Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]
«Η Γελάδα», το σπάνιο αλληγορικό παραμύθι του Ναζίμ Χικμέτ, παρουσιάζεται στο θέατρο Altera Pars, σε σκηνοθεσία Πέτρου Νάκου, έως τις 4 Ιουνίου [Μεγ. Αλεξάνδρου 123, Κεραμεικός].
Το αλληγορικό, αλλά πάντα ανθρώπινο, σύμπαν του σπουδαίου Τούρκου δημιουργού αναδύεται με έναν φρέσκο, αληθινό τρόπο, αναδεικνύοντας τόσο το χιούμορ όσο και τη σκληρή αλήθεια ενός… «παραμυθιού».
Η ηθοποιός Μίνα Χειμώνα πρωταγωνιστεί στην παράσταση. Μίλησε μαζί μας.
Θέλετε να μας πείτε λίγα λόγια για την υπόθεση του έργου;
«“Η Γελάδα”, λαϊκή παραβολή, συμβολικό παραμύθι και ιδιότυπη κοινωνική σάτιρα μαζί, γράφεται στη Μόσχα το 1956, από τον πιο αγαπημένο στους Έλληνες Τούρκο ποιητή, συγκεντρώνοντας όλα τα χαρακτηριστικά της πρωτότυπης και πρωτοπόρας δραματουργίας του. Με λόγια απλά, καθαρή ματιά και πνεύμα οξύ, ο μεγάλος ποιητής και τρυφερός παραμυθάς, μιλάει μέσα από το έργο του, στο σήμερα, θαρρείς και τίποτα δεν έχει αλλάξει στον κόσμο των ανθρώπων…
Μια μικροαστική οικογένεια με μεγάλα όνειρα για κοινωνική ανέλιξη, για καταξίωση, για πρόοδο και προκοπή -η μάνα, η κόρη, ο γιος… Ονειρεύονται ένα καλύτερο αύριο. Η μάνα θέλει το καλύτερο για τα παιδιά της και τα παιδιά φορτώνονται τις προσδοκίες και τις επιθυμίες της μητέρας τους. Η κόρη θα γίνει σπουδαία καλλιτέχνης της όπερας και ο γιος ο μεγαλύτερος ποιητής της εποχής του. Όνειρα που είναι μεγαλύτερα από την πραγματικότητα που τους περιορίζει. Λύση έρχεται να δώσει μια γελάδα… Μία παχιά γελάδα που θα κατεβάζει γάλα και το γάλα της θα γίνει βούτυρο, γιαούρτι και θα πουληθεί και έτσι θα πλουτίσουν και αφού πλουτίσουν … τότε σίγουρα όλα θα είναι καλύτερα.
Σύντομα, όμως, το μέσο γίνεται σκοπός και τα πάντα ανατρέπονται.
Η γελάδα γίνεται θεός και τύραννος μαζί και φορτωμένη με όλες τις ελπίδες της οικογένειας γίνεται ο δυνάστης τους. Η γελάδα που θα τους έσωζε, τώρα τους απελπίζει. Ποιος θα βρεθεί να τους απαλλάξει από την τυραννία της;».
Ποια κεντρικά θέματα διαπραγματεύεται στον πυρήνα του;
«“Η Γελάδα” είναι μια αλληγορία για την εξάρτηση του σύγχρονου ανθρώπου από τον καταναλωτισμό και την παράλογη πρόσδεση της ανθρώπινης ευτυχίας στην απόκτηση υλικών αγαθών. Αποτελεί μια βαθιά κοινωνική κριτική, για την εξώθηση των ανθρώπων σ’ ένα μάταιο κυνήγι, έναν αέναο και εξαντλητικό ανταγωνισμό για οικονομική και κοινωνική ανέλιξη. Τα πρόσωπα του Χικμέτ αναδύονται γλαφυρά, μέσα από το λυρικό συμβολισμό τους. Είναι ταυτοχρόνως αρχετυπικά σύμβολα και καθημερινοί άνθρωποι πλασμένοι με τρυφερότητα και στοργή, από έναν άνθρωπο που αγάπησε βαθιά τους ανθρώπους, αγωνίστηκε και αφιέρωσε τη ζωή του στην υπεράσπιση της ελευθερίας τους».
Μια περιγραφή της ηρωίδας που ερμηνεύετε;
«Ένας πολυδιάστατος χαρακτήρας, όπως όλοι στο έργο. Πρόκειται για μια μητέρα (πρότυπο μάνας-σύμβολο), η οποία κινείται στο μεταίχμιο της τρυφερότητας αλλά και της υπερβολής, που είναι αποφασισμένη να κάνει τα πάντα για να δει τα μεγάλα όνειρα που έχει για τα παιδιά της να πραγματοποιούνται και, εν τέλει, γίνεται δέσμια των μέσων επίτευξης. Σχεδόν μεταλλάσσεται, λησμονώντας τις απλές χαρές της ζωής…
Ρόλος προκλητικός μέσα στη φαινομενική του απλότητα και αφέλεια.
