«Το μόνο που είναι σίγουρο είναι η φυγή μου / Η σωτηρία μου είναι η καταστροφή μου» ακούγεται στο «Δίχως Αύριο», από τον δίσκο «Μπάσταρδο» του Mazoha (κατά κόσμον Τζίμης Πολιούδης), δίσκος που αποτέλεσε και την έμπνευση για να στηθεί η δραματουργική βάση των κινηματογραφικών «Μπαστάρδων», της ταινίας δηλαδή που έγραψε και σκηνοθέτησε ο Νίκος Πάστρας, μετά από μια μεγάλη πορεία στη μικρού μήκους – όχι πως σταματούν εκεί οι ενασχολήσεις του με τον κινηματογράφο: Ήταν ο μοντέρ της «Winona» του Αλέξανδρου Βούλγαρη. Επίσης δεν σταματούν στον Mazoha οι μουσικές του αναφορές καθώς με τα «Μπάσταρδα» του αποπειράται να φτιάξει τη δική του «Γλυκιά συμμορία», και για να μας κλείσει το μάτι, χρησιμοποιεί τη μουσική του Γιώργου Χατζηνάσιου στο soundtrack.
Σε ένα κοινόβιο λοιπόν, κάπου πολύ μακριά από το αθηναϊκό κέντρο, μια ομάδα νέων συγκεντρώνεται αποφασισμένη να ζήσει τη ζωή της όπως επιθυμεί, χωρίς πλάνα, χωρίς σχέδια, χωρίς αύριο. Και ενώ η ταινία του Πάστρα δείχνει φαινομενικά άναρχη στη δομή της, τίποτα εδώ δε μοιάζει να έχει «ξεφύγει»: Ο σκηνοθέτης έκανε μια ταινία που υπηρετεί στο έπακρο τους στόχους που εκείνος έθεσε. Παίζει εξίσου Νικολαϊδικά με τα σεξουαλικά φετίχ, όχι επειδή θέλει σώνει και ντε να σοκάρει τους καημένους τους αστούς, αλλά επειδή οι ήρωες του πρέπει κάπως να διαχειριστούν το βάρος της αθωότητας τους σε έναν κόσμο που δεν τη δέχεται – και ο «έξω κόσμος» θα έρθει να πάρει την εκδίκηση του στο θεαματικό φινάλε, όταν δηλαδή βγαίνουμε στο φως του ήλιου, σε ένα σύμπαν άνυδρο, δίχως glitter, neon φώτα και ψυχή.
Ταυτόχρονα όμως, και έχει σημασία αυτό, οι ήρωες του είναι σπανίως όσο αφελείς θέλουν να δείχνουν. Πίσω από τα αθώα παιχνίδια, τα σεξουαλικά πειράγματα και τους τσακωμούς, υπάρχει πάντα η γνώση πως όλα αυτά, πολύ σύντομα θα τελειώσουν. Γι’ αυτό και τα παιχνίδια γίνονται ολοένα και πιο άγρια, γι’ αυτό και το σεξ γίνεται ολοένα και πιο «βρώμικο» – μια «διόγκωση» που γίνεται κομμάτι της ίδιας της αφήγησης, ωθώντας την ουσιαστικά στη δραματική κατάληξη της. Από την άποψη αυτή, η ταινία με την οποία τα «Μπάσταρδα» συγγενεύουν πραγματικά, είναι οι «Ηλίθιοι» του Λαρς Φον Τρίερ, μακράν η πιο απεγνωσμένη ταινία των 90s. Με μια διαφορά – και εδώ βρίσκεται η Αχίλλειος πτέρνα της ταινίας: Δεν μαθαίνουμε ποτέ αρκετά για το παρελθόν των παιδιών που αποφάσισαν να ζήσουν μαζί αυτή την περιπέτεια. Και τα ιδιοσυγκρασιακά τεχνάσματα του καστ που τα ενσαρκώνει, δεν αρκούν για να στοιχειοθετήσουν χαρακτήρες στους οποίους θα βρούμε, ενδεχομένως και κάτι παραπάνω από καθαρό teenage angst.
Θα μου πείτε, λίγο είναι αυτό;