Σε έναν από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς αρχαιολογικού ενδιαφέροντος στην Κρήτη προσελκύοντας Έλληνες και ξένους επισκέπτες αναδεικνύεται η νησίδα Σπιναλόγκα στην περιοχή του Λασιθίου, που για περισσότερα από 50 χρόνια αποτελούσε χώρο μεταφοράς και παραμονής λεπρών.
Τα χρόνια πέρασαν και η Σπιναλόγκα της απομόνωσης έχει γίνει σήμερα ο δεύτερος σε επισκεψιμότητα αρχαιολογικός χώρος της Κρήτης μετά από την Κνωσό, και ένας από τους πρώτους σε εισπράξεις.
Το νησί επισκέπτονται σε ημερήσια βάση περίπου 4000 άτομα. Η αύξηση της επισκεψιμότητας καταγράφεται από τα επίσημα στοιχεία σύμφωνα με τα οποία, το 2016 επισκέφθηκαν τη Σπιναλόγκα 353.304 άτομα και πέρυσι 393.696 άτομα.
Το μικρό νησί που επί 50 ολόκληρα χρόνια αποτελούσε σημείο αναφοράς του ανθρώπινου πόνου, σήμερα συμβάλει στην τουριστική και οικονομική ανάπτυξη του τόπου. Στην περιοχή δραστηριοποιούνται δεκάδες επιχειρήσεις κρατώντας στην κρητική αυτή γωνιά νέους, κυρίως, ανθρώπους.
Η πρόσβαση στη Σπιναλόγκα γίνεται με τουριστικά σκάφη από τον Άγιο Νικόλαο, την Ελούντα και την πολύ κοντινή στο νησί Πλάκα καθώς και με ιδιωτικά πλωτά μέσα. Τα δρομολόγια είναι καθημερινά και οι πληρότητες των πλοιαρίων πολύ υψηλές.
Η ιστορία της νησίδας, πάνω στην οποία από την Ελληνιστική περίοδο υπήρχαν οχυρώσεις, άρχισε να γράφεται από την εποχή της Ενετοκρατίας, όταν και χτίστηκε εκεί ένα από τα πλέον ισχυρά κάστρα της εποχής.
Το 1715, με την κατάληψη από τους Τούρκους, δημιουργείται ο πρώτος οικισμός. Κατά τα μέσα του 19ου αιώνα, στη νησίδα συγκεντρώνεται μεγάλος αριθμός κατοίκων, στην πλειονότητά τους έμποροι και ναυτικοί, που επωφελούμενοι από την ασφάλεια του οχυρωμένου οικισμού εκμεταλλεύονται τους εμπορικούς δρόμους της Ανατολικής Μεσογείου.
Από το 1897, και για περίπου ένα έτος, στη Σπιναλόγκα, εγκαταστάθηκαν γαλλικές στρατιωτικές δυνάμεις. Από την περίοδο της Κρητικής πολιτείας, το νησί αλλάζει μορφή. Από το 1903 έως και το 1957 η ιστορία του είχε γραφτεί με το μελάνι του πόνου και με ιστορίες ανθρώπων που βίωναν τη βαριά για την εποχή ασθένεια καθώς είχε αναγνωρισθεί ως Διεθνές Λεπροκομείο.
Ενδεικτικό της απομόνωσης του νησιού είναι ότι κατά την περίοδο της γερμανικής και ιταλικής κατοχής της Κρήτης, πάνω σε αυτό δεν πάτησε η μπότα του κατακτητή και η παρακολούθηση του νησιού γινόταν από το κοντινό χωριό της Πλάκας. Ωστόσο, ακόμα και εκείνη την δύσκολη περίοδο, μέσα από το νησί βγήκαν φωτεινά πρόσωπα που με το πνεύμα τους αντανακλούσαν και έστελναν το μήνυμα της ελπίδας.
Σήμερα, η ιστορία της Σπιναλόγκας γράφεται εκ νέου με την ανάδειξη του κάστρου και του αρχαιολογικού της χώρου και μέσα από μια συντονισμένη αλλά δύσκολη προσπάθεια του υπουργείου Πολιτισμού και τοπικών φορέων που ξεκίνησε το 2007, να συμπεριληφθεί το νησί στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής κληρονομιάς της Unesco.
Αν ο στόχος επιτευχθεί, η Σπιναλόγκα θα είναι το μοναδικό μνημείο της Κρήτης που θα συμπεριληφθεί σε αυτόν τον κατάλογο.
H προσπάθεια αυτή θα ενισχυθεί με τη φωνή της τέχνης, καθώς στις 18 Ιουλίου οργανώνεται στο νησί συναυλία του πρωτότυπου μουσικού έργου «Απόκοπος ή Σπιναλόγκα». Το έργο είναι ανάθεση του δήμου Αγίου Νικολάου στον συνθέτη Νίκο Ξυδάκη και στον ποιητή Διονύση Καψάλη και θα ηχογραφηθεί, προκειμένου να περιληφθεί ψηφιακά στον φάκελο της υποψηφιότητας.
Πέρα από αυτή την προσπάθεια, η Σπιναλόγκα είναι σήμερα ένα σημείο ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος, με την πολιτεία να συμβάλει στην ανάδειξη του.
Είναι ενδεικτικό ότι για έργα στο φρούριο του νησιού αλλά και στις οχυρώσεις έχουν δοθεί, μέσω του ΕΣΠΑ, 4,5 εκατομμύρια ευρώ, ενώ το υπουργείο Πολιτισμού συνεχίζει την έρευνα, αποτύπωση και τεκμηρίωση του χώρου και τη συντήρηση των επιμέρους μνημείων, ώστε να αποδίδονται όλο και περισσότερα στο κοινό.