Συνδυάζοντας το υπαρξιακό δράμα με το φανταστικό στοιχείο, ένα από τα λυρικά αριστουργήματα του 20ού αιώνα, το εμβληματικό έργο του Λέος Γιάνατσεκ «Υπόθεση Μακρόπουλου», παρουσιάζεται για πρώτη φορά από την Εθνική Λυρική Σκηνή (ΕΛΣ), η οποία εγκαινιάζει έναν κύκλο παρουσίασης έργων του κορυφαίου Τσέχου συνθέτη.
Σε μουσική διεύθυνση Οντρέι Όλος και σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά, με την Ορχήστρα και μονωδούς της ΕΛΣ, το έργο παρουσιάζεται στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος της ΕΛΣ στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ), στις 20, 23 και 25 Μαΐου, στις 8 το βράδυ.
Αιώνια νιότη χωρίς αίσθηση σκοπού
Ο Λέος Γιάνατσεκ (1854 – 1928) είναι ένας από τους σπουδαιότερους Ευρωπαίους συνθέτες της όπερας του 20ού αιώνα, ο οποίος ασχολήθηκε σοβαρά με τη λαογραφία και εμπνεύστηκε από την παραδοσιακή μουσική της Βοημίας, της Μοραβίας και, ευρύτερα, από τη σλαβική μουσική. Έτσι, διαμόρφωσε το δικό του προσωπικό ιδίωμα, όπου, στο πλαίσιο της γλώσσας της κεντροευρωπαϊκής κλασικής μουσικής, εκπροσώπησε την ιδιαίτερη πατρίδα του.
Η τρίπρακτη όπερα «Υπόθεση Μακρόπουλου» βασίζεται σε δικό του κείμενο, το οποίο στηρίζεται στο ομώνυμο θεατρικό του Κάρελ Τσάπεκ. Γράφτηκε ανάμεσα στα 1923 και 1925 και βασική πηγή έμπνευσης υπήρξε η εμμονή του συνθέτη με τη σημαντικά νεότερή του Καμίλα Στέσλοβα.
Το έργο αφηγείται την ιστορία της Ελίνας, κόρης του Κρητικού γιατρού Ιερώνυμου Μακρόπουλου, ο οποίος, τον 16ο αιώνα, υπηρετούσε στην αυλή του Ροδόλφου Β΄, αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Χάρη σε φίλτρο που παρασκεύασε ο αλχημιστής πατέρας της, η Ελίνα ζει επί τρεις αιώνες, αλλάζοντας διαρκώς ταυτότητα και ονόματα, προκειμένου να αποκρύψει το μυστικό της. Ως Εμίλια Μάρτι, αναζητώντας απεγνωσμένα τη συνταγή για το φίλτρο, η οποία έχει ξεμείνει στα κατάλοιπα προηγούμενου εραστή της, συνειδητοποιεί τον κυνισμό και την απάθεια που έχει επιφέρει η κατάσταση της αιώνιας νιότης και αντιλαμβάνεται πόσα στοιχεία, όπως η αίσθηση ενός σκοπού στη ζωή, οφείλονται στη γνώση ότι η ζωή έχει ένα ορατό τέλος. Έτσι, αποφασίζει να μη δώσει άλλη παράταση στη ζωή της και να αφήσει τον θάνατο να την κυριεύσει.
Ο τελικός εικοσάλεπτος μονόλογος της ηρωίδας, κατά τον οποίον εξομολογείται όσα έχουν συμβεί και απαρνιέται την τεχνητή και απάνθρωπη αθανασία της, ανήκει στους πλέον ποιητικούς και εκφραστικούς της οπερικής φιλολογίας. Σε αυτό το σημείο, το θρίλερ μετατρέπεται σε ψυχόδραμα. Ο Γιάνατσεκ αισθάνεται συμπάθεια για την αντιηρωίδα του και προσφέρει στις τελευταίες σκέψεις της μουσική, η οποία την καθιστά συμπαθή και στο ακροατήριο. Καθώς ο μονόλογος προχωρά, η μουσική κάνει τη μέχρι εκείνη τη στιγμή «παγερή» ηρωίδα να φαίνεται ολοένα και περισσότερο ανθρώπινη, ολοένα και πιο ευάλωτη.
