θέλει προσωπική δουλειά. Μέσα σε αυτό το διάστημα όλοι είχαμε τον χρόνο να αναθεωρήσουμε και να σκεφτούμε πολλά πράγματα για τον εαυτό μας και τη ζωή μας και, σίγουρα, δεν μπορούμε να παραμείνουμε “βολεμένοι”  σε καταστάσεις που είτε είναι τοξικές για εμάς είτε δεν είναι ικανοποιητικές, δεδομένου ότι είμαστε υπάρξεις που τις ορίζει μια αρχή κι ένα τέλος. Πρέπει να σεβαστούμε ότι μπορεί να υπάρξει ένα ξαφνικό τέλος ανά πάσα στιγμή. Γι’ αυτό, πρέπει να κοιτάξουμε όχι να ζήσουμε τη ζωή μας στο έπακρο, ούτε να υπερβούμε ξαφνικά τα όρια, αλλά σίγουρα να βρούμε ηρεμία, υπομονή και να αναρωτηθούμε αν τελικά οι ζωές που ζούμε είναι αρκετά ικανοποιητικές, έτσι ώστε στην επόμενη κρίση μας να μην παθαίνουμε πανικούς.   Δεν έχει κανένα νόημα να ακολουθούμε σενάρια και θεωρίες συνομωσίας. Καλύτερα να εστιάσουμε στο πώς ζούσαμε πριν την COVID, πώς το ζήσαμε κατά τη διάρκεια, πώς νιώσαμε με τον τρόπο που ζούσαμε πριν και πώς τελικά θέλουμε να ζούμε από εδώ και πέρα. Ας κάνουμε όσο το δυνατόν πιο εύκολη τη ζωή μας όντας ήρεμοι, πράοι και με λογική. Γιατί ο πανικός, χωρίς λογική, μπορεί να αποβεί μοιραίος. Ας σκεφτούμε συλλογικά και όμορφα».

Πώς βλέπετε  την επίδραση του ιού στον χώρο του θεάτρου;
«Ακόμη δεν την βλέπω. Βλέπω, μόνο, την άμεση επίδραση στον χώρο. Αλλά αυτή δεν είναι η γενική εικόνα. Νομίζω πως μια καλύτερη εικόνα θα έχουμε μετά από κάποιο διάστημα. Όταν συμβαίνει κάτι τόσο καταστροφικό, πρέπει μετά να έχουμε την ηρεμία και την υπομονή να ξαναβρούμε την ισορροπία. Κάποια ισορροπία, γιατί σίγουρα δεν θα είναι όπως πριν. Δεν ξέρω ακόμη ποια θα είναι η επίδραση. Σκέφτομαι πως μετά τον Μεσαίωνα υπήρξε η Αναγέννηση. Αρκεί να ξέρουμε πως ο Μεσαίωνας πέρασε. Πάντα κρατάω μικρό καλάθι για οτιδήποτε δεν μπορώ να γνωρίζω με σιγουριά, οπότε περιμένω να δω τις συνέπειες και αν αυτές θα είναι ευνοϊκές ή όχι».

Μια μεγάλη καλλιτεχνική σας επιθυμία;
«Μια από τις μεγαλύτερες καλλιτεχνικές μου επιθυμίες είναι να σκηνοθετήσω. Το έχω κάνει ερασιτεχνικά και είχα πολύ όμορφες αναμνήσεις και πολύ καλές σχέσεις με τους ανθρώπους απέναντί μου. Θεωρώ πως έχω μεταδοτικότητα στο να εξηγήσω σε κάποιον τι θέλω και πώς. Θα ήθελα να φτιάξω μια ομάδα και με αυτή την ομάδα να μπορούμε να σκηνοθετούμε, να παίζουμε, να ανεβάζουμε παραστάσεις που να εκφράζουν τις βαθύτερες ιδέες μας για τη ζωή και για το πώς ιδανικά για εμάς θα ήταν η ζωή. Έχω κάποια άτομα ήδη στο μυαλό μου και σίγουρα μέσα σε αυτά είναι και η αδερφή μου η Πηνελόπη, η οποία σπουδάζει σε δραματική σχολή».

