Skip to main content

Νίκος Παντελίδης: «Η τέχνη να γίνει αυτό που ευχόμαστε, αλλά που δεν είναι…»

Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]

Το θεατρικό έργο του βραβευμένου Αμερικανού συγγραφέα Stephen Sachs, «Σημάδια στην Ομίχλη», παρουσιάζεται για  πρώτη  φορά στην Ελλάδα, σε σκηνοθεσία Λεωνίδα Παπαδόπουλου, με τη Ράνια Σχίζα και τον Νίκο Παντελίδη.

Η παράσταση ανεβαίνει κάθε Σάββατο και Κυριακή στο θέατρο Vault της Αθήνας [Μελενίκου 26, Βοτανικός], έως τις 2 Φεβρουαρίου. Θα ακολουθήσει περιοδεία σε άλλες πόλεις της Ελλάδας.

Τι θα συμβεί όταν μια άνεργη μπαργούμαν κι ένας διάσημος εκτιμητής έργων τέχνης συναντιούνται ένα απόγευμα σε ένα σπίτι-κοντέινερ στο Bakersfield της Καλιφόρνια;

Βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα, η συγκινητική και ανατρεπτική κωμωδία, θέτει ερωτήματα για τη φύση της τέχνης και τα όρια ανάμεσα στην αλήθεια και το ψέμα, μέσα από τη συνάντηση δύο ταξικά διαφορετικών κόσμων. Ένα έργο γεμάτο ιδέες και συναισθήματα που αφήνουν σημάδια φωτεινά και ανεξίτηλα μέσα στην ομίχλη.

Είχαμε τη χαρά να μιλήσουμε με τον πρωταγωνιστή της παράστασης, Νίκο Παντελίδη.

Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για την παράσταση;
«Μια γυναίκα, η Μωντ Γκούντμαν, για να κάνει ένα αστείο σε μια φίλη της, αγοράζει για τρία δολάρια τον πιο άσχημο ζωγραφικό πίνακα που βρίσκει σε ένα παλαιοπωλείο. Η φίλη της απορρίπτει το δώρο και τότε ο πίνακας ξεμένει σε αυτήν. Λίγο καιρό μετά, πουλώντας κάποια πράγματα έξω από το σπίτι της, ο δάσκαλος καλλιτεχνικών του σχολείου της περιοχής παρατηρώντας τον καμβά, της λέει ότι αυτός ο πίνακας ενδέχεται να είναι Τζάκσον Πόλοκ. Οι  προσπάθειες της Μωντ, να αναγνωριστεί ο πίνακας ως αυθεντικός, της φέρνουν στον δρόμο της τον Λάιονελ Πέρσυ, έναν εκτιμητή έργων τέχνης από τη Νέα Υόρκη.  Και τότε…!!! Εδώ σταματώ, όπως αστεία σταματούν όλες οι περιλήψεις που θέλουν να κρατήσουν το ενδιαφέρον του αναγνώστη!».

Κάποια κεντρικά ζητήματα που συναντούμε στον πυρήνα του έργου;
«Η αλήθεια και το ψέμα. Η αλήθεια που δεν λέμε ούτε στον εαυτό μας και το ψέμα που επιλέγουμε για να συνεχίσουμε να ζούμε».

Ερμηνεύετε τον Λάιονελ Πέρσυ . Μια περιγραφή σας για αυτόν;
«Α! Είναι ένας άνθρωπος που εγώ δεν θα άντεχα να συναναστραφώ μαζί του, ούτε για δέκα λεπτά. Είναι ένας επηρμένος. Ένας κατά συρροήν ψεύτης, απέναντι στον καθρέφτη του. Ένας υποκριτής. Ζει σε έναν κόσμο όπου “η υποκρισία είναι μια αρετή” και δείχνει να μην προβληματίζεται γι’ αυτό. Έτσι είναι ο κόσμος. Έτσι ζει. Όμως, άλλο ο άνθρωπος άλλο η τέχνη. Όσο αδυνατεί να πλησιάσει τους ανθρώπους τόσο εναποθέτει στην τέχνη τις προσδοκίες του, τα όνειρα και τις επιθυμίες του για πραγματική ζωή. Η Μωντ τον “στριμώχνει” και καταφέρνει αυτό που ούτε ο ψυχίατρός του έχει πετύχει: να παραδεχτεί τις συναισθηματικές του ελλείψεις και τις ανάγκες του».

