Μεγάλη απώλεια για τον πολιτιστικό κόσμο της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης αποτελεί ο θάνατος του πολυβραβευμένου συγγραφέα Βασίλη Αλεξάκη που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 77 ετών.
Άφησε την τελευταία του πνοή, το μεσημέρι της Δευτέρας, στο σπίτι του έπειτα από μακροχρόνια μάχη με πολλαπλά προβλήματα υγείας, κυρίως αναπνευστικά, τα οποία τον είχαν καταβάλλει ιδιαίτερα τον τελευταίο καιρό. Η κηδεία του θα γίνει σε στενό οικογενειακό κύκλο.
Ο Βασίλης Αλεξάκης γεννήθηκε στην Αθήνα τον Δεκέμβρη του 1943. Σπούδασε στην ανωτάτη Δημοσιογραφική Σχολή της Λιλ. Εγκατεστημένος στη Γαλλία από το 1969, υπήρξε επί σειρά ετών συνεργάτης της εφημερίδας Le Monde και έγραψε τα πρώτα του βιβλία στα γαλλικά. Εκεί δούλεψε ως δημοσιογράφος, κριτικός βιβλίου και χρονογράφος. Έτσι εξοικειώθηκε με τη γαλλική γλώσσα στην οποία έγραψε τα πρώτα του μυθιστορήματα.
Το πρώτο έργο του που γράφτηκε στην μητρική του γλώσσα, ήταν το «Τάλγκο», το οποίο κυκλοφόρησε το 1982, σημείωσε μεγάλη επιτυχία και ξεπέρασε σε πωλήσεις τα 200.000 αντίτυπα. Το 1984 μάλιστα έγινε και ταινία με τον τίτλο «Ξαφνικός Έρωτας», σε σκηνοθεσία Γιώργου Τσεμπερόπουλου, με πρωταγωνιστές την Μπέττυ Λιβανού και τον Αντώνη Θεοδωρακόπουλο και πλαισιωμένη με την μουσική του Σταμάτη Σπανουδάκη και την υπέροχη ερμηνεία της Ελένης Βιτάλη. Στα ελληνικά έγραψε και τα βιβλία «Η Μητρική γλώσσα» (1995, εκδόσεις Εξάντας) και «Η καρδιά της Μαργαρίτας» (1999, εκδόσεις Εξάντας).
Ο Βασίλης Αλεξάκης ασχολήθηκε επίσης με το χιουμοριστικό σκίτσο και με τον κινηματογράφο. Δημοσίευσε τις συλλογές «Mon amour», στην Ιταλία (“Citta armoniosa”, 1978), «Γδύσου» (Αθήνα, Εξάντας, 1982) καθώς και έξι ιστορίες με εικόνες, υπό τον γενικό τίτλο «Η σκιά του Λεωνίδα» (Αθήνα, Εξάντας, 1984) που έχουν κυκλοφορήσει και στα γερμανικά (“Leonidas’ Schatten”, Romiosini, μετάφραση του Klaus Eckhardt, 1986).
Παράλληλα, σκηνοθέτησε την ταινία μικρού μήκους «Είμαι κουρασμένος», η οποία απέσπασε το βραβείο φεστιβάλ Τουρ και Γαλλικού Κέντρου Κινηματογράφου (1982), τις τηλεταινίες «Ο Νέστως Χαρμίδης περνά στην επίθεση» (1984) και «Το τραπέζι”»(1989) και τη μεγάλου μήκους ταινία του «Αθηναίοι», που τιμήθηκε το Α΄ βραβείο διεθνούς φεστιβάλ ταινιών χιούμορ του Charmousse (1991). Τροφοδότησε όμως και το θέατρο με έργα όπως τα «Εγώ δεν…» και «Μη με λες Φωφώ».
Ως πεζογράφος έχει τιμήθηκε στη Γαλλία με τα βραβεία Αλμπέρ Καμύ, Αλεξάντρ Βαιλάτ, Σαρλ Εσμπραγιά, Medicis (το 1995, για το βιβλίο του “Η μητρική γλώσσα”), καθώς και με το Βραβείο Μυθιστορήματος της Γαλλικής Ακαδημίας (το 2007, για το βιβλίο του “μ.Χ.”).
Τον Μάρτιο του 2017 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας από το Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Έργα του έχουν εκδοθεί, εκτός από τη Γαλλία στη Γερμανία, την Ισπανία, την Αρμενία, την Ιταλία, τη Ρωσία, την Τουρκία, την Αργεντινή, τις ΗΠΑ και το Ισραήλ.