«Ένα δυσοίωνο προφητικό αριστούργημα»
Ο σπουδαίος σκηνοθέτης του θεάτρου και της όπερας και πρώην καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, Γιάννης Χουβαρδάς, ο οποίος ισορροπεί ανάμεσα στις αποχρώσεις του θρίλερ και της επιστημονικής φαντασίας, σημειώνει για την παράσταση: «Το σπίτι του χρόνου – Η ζωή όλων μας υπολογίζεται πάντα με μέτρο τον χρόνο. Η ηλικία μας, η ηλικία των αγαπημένων προσώπων όταν έφυγαν από τη ζωή, τα ορόσημα του βίου και της σταδιοδρομίας μας, η ώρα της συνάντησης, η ώρα της αφύπνισης, η διάρκεια της ταινίας, τι ώρα θα φάνε τα παιδιά, η ημερομηνία της έναρξης των δοκιμών ή της πρεμιέρας, πότε τελειώσαμε το σχολείο ή το Πανεπιστήμιο, πότε μπήκαμε ή βγήκαμε από το νοσοκομείο, πότε πρωτοσυναντηθήκαμε, πότε παντρευτήκαμε, πότε χωρίσαμε, τι ώρα αρχίζει η παράσταση, πότε ξεκίνησε ο αγώνας της εθνικής ανεξαρτησίας, τι ώρα αρχίζει ο ποδοσφαιρικός αγώνας, τι ώρα διαπιστώθηκε ο θάνατος, πότε πήρα σύνταξη, πόσες μέρες έχεις άδεια, πόσες ώρες κοιμήθηκες και… και… και…
Ακόμα κι εκείνο το περίφημο “Μ’ εσένα αρχίζει η ζωή, μ’ εσένα τελειώνει”, παρ’ όλο τον διάχυτο και απόλυτο ρομαντισμό του, ταυτίζει το αγαπημένο πρόσωπο με τον χρόνο. Όπως και το “Αιώνια ας κρατήσει η νύχτα μας”, που εύχονται εκστατικά Τριστάνος και Ιζόλδη, παρ’ όλο το σκοτεινό διπλό του νόημα, απαιτεί από τον έρωτα να αναμετρηθεί με τον ασταμάτητο χρόνο. Από τον χρόνο δεν ξεφεύγει κανείς και τίποτα. Η (ανθρώπινη) ύπαρξη μπορεί να εννοηθεί μόνο εντός του χρόνου, ποτέ εκτός του. Ή μήπως όχι;
Η Εμίλια Μάρτι βρήκε, χάρη σε μια σκανδαλώδη εύνοια της τύχης (ή ίσως χάρη σ’ ένα ειρωνικό σαδιστικό παιχνίδι της), το μυστικό της αιώνιας ζωής. Ποιος δεν θα ήθελε να είναι στη θέση της; Και ποιος δεν θα επέστρεφε, σχεδόν τρεισήμισι αιώνες μετά, καθώς το ελιξίριο χάνει την επίδρασή του, για να κάνει τα πάντα, προκειμένου να το ξαναβρεί, να “εμβαπτισθεί” ξανά στη δύναμή του και να ζήσει άλλα τόσα χρόνια; Να αιωρηθεί, ξεφεύγοντας από τον νόμο της βαρύτητας, μακριά απ’ αυτόν τον πληκτικό πλανήτη, στον ελεύθερο άπειρο χωροχρόνο. Κι αυτή ακριβώς τη λυσσαλέα πάλη της με τον χρόνο παρακολουθούμε στο έργο, επί τρεις σχεδόν πράξεις. Κι όμως, λίγα λεπτά πριν το φινάλε: Τι απροσδόκητη εξέλιξη… Τι ανατροπή!…
Ο Γιάνατσεκ ισχυρίζεται πως η ανθρώπινη ζωή έχει νόημα μόνο μέσα στον πεπερασμένο χρόνο που ορίζεται από τη γέννηση και τον θάνατο, πως, αν ο χρόνος υπάρχει, τότε είναι ο μέγας ευεργέτης του ανθρώπου, γιατί αυτός καθορίζει τη στιγμή του θανάτου, χωρίς τον οποίο η ζωή γίνεται μια ατέρμονη σειρά καφκικών επαναλήψεων, μια άμορφη μάζα απρόσωπης ζωικής ενέργειας, που μετατρέπει το όνειρο της αιώνιας ζωής στον εφιάλτη του αιώνιου θανάτου.
Το τελευταίο χρονικό διάστημα, πυκνώνουν οι αναφορές για προχωρημένα επιστημονικά πειράματα που έχουν στόχο την αποφασιστική επιμήκυνση της ζωής, πειράματα που πλησιάζουν, μάλιστα, πολύ κοντά στην πολυπόθητη επιτυχία. Πιθανότατα, δηλαδή, σε κάποια χρόνια, το όραμα μια ανθρωπότητας γεμάτης αθάνατα όντα θα είναι πραγματικότητα. Ο θάνατος θα έχει νικηθεί. Η ζωή θα έχει θριαμβεύσει. Ποια ζωή, όμως; Παρατηρήστε καλά την Εμίλια Μάρτι. Είναι ένα απανθρωποποιημένο ον, που ξαναβρίσκει την ανθρωπιά του μόνο στον θάνατο.
Ο Γιάνατσεκ έγραψε ένα δυσοίωνο προφητικό αριστούργημα. Κι εμείς, απόψε, θα το δούμε και θα το ακούσουμε. Είμαστε, άραγε, ακόμα εντός χρόνου; Ή, μήπως, η κλεψύδρα αδειάζει επικίνδυνα;».
Ταυτότητα παράστασης
Μουσική διεύθυνση: Οντρέι Όλος, σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς, δραματουργική συνεργασία: Έρι Κύργια, σκηνικά: Εύα Μανιδάκη, κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη, κινησιολογία: Πατρίσια Απέργη, φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος, τεχνικός σκηνής: Αρκάδιος Ρακόπουλος. Ερμηνεύουν: Εμίλια Μάρτι: Έλενα Κελεσίδη, Άλμπερτ Γκρέγκορ: Δημήτρης Πακσόγλου, Δρ Κόλενατι: Βαγγέλης Μανιάτης, Βίτεκ: Νίκος Στεφάνου, Κριστίνα: Άρτεμις Μπόγρη, Βαρόνος Γιάροσλαφ Πρους: Γιάννης Γιαννίσης, Γιάνεκ: Χρήστος Κεχρής, Κόμης Χάουκ – Ζέντορφ: Δημήτρης Σιγαλός, καθαρίστρια / καμαριέρα: Μιράντα Μακρυνιώτη. Με την Ορχήστρα της ΕΛΣ.
Πληροφορίες
Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος: λεωφ. Συγγρού 364 – Καλλιθέα, τηλ.: 213 0885700. Τιμές εισιτηρίων: 80, 55, 50, 20, 15, 12 (φοιτητικό – παιδικό), 10 (περιορισμένης ορατότητας) ευρώ. Προπώληση εισιτηρίων: ταμεία της ΕΛΣ στο ΚΠΙΣΝ (καθημερινά: 09.00 – 21.00), καταστήματα Public, ηλεκτρονικά: tickets.public.gr, ticketservices.gr και nationalopera.gr.