Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]
To Εθνικό Θέατρο παρουσιάζει, για πρώτη φορά στην ιστορία του, ένα από τα εμβληματικότερα θεατρικά κείμενα του εικοστού αιώνα, το έργο του Άρθουρ Μίλλερ «Ψηλά από τη γέφυρα».
Η παράσταση ανεβαίνει στην Κεντρική Σκηνή (Αγ. Κωνσταντίνου 22-24), με τον Γιώργο Κιμούλη, μέσα από τη διεισδυτική ματιά της Νικαίτης Κοντούρη. Oι δυο τους συνυπογράφουν και τη μετάφραση του έργου.
Ο Αμερικανός συγγραφέας, με αφορμή ένα πραγματικό γεγονός, στήνει ένα σχεδόν αστυνομικής ροής δράμα, άμεσα επηρεασμένο ως προς τη δομή του από την αρχαία ελληνική τραγωδία. Το έργο ανέβηκε για πρώτη φορά ως μονόπρακτο στο Θέατρο Coronet του Μπρόντγουεϊ τον Σεπτέμβριο του 1955. Ο Μίλλερ το ξαναδούλεψε δίνοντάς του δίπρακτη μορφή για τον Πίτερ Μπρουκ, που ανέβασε το έργο στο Γουέστ Εντ στο Λονδίνο (1956).
Ο Γιώργος Κιμούλης μάς μίλησε για την παράσταση, για τον ρόλο του, μοιράστηκε μια γλυκιά του ανάμνηση και τόνισε την ανάγκη πράξεων και όχι σχολίων.
Λίγα λόγια σας για την υπόθεση του έργου;
«Ένας μετανάστης στην Αμερική του ’50, ο Έντι Καρμπόνε, λιμενεργάτης στο λιμάνι της Νέας Υόρκης, ζει με τη γυναίκα του και την ανιψιά του, Κάθριν, την οποία τη μεγαλώνουν σαν παιδί τους. Η σχέση του με την ανιψιά του ξεπερνά τα όρια μιας συγγενικής σχέσης. Όλα αλλάζουν, όταν εμφανίζονται δύο άλλοι μετανάστες νεαρής ηλικίας και ο ένας εκ των δύο ερωτεύεται την Κάθριν. Τότε, όλα εκρήγνυνται και οδηγούνται στην απόλυτη καταστροφή».
Ποια χαρακτηριστικά του, το έχουν κατατάξει στα εμβληματικότερα θεατρικά κείμενα του 20ού αιώνα;
«Το θέμα του έργου. Η παράλογη βιαιότητα του ανθρώπου, όταν αυτός νιώσει, πως διακυβεύεται η κτητικότητα, η ισχύς και ο έλεγχος που πιστεύει πως έχει απάνω σε κάποιους άλλους ανθρώπους».
Μιλήστε μας για τον Έντι Καρμπόνε. Κάτι που σας αρέσει και κάτι που, ίσως, σας δυσαρεστεί σε αυτόν;
«Ο Έντι Καρμπόνε ανήκει στη λαϊκή τάξη, και όλη του η σκέψη είναι πώς θα αλλάξει τάξη. Κάτι τέτοιο δε μπορεί να συμβεί, αφού κανείς δε γίνεται να αλλάξει τάξη. Οι κοινωνικές τάξεις ή καταργούνται, αλλάζοντας το κοινωνικό σύστημα, ή παραμένουν ως έχουν. Παράλληλα είναι μετανάστης. Κι αυτό ολοκληρώνει ακόμη πιο πολύ την αλλοτρίωσή του. Ο μετανάστης, φεύγοντας μονίμως από τη χώρα του, έχει σχεδόν απεκδυθεί την ανάγκη να κατέχει έναν τόπο. Ο τρόπος όμως που τον αντιμετωπίζει ο αυτόχθων, περιορίζοντάς τον και τοποθετώντας τον σ’ ένα γκέτο, του ξυπνά με πιο βίαιο τρόπο την επιθυμία για απόλυτη κτητικότητα ενός χώρου. Πάντα μ’ αρέσει να παίζω άντρες που θεωρούν πως το σημαντικότερο στη ζωή του ανθρώπου είναι η κτητικότητα πάνω στα πράγματα και τους ανθρώπους. Κι αυτό, γιατί μ’ έναν τρόπο τους υπονομεύω».
