Skip to main content

Πύργος σκακιού Lewis: Ένα παράθυρο στον Μεσαίωνα

Ο πύργος σκακιού που θα δημοπρατηθεί στις αρχές Ιουλίου στο Λονδίνο, θεωρείται μέρος μιας από τις σημαντικότερες συλλογές του  Μεσαίωνα. Τα πιόνια Lewis εξασφάλισαν τη θέση τους στην ιστορία όταν ανακαλύφθηκαν το 1831 στο νησί Lewis (σημερινή Σκωτία).

Τα αξιοθαύμαστα πιόνια αποτέλεσαν τη μεγαλύτερη ανακάλυψη μεσαιωνικού σκακιού και ανέδειξαν το δικό τους μυστηριώδη κόσμο και την πλούσια ιστορική παράδοση του Μεσαίωνα.  Τα εν λόγω αντικείμενα έχουν εμπνεύσει διάφορες γενιές μέσω της βρετανικής τηλεοπτικής σειράς των δεκαετιών του 60’, «The Sagas of Noggin the Nog», την ταινία «Χάρι Πότερ και Η Φιλοσοφική Λίθος» και  την «Manga» του Hoshino Yukinobu που διηγείται την περιπέτεια του Καθηγητή Munakata στο Βρετανικού Μουσείο.

Η αρχική συλλογή που είχε ανακαλυφθεί περιελάμβανε 93 αντικείμενα (πιόνια + επιτραπέζιες σκακιέρες) τα οποία είχαν φτιαχτεί από ελεφαντόδοντο. Σήμερα, από τα 93 κομμάτια, 82 βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο και 11 αποτελούν μέρος της συλλογής του Εθνικού Μουσείου της Σκωτίας στο Εδιμβούργο. Από την αρχική συλλογή εκτιμάται ότι έλειπαν ένας ίππος και τέσσερις πύργοι ενώ το κομμάτι που βρέθηκε είναι ο πύργος («Φρουρός»).

Έτσι, για πρώτη φορά μετά το 1831, στις 2 Ιουλίου στο Λονδίνο, ο Οίκος Δημοπρασιών Sotheby’s θα προσφέρει το πρώτο πρόσθετο κομμάτι από τα πιόνια Lewis. Το εν λόγω κομμάτι αγοράστηκε για 5 λίρες το 1964 από έναν έμπορο στο Εδιμβούργο και πέρασε από όλες τις γενιές της οικογένειας του. Ο νέος πύργος («Φρουρός») Lewis θα παρουσιαστεί στην έκθεση Old Master Sculpture & Works of Art sale με τις εκτιμήσεις πώλησης να φτάνουν  600,000 – 1,000,000 λίρες. Είναι η πρώτη φορά που ένα μέρος της εν λόγω συλλογής διατίθεται προς πώληση σε δημοπρασία.

Ο Alexander Kader, Επικεφαλής του Sotheby’s European Sculpture & Works of Art, δήλωσε σχετικά:

«Έχοντας παιδικές αναμνήσεις από την τηλεοπτική σειρά «The Sagas of Noggin the Nog»,  που απέδιδαν φόρο τιμής στην έμπνευση του θρύλου του Lewis, η εν λόγω δημοπρασία είναι μία από τις πιο συναρπαστικές και προσωπικές αποκαλύψεις που έγιναν κατά τη διάρκεια της καριέρας μου. Όλα τα πιόνια της συλλογής έχουν ένα ανοιχτόχρωμο ελεφαντόδοντο χρώμα, αλλά ο σκοτεινός τόνος του εν λόγω «Φρουρού» έχει σαφώς τη δυνατότητα να προσφέρει πολύτιμες και φρέσκες γνώσεις σχετικά με το πώς ήταν στο παρελθόν τα υπόλοιπα πιόνια του Lewis. Υπάρχει σίγουρα περισσότερη ιστορία πίσω από αυτόν τον φρουρό μιας και το αντικείμενο αποχωρίστηκε πριν 188 χρόνια τα υπόλοιπα μέλη της παρτίδας ενώ θα είναι εξίσου ενδιαφέρον το επόμενο ταξίδι του».