Κάτι που σας φτιάχνει τη διάθεση;
«Οι όμορφες σκέψεις και οι όμορφες εικόνες που υπάρχουν παντού γύρω μας. Μου φτιάχνουν τη διάθεση οι αναμνήσεις με την αδερφή μου -την Πηνελόπη, ένα όμορφο τοπίο, ένα σύννεφο, η γλυκύτητα του γάτου μου. Το πιο σημαντικό είναι να έχουμε πάντα καλή διάθεση, να τη φτιάχνουμε μόνοι μας, να βρίσκουμε πάντα το όμορφο και το καλό γύρω μας».

Κάτι που τη χαλά;
«Το ψέμα, η ζήλεια, η έπαρση, ο φθόνος, η αλαζονεία, οι φοβίες, η αδυναμία, η τεμπελιά, η κακία και γενικά η ανάγκη για εξουσία».

Αγαπημένος καλοκαιρινός προορισμός;
«Η Ελαφόνησος, η παραλία μικρός Σίμος και φυσικά η πατρίδα της μητέρας μου, η Κρήτη».

Και μια καλοκαιρινή συνήθεια;
«Δεν είμαι άνθρωπος των συνηθειών. Αλλά μια καλοκαιρινή συνήθεια που σίγουρα έχω είναι  όταν πηγαίνω στη θάλασσα, θέλω να έχω μέσα στην τσάντα μου ένα βιβλίο, ένα σημειωματάριο, ένα μολύβι κι ένα μικρό διακριτικό ηχειάκι για να βάλω κάτι όμορφο να ακούσω βλέποντας την θάλασσα και τον ορίζοντα».

Να κλείσουμε με  τον στίχο ενός αγαπημένου σας τραγουδιού;
«Φρέσκο φρέσκο θα μοιραστώ το αγαπημένο μου φετινό καλοκαιρινό τραγούδι των Terrõne & Sound of The People “Ο Κήπος”: “Αν μετρούσαμε την χαρά, στην πιο ωραία μυρωδιά, πες μου ποιον κήπο διαλέγεις!… κι εγώ στις πέτρες του θα κυλιστώ και των σπουργιτιών τον σκοπό για σένα θα πλέξω τραγούδι”».

Συντελεστές
Κείμενο: Γιώργος Θεοδοσιάδης, Σκηνοθεσία: Σπύρος Σπαντίδας, Βοηθός σκηνοθέτη: Γιώργος Ζώης, Σκηνογράφος: Νατάσσα Παπαστεργίου, Ενδυματολόγος: Κατερίνα Ανδρικοπούλου, Φωτισμοί: Βλάσης Θεοδωρίδης, Φωτογράφος: Γιώργος Καλφαμανώλης. Παίζουν: Σπύρος Πούλης, Σπύρος Σπαντίδας, Σταύρος Νικολαΐδης, Μυριέλλα Κουρεντή. 

Πρόγραμμα περιοδείας

15 Ιουλίου: Ηλιούπολη
16 Ιουλίου: Παπάγου
19 Ιουλίου: Ηράκλειο
20 Ιουλίου: Αρκαλοχώρι
21 Ιουλίου: Αγ. Νικόλαος
22 Ιουλίου: Χανιά
23 & 24 Ιουλίου: Ρέθυμνο
27 Ιουλίου: Λαμία
28 Ιουλίου: Βόλος
29 Ιουλίου Καρδίτσα
30 Ιουλίου: Ιωάννινα
31 Ιουλίου: Παραμυθιά
1 Αυγούστου: Πρέβεζα
2 Αυγούστου: Ηγουμενίτσα
3 Αυγούστου: Καβάσιλα
4 Αυγούστου Ληξούρι
5 Αυγούστου: Αργοστόλι
8 Αυγούστου: Μάνη
9 Αυγούστου: Ξυλόκαστρο
10 Αυγούστου: Σαρωνίδα
12 Αυγούστου: Καμμένα Βούρλα
13 Αυγούστου: Χαλκούτσι
20 Αυγούστου: Χίος
21 Αυγούστου: Μυτιλήνη
25 Αυγούστου: Γιαννιτσά
26 & 27 Αυγούστου: Θεσσαλονίκη
28 Αυγούστου: Καστοριά
3 Σεπτεμβρίου: Κατράκειο