Συλλυπητήριο μήνυμα της ηγεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού
Η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη, μόλις πληροφορήθηκε τον αδόκητο θάνατο του αγαπητού συγγραφέα Βασίλη Αλεξάκη έκανε την εξής δήλωση:
«Τα ελληνικά γράμματα έχασαν έναν σπουδαίο δημιουργό, μια φωνή ανεξάρτητη, αγαπητή και ξεχωριστή. Έναν συγγραφέα που κέρδισε την εκτίμηση των συναδέλφων του και την αγάπη των αναγνωστών στις δύο χώρες που μοίρασε τη ζωή του, στην Ελλάδα και στη Γαλλία. Ο πολυβραβευμένος και πολυμεταφρασμένος Βασίλης Αλεξάκης έγραψε για τον έρωτα, τον θάνατο, την ελευθερία, με μια «μέθοδο» που συνταίριαζε στη γραφή του εικόνες και σκηνές από την αληθινή ζωή, με τις οποίες ο καθένας μπορούσε να ταυτιστεί, με φαντασία, χιούμορ, ερωτισμό. Είναι μερικά από αυτά τα στοιχεία που μετατρέπουν ένα κείμενο σε λογοτεχνία. Δεν είναι πια μαζί μας ο Βασίλης, όμως οι σελίδες των βιβλίων του θα εξακολουθήσουν να μας μεταφέρουν τη νεανική του διάθεση. Εκφράζω τα θερμά μου συλλυπητήρια στους οικείους και στους πολυάριθμους φίλους του».
Ο Υφυπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Νικόλας Γιατρομανωλάκης δήλωσε τα εξής:
«Πολυβραβευμένος, πολυμεταφρασμένος και πολυσχιδής, ο Βασίλης Αλεξάκης άφησε έντονο το αποτύπωμά του τόσο στην ελληνική όσο και στην γαλλική λογοτεχνία. Το ιδιαίτερο χιούμορ του, η πολύ προσωπική σχέση του με τις λέξεις, τη γαλλική γλώσσα στην οποία εξέδωσε και τα πρώτα του βιβλία, όσο και με την ελληνική έχουν αποτυπωθεί στα βραβευμένα βιβλία του Η Μητρική Γλώσσα (έκανε αίσθηση και τιμήθηκε το 1995 με το γαλλικό βραβείο Medicis) αλλά και Ξένες Λέξεις, με το οποίο κέρδισε το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος το 2004. Όπως έλεγε ο ίδιος, «οι λέξεις είναι η ζωή μου, επιπλέω σε ένα πέλαγος λέξεων». Το πέλαγος αυτό είναι η παρακαταθήκη του».
Συλλυπητήριο μήνυμα του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου
Ο Βασίλης Αλεξάκης υπήρξε ζεστός άνθρωπος. Ένας τρυφερός και ευαίσθητος διανοούμενος, με ανήσυχο πνεύμα και χιούμορ που τον έκαναν αγαπητό. Έζησε στην Ελλάδα και τη Γαλλία, σε μια διαρκή ισορροπία ανάμεσα σε δύο πατρίδες και δύο πολιτισμούς. Εκφράστηκε κυρίως με λέξεις, αναζητώντας μέχρι το τέλος την αρμονία και το νόημα τους, αλλά και με εικόνες καθώς είχε πάντα λοξά στραμμένο το βλέμμα του προς τον κινηματογράφο. Πολλές ιστορίες του έχουν μια αίσθηση κινηματογραφική.
Ο Βασίλης Αλεξάκης βρέθηκε σε φιλικές παρέες κινηματογραφιστών, έγραψε σενάρια, γύρισε ο ίδιος ταινίες. Το πρώτο βιβλίο του στα ελληνικά, το «Τάλγκο», έγινε η πρώτη ύλη το 1984 για το σενάριο του «Ξαφνικού έρωτα» του Γιώργου Τσεμπερόπουλου. Το 1991 σκηνοθέτησε ο ίδιος τους «Αθηναίους», την πιο γνωστή ταινία του.
Η απώλεια του βυθίζει σε θλίψη τον πνευματικό κόσμο και γίνεται ιδιαιτέρως αισθητή στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, που εκφράζει τα βαθιά του συλλυπητήρια στους οικείους του.
Δήλωση του αν. Τομεάρχη Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και βουλευτή Αν. Αττικής Πάνου Σκουρολιάκου
Με συγκίνηση αποχαιρετούμε τον Βασίλη Αλεξάκη που έφυγε από κοντά μας σήμερα. Για μας θα είναι πάντα ο σπουδαίος συγγραφέας που κατέκτησε την αγάπη του διεθνούς κοινού. Ο συγγραφέας του οποίου το ταλέντο, το πνεύμα και η εντελώς δική του, προσωπική ματιά για τον κοινό μας βίο αναγνωρίστηκε παντού. Θα είναι όμως ταυτόχρονα ο Βασίλης της Καλλιθέας, της Τήνου, της Αθήνας, της Αριστεράς. Θα είναι ο συνοδοιπόρος μας στην μεγάλη πορεία προς την υλοποίηση του διαρκούς ονείρου μας για ελευθερία, δημοκρατία, κοινωνική δικαιοσύνη.