Ο εκπρόσωπος της οικογένειας δήλωσε σχετικά:

«Ο παππούς μου ζούσε στο Εδιμβούργο και το 1964 αγόρασε ένα πιόνι σκακιού από ελεφαντόδοντο από έναν άλλο έμπορο του Εδιμβούργου. Στο βιβλίο αγορών του έμπορου καταγράφηκε ότι ο παππούς μου είχε αγοράσει ένα ‘’Antique Walrus Tusk Warrior Chessman’’. Από την περιγραφή αυτή και μόνο μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο έμπορος αγνοούσε την αξία του αντικειμένου. Εν συνεχεία, το πιόνι αποθηκεύτηκε στο σπίτι του παππού μου και όταν πέθανε, η μητέρα μου κληρονόμησε το αντικείμενο. Η μητέρα μου ήταν μεγάλη λάτρης του ‘’Φρουρού’’ καθώς θαύμαζε την πολυπλοκότητα και την ιδιότητά του. Πίστευε ότι ήταν ξεχωριστός και ότι θα μπορούσε να είχε κάποια μαγική σημασία. Για πολλά χρόνια ο ‘’Φρουρός’’ κατοικούσε σε ένα συρτάρι στο σπίτι της όπου είχε τυλιχτεί προσεκτικά σε μια μικρή τσάντα. Από καιρό σε καιρό έβγαζε τον ‘’Φρουρό’’ από το συρτάρι για να εκτιμήσει τη μοναδικότητά του».

Η ανακάλυψη

Η συλλογή ανακαλύφθηκε στο νησί Lewis ωστόσο μέχρι και σήμερα, παραμένει ακόμα μυστήριο η ακριβής τοποθεσία ανακάλυψης. Σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις τον Απρίλιο του 1831 η συλλογή βρέθηκε στην άμμο του Uig Strand, μια τοποθεσία βορειοδυτικά του νησιού, αν και κατά καιρούς έχει προταθεί μια άλλη τοποθεσία λίγο πιο νότια στην ίδια ακτή.

Μερικές από τις μαρτυρίες μιλούν για μια βόσκουσα αγελάδα που αποκάλυψε τυχαία τα πιόνια, κάποιοι άλλοι θρύλοι αναφέρουν ότι προήλθαν από κάποιο εμπορικό πλοίο που ναυάγησε εκεί κοντά, άλλοι λένε ότι κάποιος ναύτης τα έκλεψε και προσπάθησε να τα κρύψει στην ακτή για να τα βρει αργότερα, ενώ υπάρχει και μια εξομολόγηση ενός δολοφόνου που κρεμάστηκε. Πολλές από τις αναφορές βρήκαν τον δρόμο τους στον Σκωτσέζικο Τύπο κάνοντας την όλη ιστορία να μοιάζει με μυθιστόρημα. Παρόλα αυτά, το 1833, δύο χρόνια μετά την ανακάλυψη του θησαυρού, ο David Laing, σύμβουλος του Society of Antiquaries of Scotland, έγραψε πως «είναι προφανές ότι για να εξυπηρετήσουν κάποιο σκοπό, οι αντιφατικές δηλώσεις για την τοποθεσία της της ανακάλυψης κυκλοφόρησαν από τα ίδια άτομα που ανακάλυψαν ή κατείχαν σε κάποια τοποθεσία τα πιόνια».

