Skip to main content

Ραντεβού στην «Αυλή των Θαυμάτων» του Ιάκωβου Καμπανέλλη

Άλλη μία παράσταση από το αρχείο τους, που ενθουσίασε κοινό και κριτικούς, την «Αυλή των Θαυμάτων» του Ιάκωβου Καμπανέλλη, προβάλλουν on demand από το viva.gr  οι επιχειρήσεις Λεμπέση σε συνεργασία με τη Μusic and Drama Productions, στις 14, 15 και 16 Μαΐου.

Η παράσταση ανέβηκε στο Θέατρο Βεάκη το 1998 – 1999, σε σκηνοθεσία Κώστα Τσιάνου, με τους Μάρθα Βούρτση, Φιλαρέτη Κομνηνού, Κώστα Τσιάνο, Γιώργο Παρτσαλάκη, Τάσο Χαλκιά, Ελένη Κούρκουλα, Μαρίνα Ψάλτη, Βάσω Γουλιελμάκη, Φάνη Μουρατίδη, Χρήστο Γιάνναρη,  Ναταλία Στεφάνου, Κώστα Δαρλάση, Γιώργο Χαλεπλή, Νίκο Σιδέρη, Βασίλη Γιαβρή.

Τα θεατρικά δρώμενα εξελίσσονται σε μια λαϊκή γειτονιά της Αθήνας, σε εποχή σύγχρονη με τη συγγραφή του έργου, τη δεκαετία του 1950. Στα δωμάτια μια αυλής, στο συνοικισμό του Βύρωνος, κατοικούν άτομα και οικογένειες που ανήκουν στη λαϊκή τάξη, έχουν όμως διαφορετική προέλευση. Ο γερο-Ιορδάνης με τη γυναίκα του και τα παιδιά του είναι Μικρασιάτες πρόσφυγες. Η κυρά Αννετώ, χήρα με κόρη παντρεμένη στην Αγγλία. Ο Στέλιος, Αθηναίος ονειροπόλος με πολλές αδυναμίες, και η γυναίκα του Όλγα γεννημένη στην προεπαναστατική Ρωσία. Η Βούλα κι ο Μπάμπης, αντρόγυνο που εναλλάσσει τα χαϊδολογήματα με τα μαλλιοτραβήγματα. Η Μαρία, γυναίκα ναυτικού που τη βασανίζει η μοναξιά της. Η Ντόρα, νέα γυναίκα ανύπαντρη που όμως δεν ξέρει τι θα πει μοναξιά. Στους παραπάνω ένοικους θα προστεθεί αργότερα και ο Στράτος, υδραυλικός στο επάγγελμα, που θα σηκώσει τρικυμία στο αισθηματικό τέλμα της μικρής «αυλικής» κοινωνίας.

Εκεί ζωντανεύουν ιστορίες, μυστικά, όνειρα και πάθη ανάμεσα στους απλούς και εμβληματικούς χαρακτήρες του Ιάκωβου Καμπανέλλη. Η συνύπαρξη αυτών των ανθρώπων, μέσα από το σύμβολο της αυλής, παραθέτει μια μικρογραφία της τότε κοινωνίας αλλά και τις πτυχές του ελληνικού χαρακτήρα.

Το έργο, που επηρέασε πολλούς νεότερους συγγραφείς, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 18 Ιανουαρίου 1957 στο Θέατρο Τέχνης και σε σκηνοθεσία του ίδιου του συγγραφέα, ενώ παραμένει σύγχρονο ακόμα και σήμερα, ως γνήσιο σύμβολο της αισιοδοξίας και της αυθεντικότητας του Έλληνα απέναντι στις δυσκολίες.

Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης, πριν την πρώτη παρουσίαση του έργου, μεταξύ άλλων, είχε αναφέρει:

«Οι τεράστιες ζημιές που είχε αφήσει η θεομηνία του πολέμου, η πολιτική αναταραχή και το ψυχολογικό σκόρπισμα που ακολούθησε τον εμφύλιο, κράτησαν τη χώρα με ανοιχτές πληγές ολόκληρη τη δεκαετία του σαράντα. Έτσι μπήκαμε στη μεταπολεμική μας εποχή με σοβαρή καθυστέρηση όχι μόνο χρονικά, αλλά και με προκαταλήψεις παράταιρες για εξελικτικές ανάγκες του λαού.

Άρχισε βέβαια με γοργό ρυθμό η ανασυγκρότηση, η ανοικοδόμηση, η βιομηχανική, η εμπορική ανάπτυξη. Η ζωή από χρόνο σε χρόνο άλλαζε αλματωδώς όψη. Αλλά η αλλαγή δεν ήταν το ίδιο γενναιόδωρη για όλα τα κοινωνικά στρώματα. Τα πολιτικά πάθη, οι φοβίες και προπάντων η εκμετάλλευσή τους, εμποδίζανε τη δικαιότερη και λιγότερο άνιση κατανομή των αγαθών που έφερνε η οικονομική πρόοδος. Το εισοδηματικό χάσμα ανάμεσα στον εργατοϋπαλληλικό κόσμο και στον επιτήδειο “μπίζνεσμαν” της ανασυγκρότησης, τον δανειοδοτούμενο μεγαλοβιομήχανο, έμπορο, εφοπλιστή κ.λπ. ήταν πιο κραυγαλέο απ’ όσο προπολεμικά. Η απόσταση από το οικονομικά ρωμαλέο κέντρο της Αθήνας ως τις γειτονιές της με τους χωματόδρομους, τους προσφυγικούς συνοικισμούς, τις πυκνοκατοικημένες αυλές, έγινε ακόμα πιο μεγάλη. Σ’ αυτές τις αυλές που κάποια προπολεμική αφέλεια τις είχε πασπαλίσει με ειδυλλιακότητα και ρομαντισμό, η ζωή στην πραγματικότητα ήταν μια πολύ σκληρή ιστορία κι η αθλιότητα περίσσευε.

Σ’  αυτές τις γειτονιές και σ’ αυτές τις αυλές άργησε πολύ να φτάσει η καλύτερη ζωή που δημιουργούσε η ανασυγκρότηση και η ανοικοδόμηση. Εδώ βασίλευε η ανασφάλεια κι η καταφυγή στον μικροσυναισθηματισμό και στην ονειροπόληση. Οι άνθρωποι της αυλής του έργου είχαν ξεμείνει ανυπεράσπιστοι ακόμη και απ’ τον ίδιο τον εαυτό τους, ξεχασμένοι μέσα σε συνήθειες και τρόπο ζωής που δεν τους βοηθούσε να δούνε Θεού πρόσωπο.   “Η Αυλή των Θαυμάτων” όταν γράφτηκε, ήταν το κύκνειο άσμα ενός κόσμου βαθιά δικού μας και βαθιά πικραμένου».

Συντελεστές
Κείμενο: Ιάκωβος Καμπανέλλης, σκηνοθεσία : Κώστας Τσιάνος, σκηνικά – κοστούμια : Γιώργος Ασημακόπουλος, φωτισμοί : Ελευθερία Ντεκώ, βοηθοί σκηνοθέτη : Βασίλης Γιαβρής / Φάνης Μουρατίδης, φωτογραφίες:  Κλεισθένης, μακέτα : Θάνος Σπυρόπουλος, τηλεσκηνοθεσία : Κυριάκος Καλαματιανός, σποτάκι παράστασης : Μιχαήλ Μαυρομούστακος, επικοινωνία και προβολή της παράστασης: Νταίζη Λεμπέση. Παραγωγή: Γιώργος και Νινέττα Λεμπέση.

[email protected]