Σίγουρα απαιτητικός ως προς την απόδοση της αλήθειας του και της ερμηνευτικής του διαδρομής».
Τι σας προσέλκυσε στην επιλογή του συγκεκριμένου ανεβάσματος;
«Ως επί το πλείστον το ξεχωριστό ύφος του Χικμέτ που αναδύεται απλό, ζεστό και τρυφερό. Ταυτόχρονα, όμως, γίνεται ανατρεπτικό, καταγγελτικό. Η ποιητική γραφή του Χικμέτ σε αρχικά επίπεδα ενδεχομένως να φαντάζει απλή, την ίδια στιγμή όμως, λειτουργεί αφοπλιστικά μέσα από τα κοφτερά μηνύματά της. Τα κείμενά του διαπνέονται από μουσικότητα και έντονο συμβολισμό και γεμίζουν τους αναγνώστες/θεατές, με αισθήματα αισιοδοξίας και πίστης για το μέλλον».
Κάποιο σχόλιο για τη σκηνοθετική προσέγγιση του Πέτρου Νάκου;
«Ο σκηνοθέτης και ηθοποιός Πέτρος Νάκος κατόρθωσε να ισορροπήσει τα στοιχεία του παραμυθιού και του λυρισμού του Χικμέτ , φωτίζοντας παράλληλα το ιδιότυπο χιούμορ του συγγραφέα. Ανέδειξε τον λαϊκό χαρακτήρα του έργου, προσθέτοντας στοιχεία από την κομέντια ντελ άρτε και του γκροτέσκ, και αντιμετώπισε το έργο με μια σύγχρονη “ματιά”, με τη βοήθεια της μουσικής, των φωτισμών, των κοστουμιών, του μακιγιάζ και του κινούμενου σκηνικού, στη λογική του θεάτρου σκιών, από το οποίο ήταν και επηρεασμένος ο Χικμέτ. Με αυτόν τον τρόπο, ανέδειξε τη διαχρονικότητα του κειμένου και προσάρμοσε το έργο στη σημερινή οικονομική, πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα, καθιστώντας τα μηνύματά του πιο εύληπτα στον σημερινό θεατή, έτσι ώστε το έργο να απευθύνεται και να αφορά σε όλες τις ηλικίες».
Πείτε μας μια ατάκα, έναν διάλογο ή περιγράψτε μας μια σκηνή του έργου. Ό,τι σας έρθει πρώτο στον νου.
«“Απορώ πώς δεν το σκεφτήκαμε ως τώρα. Πώς ζούσαμε τόσον καιρό δίχως γελάδα!”»
Κάτι που σας φτιάχνει τη διάθεση;
«Να βρίσκομαι στη σκηνή. Μια ενδιαφέρουσα και ουσιαστική παράσταση. Η μουσική, μια καλή ταινία, μια βόλτα με φίλους…».
Κάτι που τη χαλά;
«Η ασυνέπεια, η ψευτιά, το “φαίνεσθαι” και όχι το “είναι”, η ανειλικρίνεια, η προδοσία».
Μια αγωνία σας;
«Για το μέλλον της χώρας που μεγάλωσα και αγάπησα και για την τύχη της ανθρωπότητας».
Μια ευχή σας;
«Να πηγαίνουν όλα καλύτερα για την οικογένειά μου, τους ανθρώπους που αγαπώ, για εκείνους που με πιστεύουν και με στηρίζουν. Να μη βλέπω απελπισμένα μάτια…».
Ταυτότητα Παράστασης
Κείμενο: Ναζίμ Χικμέτ, μετάφραση : Έρμος Αργαίος, σκηνοθεσία: Πέτρος Νάκος, βοηθός σκηνοθέτη: Αγγελική Κοντού, φωτισμοί: Κατερίνα Μαραγκουδάκη, σκηνικά/φροντιστήριο: Τάσος Αμπατζής, κοστούμια: Gaffer&Fluf / Frame up (Wardrobe), μουσική επιμέλεια: Αγγελική Κοντού, σύνθεση ήχων: Γιώργος Αντωνόπουλος, επιμέλεια κίνησης: Ελβίρα Μπαρτζώκα. Ερμηνεύουν: Μίνα Χειμώνα, Πέτρος Νάκος, Αγγελική Κοντού, Σπύρος Σιδέρης, Ηλίας Τσούμπελης.