Και μία για τη σκηνική  συντροφιά του Λάιονελ, τη Μωντ Γκούντμαν;
«Η Μωντ είναι γήινη. Ζει. Δεν αποφεύγει τη ζωή. Γελάει, κλαίει, πονάει, ερωτεύεται, δουλεύει με τα χέρια, έχει φίλους, κάνει ερωτήσεις και απαιτεί απαντήσεις. Αυτά είναι τα όπλα της απέναντι στον Λάιονελ. Με αυτά τον στριμώχνει και τον αναγκάζει να συμπεριφερθεί, έστω για λίγο, ανθρώπινα». 

Κάποιο σχόλιό σας για τη σκηνοθετική προσέγγιση του Λεωνίδα Παπαδόπουλου;
«Σε ένα άκρως ρεαλιστικό κείμενο έχει εντάξει κάποιες πινελιές ονείρου. Σαν να κοιτάει ο θεατής από μια λοξή γωνία. Αυτό το στοιχείο υπάρχει τόσο όσο στην παράσταση, ώστε να μη χάνεται η αφήγηση της ιστορίας».  

Σκέψεις και συναισθήματα από την επαφή σας με το έργο;
«Πρόκειται για μια ανθρώπινη ιστορία. Πολύ απλή. Πολύ σκληρή. Δυο άνθρωποι. Δυο άκρα. Και οι δυο προσδοκούν κάτι από τον άλλο. Η Μωντ, να αναγνωριστεί ο πίνακάς της ως αυθεντικός. Ο Λάιονελ, να ανακαλύψει ένα έργο τέχνης. Ούτε το ένα ούτε το άλλο θα συμβούν. Αυτό που θα συμβεί είναι μια “συνεδρία συμβουλευτικής” μέσα σε ένα σπίτι-κοντέινερ. Ένα απροσδόκητο ξεγύμνωμα δυο ανθρώπων που, έχοντας αναγνωρίσει τη διαφορετικότητά τους, μιλούν άλλοτε με μισόλογα και άλλοτε με ευθύτητα για τα γεγονότα της ζωής τους, που τους έκαναν έτσι όπως είναι. Σαν να δικαιολογούνται, δηλαδή, για αυτό που είναι τώρα».

Πείτε μας μια ατάκα, έναν διάλογο, περιγράψτε μας μια σκηνή. Ό,τι σας έρθει πρώτο στον νου.
«“Είσαι πετσί και κόκκαλο. Πρέπει να τρως.” Αυτό λέει η Μωντ στον Λάιονελ, πηγαίνοντας να του φέρει κάτι να φάει. Τόσο απλό. Τόσο ανθρώπινο. Ποτέ η γυναίκα του δεν του μίλησε έτσι».

Μια χρήσιμη συμβουλή που σας έχουν δώσει;
«“Σαν τη λογιάσεις μια δουλειά / όρτσα και μη φοβάσαι. / Αμόλα τη, τη νιότη σου / και μην την ελυπάσαι.” Από τον “Ζορμπά” του Καζαντζάκη».

Μια αγαπημένη συνήθεια;
«Περπατώ πολύ. Μου αρέσει να περπατάω και να κοιτάζω τα κτήρια, τους ανθρώπους, τα σύννεφα. Περπατάω και ψιθυρίζω το κείμενο που δουλεύω στο θέατρο, στον κινηματογράφο, στην τηλεόραση. Καμιά φορά ξεχνιέμαι και κουνάω τα χέρια μου. Οι ματιές του κόσμου με επαναφέρουν στην πραγματικότητα της πόλης και τότε συνεχίζω χαμηλόφωνα…»

Κάτι που σας φτιάχνει τη διάθεση;
«Η μουσική μέσα στα μπαράκια».

Κάτι που τη χαλά;
«Η γκρίνια. Δεν την αντέχω».

Μια αγωνία σας;
«Το ότι ακούγεται η καρδιά μου, όταν βγαίνω στη σκηνή. Σύντομα ηρεμεί αλλά στην αρχή είναι σαν ηχορύπανση».

Μια ευχή σας;
«Η τέχνη να γίνει αυτό που ευχόμαστε, αλλά που δεν είναι. Φυσικά δεν ευθύνεται αυτή για την κατάντια της».

Ταυτότητα Παράστασης

Κείμενο: Stephen Sachs

Μετάφραση- Σκηνοθεσία: Λεωνίδας Παπαδόπουλος

Σκηνογραφία/Ενδυματολογία: Όλγα Ντέντα

Σχεδιασμός Φωτισμού: Κατερίνα Μαραγκουδάκη

Video: Στέφανος Κοσμίδης

Ηχητικά Τοπία: Λιάνα Τζερεφού

Βοηθός Σκηνοθέτη: Άννα Θεοδωρίδου

Διανομή: Ράνια Σχίζα – Νίκος Παντελίδης