Πλούσια η καλλιτεχνική σας πορεία, με παραστάσεις, κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές που ξεχώρισαν και αγαπήθηκαν διαχρονικά. Μοιραστείτε κάποια γλυκιά σκέψη ή ανάμνησή σας.
«Είναι φυσικό αυτά που παραμένουν στη μνήμη μας να έχουν σχέση με τη νεαρή μας ηλικία. Η πιο όμορφη και γλυκιά ανάμνηση που έχω είναι όταν, το 1979, ο Δημήτρης Χορν με κάλεσε να παίξω μαζί του. Ήμουν 23 ετών τότε».
Και κάποια πικρή;
«Είναι αρκετές. Αλλά επειδή αυτές είναι που μας δυναμώνουν, δε θέλω να ξεχωρίσω κάποια, γιατί θα αδικήσω τις άλλες».
Μια αγαπημένη σας φράση από ρόλο που έχετε ερμηνεύσει;
«Είναι η φράση του Άμλετ σε μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά που λέει: “Η Τέχνη δε μιλάει στους πολλούς, αλλά ούτε και στους λίγους. Η Τέχνη μιλάει στον καθένα χωριστά”».
Κάποια σχόλιά σας για τη δύσκολη καθημερινότητά μας;
«Η καθημερινότητα δε χρειάζεται σχόλια. Φτάνουν πια οι διαπιστώσεις και τα συμπεράσματα. Πράξεις αντίδρασης χρειάζονται. Είμαστε λαός διαπιστώσεων κι εκεί τις περισσότερες φορές σταματάμε».
Σκέψεις σας για την πολιτική ζωή του τόπου;
«Η βάση του σύγχρονου φιλελευθερισμού είναι η χρησιμοποίηση της κρατικής μηχανής προς όφελος αυτών που κατέχουν τα μέσα παραγωγής. Αυτό καθιστά τη σύγκρουση μεταξύ ιδιωτικού τομέα και δημόσιου ψευδή, αφού στην ουσία συνεργάζονται εις βάρος όλων των εργαζομένων. Αυτός ο παραλογισμός συσκοτίζει την κρίση των πολιτών και τους οδηγεί στην ατονία».
Μια ευχή σας;
«Να μη χαθεί ποτέ η ανάγκη της κοινωνικής αλλαγής».
Ταυτότητα παράστασης
Μετάφραση: Γιώργος Κιμούλης – Νικαίτη Κοντούρη, σκηνοθεσία-διασκευή: Νικαίτη Κοντούρη, σκηνικά-κοστούμια: Γιώργος Πάτσας, μουσική: Σοφία Καμαγιάννη, φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος, επιμέλεια κίνησης: Αγνή Παπαδέλη-Ρωσσέτου, βίντεο: Γιώργος Ζώης, βοηθός Σκηνογράφος: Τότα Πρίτσα, βοηθός σκηνοθέτη: Θάλεια Γρίβα.
Διανομή
Γιώργος Κιμούλης: Έντι Καρμπόνε , Μαρία Κεχαγιόγλου: Μπέατρις , Νίκος Χατζόπουλος: Αλφιέρι, Ηλιάνα Μαυρομάτη: Κάθριν, Στάθης Παναγιωτίδης: Μάρκο, Αλέξανδρος Μαυρόπουλος: Ροντόλφο, Κώστας Φαλελάκης: Μάικ, Πάρις Θωμόπουλος: Λούις, Τάσος Πυργιέρης: Τόνυ Μπερέλι, Νικόλας, Χανακούλας: Αστυνόμος Α’, Ίλια Αλγκάερ: Αστυνόμος Β’, Κώστας Κοράκης: κ. Λιπάρι, Θάλεια Γρίβα: κα Λιπάρι, Γιώργος Ματζιάρης: Παράνομος Α’, Αναστάσης Συμεών Λαουλάκος: Παράνομος Β’. Μουσικός Επί Σκηνής: Χρήστος Καλκάνης, φωτογράφος παράστασης: Μαριλένα Σταφυλίδου. Σε όλες τις παραστάσεις της Κεντρικής Σκηνής κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή υπάρχουν αγγλικοί υπέρτιτλοι.