Το 1831, τα πιόνια Lewis παρουσιάστηκαν στο Society of Antiquaries of Scotland στο Εδιμβούργο. Εκείνη τη στιγμή ανήκαν στον Roderick Pirie, έναν έμπορο του Stornoway, πρωτεύουσας της νήσου Lewis. Σύντομα, έπεσαν στα χέρια του Τ.Α. Forrest, ενός έμπορου από το Εδιμβούργο που πλήρωσε 30 λίρες για να αποκτήσει τα αντικείμενα. Στην συνέχεια, ο Forrest πούλησε 10 από τα πιόνια σε ένα σκωτσέζικο έμπορο, τον Charles Kirkpatrick Sharpe ο οποίος αργότερα κατάφερε να αγοράσει ένα άλλο κομμάτι που βρισκόταν στην νήσο Lewis. Εν τέλει, τα 11 κομμάτια κατέληξαν στο Εθνικού Μουσείο της Σκωτίας όπου παραμένουν εκεί μέχρι και σήμερα.

Η συνέχεια της ιστορίας αναφέρει πως αφού ο Forrest απέτυχε να πουλήσει τα υπόλοιπα 82 πιόνια στη Σκωτία, προσέγγισε τον Frederic Madden, έναν ενθουσιώδη σκακιστή και βοηθό χειριστή χειρογράφων στο Βρετανικό Μουσείο, για να τα αγοράσει για το Μουσείο. Το κύριο επιχείρημα του Forrest ήταν ότι έπρεπε να διατηρηθεί ένα τόσο σημαντικό εύρημα ενωμένο, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος είχε ήδη πουλήσει 10 κομμάτια στον Sharpe. Το 1831 υπήρξε μια περίοδος πολιτικής αναταραχής σε όλη τη νότια Αγγλία και τη νότια Ουαλία ωστόσο, παρά την αντίθεση ορισμένων βρετανικών κοινοβουλευτικών αντιπολιτευτικών δυνάμεων, και με τη βοήθεια μερικών στελεχών του Βρετανικού Μουσείου, ο Madden κατάφερε να φέρει στο Μουσείο 81 αντικείμενα από την Συλλογή Lewis, για 80 guineas, ένα σημαντικό ποσό για την εποχή.

Η προέλευση

Οι ειδικοί προτείνουν διάφορες θεωρίες σχετικά με την προέλευση της συλλογής Lewis, μιας και το στυλ και η εικονογραφία τους δεν επικεντρώνονται σε ένα σημείο. Η βασική θεωρία είναι ότι είναι Νορβηγικά πιθανότατα από το Trondheim, μιας και φαίνεται ότι κατά τον 12ο και 13ο αιώνα στην περιοχή υπήρχε εξειδίκευση στο σκάλισμα τμημάτων τυχερών παιχνιδιών, συχνά από ελεφαντόδοντο. Το Trondheim ήταν η έδρα του αρχιεπισκόπου της Νορβηγίας, με το νησί Lewis να αποτελεί μέρος του βασιλείου της Νορβηγίας από την εποχή των Βίκινγκ έως και την Συνθήκη του Περθ το 1266. Μια θεωρία που προτάθηκε από τον Frederic Madden και αποτελεί έως και σήμερα η επικρατέστερη εξήγηση αναφέρει ότι τα πιόνια Lewis υπήρξαν μέρος αποθέματος ενός εμπόρου που θάφτηκαν μετά από ναυάγιο. Η καλή κατάσταση των μεμονωμένων κομματιών και η προφανής έλλειψη φθοράς επιβεβαιώνουν την παραπάνω θεωρία μιας και φαίνεται ότι τα πιόνια αποτελούσαν απόθεμα ενός εμπόρου που δεν κατάφεραν ποτέ να πωληθούν.

Ο νέος «Φρουρός» Lewis

Τα πιόνια Lewis που αποτελούν την συλλογή είναι δύο ειδών: η πλειοψηφία των πιονιών έχει γένια με ένα ξίφος στο δεξί τους χέρι και ασπίδες είτε στην αριστερή τους πλευρά είτε μπροστά, ενώ τρεις φαίνονται να δαγκώνουν τις κορυφές των ασπίδων τους, όπως οι θρυλικοί Νορβηγοί πολεμιστές γνωστοί ως berserkers. Το εν λόγω πιόνι είναι συνεπές και με τα υπόλοιπα πιόνια που απεικονίζουν τους συμπολεμιστές του.

naftemporiki.gr