Skip to main content

Μενδώνη για Γλυπτά Παρθενώνα: «Η επίτευξη μιας συμφωνίας για την οριστική επιστροφή είναι δύσκολη, αλλά όχι αδύνατη»

Η υπουργός Πολιτισμού απάντησε σε Επίκαιρη Ερώτηση του Βουλευτή ΠΑΣΟΚ - ΚΙΝΑΛ Δ. Κωνσταντόπουλου με θέμα «Ενημέρωση για την πορεία των διαπραγματεύσεων για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα».

«Η θέση της Ελλάδας ήταν και παραμένει εθνική, ομόφωνη, ομόθυμη, αμετάβλητη και σαφής σε ό,τι αφορά τον αγώνα της Ελλάδας για τον επαναπατρισμό των Γλυπτών του Παρθενώνα. Δεν αναγνωρίζουμε δικαίωμα κυριότητας, νομής και κατοχής επί των Γλυπτών στο Βρετανικό Μουσείο, καθώς αποτελούν προϊόν κλοπής. Τίποτα δεν έχει αλλάξει», υπογράμμισε η Λίνα Μενδώνη. Η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, απάντησε σε Επίκαιρη Ερώτηση του Βουλευτή ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ Δημήτρη Κωνσταντόπουλου με θέμα «Ενημέρωση για την πορεία των διαπραγματεύσεων για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα».

Η Υπουργός σημείωσε ότι «Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, από την αρχή της θητείας της, εργάζεται συστηματικά, υπεύθυνα, αποτελεσματικά, για την επίτευξη του εθνικού στόχου, δηλαδή της οριστικής επιστροφής και επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Αθήνα και στο Μουσείο της Ακρόπολης.

Το θέμα αυτό, όπως έχει ξεκαθαρίσει και ο Πρωθυπουργός, είναι εθνικό θέμα. Ο επαναπατρισμός και η επανένωση των Γλυπτών προφανώς είναι οικουμενική υπόθεση, αλλά αποτελεί ηθική υποχρέωση για όλη την Ευρώπη, στο πλαίσιο της προστασίας της κοινής πολιτισμικής της κληρονομιάς.

Ο Πρωθυπουργός ήταν εκείνος που απέμπλεξε το ζήτημα, όλη αυτή τη συζήτηση, η οποία γινόταν με διαρροές δεξιά και αριστερά, από την εκλογική διαδικασία. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν ο πρώτος Πρωθυπουργός, ο οποίος επί της ουσίας έθεσε σοβαρά και επίσημα στον ομόλογό του τον Βρετανό, τον Μπόρις Τζόνσον, το θέμα. Επομένως, δεν τίθεται σημείο συζήτησης ότι η Κυβέρνηση δεν συζητά με την βρετανική Κυβέρνηση.  Άλλωστε, το γεγονός ότι η Βρετανή Υπουργός Πολιτισμού πήρε θέση για να κόψει τη συζήτηση, η οποία αφορούσε διαρροές από το Βρετανικό Μουσείο, αυτό δείχνει τη διακυβερνητική διάσταση του θέματος. Είτε θέλουν, είτε δεν θέλουν, το αναγνώρισαν με αυτόν τον τρόπο.

Η Κυβέρνηση διαθέτει στρατηγική. Όμως στρατηγική διαπραγμάτευσης, που δημοσιοποιείται παύει να αποτελεί στρατηγική.

Αξιοποιούμε κάθε μέσο. Αξιοποιούμε το διάλογο και την πολιτιστική διπλωματία, τη συστηματική ενημέρωση της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας για το δίκαιο του αιτήματός μας, για την κατάρριψη των βρετανικών θέσεων -και τα περισσότερα από τα επιχειρήματα του Ηνωμένου Βασιλείου έχουν ούτως ή άλλως καταρριφθεί-  με ειλικρίνεια, σαφήνεια και δυνατή επιχειρηματολογία.

Το Βρετανικό Μουσείο δεν εξαιρείται. Η επίτευξη μιας συμφωνίας για την οριστική επιστροφή των Γλυπτών είναι δύσκολη, αλλά όχι αδύνατη.  Απαιτείται καθορισμός αρχών και  πλαισίου,  επίγνωση της «κόκκινης γραμμής» και προσήλωση στον εθνικό στόχο».

Η Λίνα Μενδώνη αναφέρθηκε στα συγκεκριμένα αποτελέσματα της πολιτικής της Κυβέρνησης:

•             Στην απόφαση της Διακυβερνητικής Επιτροπής της UNESCO, τον Σεπτέμβριο του 2021, η οποία αποτελεί την πρώτη Απόφαση, μετά από πλήθος Συστάσεων, σύμφωνα με την οποία ο διεθνής οργανισμός αναγνωρίζει το νόμιμο και ηθικό του ελληνικού αιτήματος, της επιστροφής δηλαδή των Γλυπτών του Παρθενώνα, αλλά ότι και το όλο θέμα είναι διακρατικό και διακυβερνητικό και όχι ένα ζήτημα που θα πρέπει να απασχολεί μόνον τα δύο μουσεία, το Βρετανικό και της Ακρόπολης.

•             Στην οριστική επανένωση του θραύσματος Fagan,  από το Μουσείο Antonio Salinas του Παλέρμο της Σικελίας, στη ζωφόρο, στο Μουσείο Ακρόπολης, έπειτα από 20 μήνες διαπραγματεύσεων με την Περιφερειακή Κυβέρνηση της Σικελίας και το Υπουργείο Πολιτισμού της Ιταλικής Δημοκρατίας.

•             Στη γενναιόδωρη χειρονομία της Αυτού Αγιότητος του Πάπα Φραγκίσκου για την οριστική επιστροφή στην Αθήνα των τριών παρθενωνίων θραυσμάτων από τα Μουσεία του Βατικανού, «ως χειροπιαστό δείγμα της ειλικρινούς επιθυμίας του να ακολουθήσει το οικουμενικό μονοπάτι της αλήθειας».

•             Στη στήριξη –με συντριπτικά ποσοστά- του ελληνικού αιτήματος μας όχι μόνον από την βρετανική, αλλά και τη διεθνή κοινή γνώμη, καθώς και από τα συντηρητικά βρετανικά ΜΜΕ, όπως οι Times του Λονδίνου, που μετέστρεψαν την άποψή τους μετά από 50 χρόνια στήριξης του Βρετανικού Μουσείου.

naftemporiki.gr